ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ
Η εξέλιξη του επαναστατικού αγώνα στην Κίνα ήταν πολυκύμαντη και πέρασε από πολλές φάσεις. Αποδείχτηκε πως ο ιμπεριαλισμός και η αστική τάξη δεν είναι ανίκητοι, φάνηκε η δυνατότητα να ξεσπάσει και να νικήσει η επαναστατική πάλη. Εμπόδιο στάθηκαν οι λαϊκομετωπικές κατευθύνσεις του 7ου συνεδρίου της Διεθνούς, αναδείχθηκε η αξία των τακτικών στόχων, σε σύνδεση με την επαναστατική νίκη και τη στρατηγική.
Αντιιμπεριαλιστικός και εμφύλιος πόλεμος
ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΚ ΚΙΝΑΣ
Η νεότερη ιστορία της Κίνας έχει την αρχή της στην αστικοδημοκρατική επανάσταση του 1911, που εκθρονίζει την τελευταία δυναστεία των Τσιν και ανακηρύσσει την Κίνα Δημοκρατία. Αρχηγός της αστικοδημοκρατικής επανάστασης είναι ο Σουν Γιατ Σεν, που ιδρύει το Κουομιτάνγκ (Εθνικό Λαϊκό Κόμμα). Το 1919 η απόδοση των γερμανικών σφαιρών ελέγχου της Κίνας στην Ιαπωνία, που συγκαταλέγεται στους νικητές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, πυροδοτεί το σπουδαστικό πατριωτικό κίνημα της 4ης Μάη που μετεξελίσσεται σε αντιιμπεριαλιστικό εργατικό κίνημα. Στο επαναστατικό κύμα που εξαπλώθηκε απ’ την Οκτωβριανή Επανάσταση, το 1921 ιδρύεται το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στη Σαγκάη. Το 1923 σε μια χώρα διασπασμένη σε αντιμαχόμενους πολέμαρχους που συνδέονται με ξένες δυνάμεις ο Σουν Γιατ Σεν, με τη βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης και την υποστήριξη του ΚΚΚ, εγκαθιδρύει επαναστατική δημοκρατική κυβέρνηση στη Νότια Κίνα. Ξεκινά ο πρώτος επαναστατικός αντιιμπεριαλιστικός εμφύλιος πόλεμος ενάντια στους φιλοϊμπεριαλιστές, που χαρακτηρίζεται από μαζικά απεργιακά κινήματα σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Το 1924 υπό την επίδραση του Στάλιν, το ΚΚΚ διέπραξε στρατηγικό λάθος και προσχώρησε στο Κουομιτάνγκ.
Οι επιτυχίες του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος και η προσχώρηση του ΚΚΚ στο Κουομιτάνγκ θορύβησε την εθνική αστική τάξη, που υπό την πίεση των ιμπεριαλιστών αποχώρησε απ’ τη συμμαχία των αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Βασιζόμενη στην υποστήριξη των ιμπεριαλιστικών κρατών η δεξιά πτέρυγα του Κουομιτάνγκ, με επικεφαλής τον αρχιστράτηγο των στρατιωτικών του δυνάμεων, Τσάνγκ Κάι Σεκ, στις 12 Απριλίου του 1927 οργάνωσε αντεπαναστατικό πραξικόπημα στο Νανκίν και τη Σαγκάη, όπου σφαγιάστηκαν χιλιάδες κομμουνιστών. Τον Ιούλιο του 1927 το ΚΚΚ κηρύχθηκε εκτός νόμου και οι εργατικές και αγροτικές ενώσεις διαλύθηκαν. Μετά την ήττα της αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης στην Κίνα επιβλήθηκε η στρατιωτική δικτατορία του Κουομιτάνγκ ως εξουσία της μεγαλοαστικής τάξης και των γαιοκτημόνων.
Παρά την επικράτηση της αντίδρασης, σε αγροτικές περιοχές δημιουργήθηκαν εστίες επαναστατικο-δημοκρατικής εξουσίας («σοβιέτ»). Σε 11 επαρχίες δημιουργήθηκαν 15 σοβιετικές περιφέρειες, στις οποίες δημεύονταν οι γαίες των γαιοκτημόνων και πραγματοποιούνταν οικονομικοί και δημοκρατικοί μετασχηματισμοί. Μεταξύ 1930-33 ο Κόκκινος Στρατός της Κίνας αντιμετώπισε νικηφόρα τέσσερις εκστρατείες του Κουομιτάνγκ, ενώ το 1934 οι κύριες μονάδες ξεκίνησαν τη «Μεγάλη Πορεία». Για να αποφύγουν την περικύκλωση απ’ τα εθνικιστικά στρατεύματα διήνυσαν μαχόμενες τεράστια απόσταση και το 1936 έφτασαν σε σοβιετική περιοχή στο Βόρειο Σανσί.
Στο τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου είχε διαμορφωθεί στη χώρα ιδιόμορφη δυαδική εξουσία, με τη μορφή δύο χωριστών κρατών
Η εποχή του «μεγάλου τιμονιέρη»
Το 1935 ο Μάο Τσε Τουγκ αναλαμβάνει την ηγεσία του ΚΚΚ και γενικεύει την δικής του έμπνευσης στρατηγική του παρατεταμένου λαϊκού πολέμου και της περικύκλωσης των πόλεων απ’ την ύπαιθρο. Το ΚΚΚ καθοδηγούμενο απ’ τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της Διεθνούς, προωθεί τη δημιουργία ενιαίου εθνικού αντιιμπεριαλιστικού (αντι-ιαπωνικού) μετώπου. Παρά τις πέντε εκστρατείες του Κουομιτάνγκ κατά του ΚΚΚ στο διάστημα 1930-34, το ΚΚΚ κάνει έκκληση στο Κουομιτάνγκ για σύμπηξη εθνικού αντιιμπεριαλιστικού μετώπου κατά των Ιαπώνων επιδρομέων. Το 1937 η Ιαπωνία έθεσε σε εφαρμογή σχέδιο κατάληψης ολόκληρης της Κίνας. Υπό την πίεση του λαού, της αριστερής του πτέρυγας και του ΚΚΚ, η ηγεσία του Κουομιτάνγκ ανήγγειλε αποκατάσταση της συνεργασίας με το ΚΚΚ. Λόγω απροθυμίας, ωστόσο, του Κουομιτάνγκ να κινητοποιήσει μεγάλες μονάδες κατά των Ιαπώνων εισβολέων, το βάρος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα επωμίζεται το ΚΚΚ και οι σύμμαχοί του. Έτσι, ανδρώνεται το κύρος και η επιρροή του στις λαϊκές μάζες, όπως με τα ΚΚ που ηγούνταν εθνικοαπελευθερωτικών μετώπων και σε άλλες χώρες κατεχόμενες απ’ τον Άξονα (Γαλλία, Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα, Αλβανία).
Μέχρι τον Απρίλη του 1945, 19 απελευθερωμένες περιοχές στην Κίνα υπάγονταν στην εξουσία του ΚΚΚ. Τον Φεβρουάριο του 1945, στη Συνδιάσκεψη της Γιάλτας, η ΕΣΣΔ ανέλαβε την υποχρέωση να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας. Τα σοβιετικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Κίνα και με τη συνδρομή των εθνικοαπελευθερωτικών δυνάμεων κατατρόπωσαν σε σύντομο χρονικό διάστμα τις δυνάμεις κατοχής, υποχρεώνοντας τες να αποσυρθούν απ’ τα εδάφη της Κίνας. Στην Κίνα δημιουργήθηκαν ευνοϊκές συνθήκες για τη νίκη της λαϊκοδημοκρατικής επανάστασης και την είσοδο της χώρας στο δρόμο του σοσιαλισμού. Στο τέλος του πολέμου είχε διαμορφωθεί στη χώρα ιδιόμορφη δυαδική εξουσία. Δεν είχε εγκαθιδρυθεί μια επίσημη και μια «ανεπίσημη» απ’ τα κάτω εξουσία, όπως τον Φλεβάρη του 1917 στη Ρωσία. Στην πραγματικότητα είχαν δημιουργηθεί δύο χωριστά κράτη, που είχαν υπό την εξουσία τους μεγάλες περιοχές της Κίνας, με χωριστή διοίκηση, νομοθεσία και δικές του, το κάθε κράτος, ένοπλες δυνάμεις.
Ωστόσο, το ΚΚΚ αντί να προχωρήσει στην εδραίωση της επανάστασης στην τεράστια περιοχή που έλεγχε ή και στην ολοκλήρωση της επανάστασης, τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας εθνικής δημοκρατικής κυβέρνησης, όπως έπραξαν και οι εθνικοαπελευθερωτικές δυνάμεις στην Γαλλία, Ιταλία και Ελλάδα, σύμφωνα με τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου (1935) της Διεθνούς. Έτσι, στις 10 Ιανουαρίου 1946 οι εκπρόσωποι του Κουομιτάνγκ και του ΚΚΚ υπέγραψαν συμφωνία για την κατάπαυση των εχθροπραξιών, τη συγκρότηση Εθνικής Συνέλευσης και την αναθεώρηση του Συντάγματος. Ωστόσο, τον Ιούλιο του 1946, η Κεντρική Επιτροπή του Κουομιτάνγκ ανακοίνωσε ότι απορρίπτει τις αποφάσεις του Ιανουαρίου 1946 και αμέσως εξαπέλυσε επίθεση κατά των περιοχών που έλεγχε το ΚΚΚ, αλλά και σε πανκινεζική κλίμακα. Το ΚΚΚ, διόρθωσε την προηγούμενη απόφασή του για κυβέρνησης εθνικής ενότητας, που εκτός απ’ τον μειοδοτικό χαρακτήρα της αποδεικνυόταν και ανεφάρμοστη (όπως συνέβη και στην Ελλάδα με τις συμφωνίες Λιβάνου και Καζέρτας). Αποδέχτηκε την πρόκληση του Κουομιτάνγκ, που πολύπλευρα μάλιστα ενισχυόταν απ’ τους Αμερικανούς, και με αποφασιστικότητα και επαναστατική αυτοπεποίθηση, βασιζόμενο στη λαϊκή υποστήριξη, πρόβαλε σθεναρή άμυνα στην επίθεση του Κουομιτάνγκ και το εξανάγκασε να περάσει σε άμυνα.
Τον 1947 ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός πέρασε στην αντεπίθεση, απελευθερώνοντας μέχρι το 1949 το μεγαλύτερο μέρος της Κίνας. Στις περιοχές που απελευθέρωνε, το ΚΚΚ εφάρμοζε φιλολαϊκό πολιτικό και οικονομικό-κοινωνικό πρόγραμμα, εφραιώνοντας και διευρύνοντας τη λαϊκή βάση, αποδεικνύοντας έμπρακτα την υπεροχή του σοσιαλιστικού δρόμου. Οι νίκες επιτεύχθηκαν αποκλειστικά απ’ τις δυνάμεις της επανάστασης, χωρίς επέμβαση σοβιετικών στρατευμάτων. Η ΕΣΣΔ αρκέστηκε στην παροχή οικονομικής, τεχνικής και εξοπλιστικής βοήθειας, σε αντίθεση με την παρουσία ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στην Κίνα και τις επεμβάσεις τους στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας.
Ύστερα απ’ τις βαριές ήττες του στρατού του Κουομιτάνγκ και την απομόνωσή του απ’ τις λαϊκές μάζες, ο Τσανγκ Κάι Σεκ τον Ιανουάριο του 1949 ζήτησε διαπραγματεύσεις με το ΚΚΚ. Τον Απρίλιο του 1949 έγιναν στο Πεκίνο διαπραγματεύσεις μεταξύ αντιπροσωπειών του Κουομιτάνγκ και του ΚΚΚ, που κατέληξαν σ’ ένα σχέδιο εσωτερικής ειρήνης. Η κυβέρνηση όμως του Κουομιτάνγκ αρνήθηκε τελικά να υπογράψει τη συμφωνία, που σήμαινε πλήρη υποχώρηση για το Κουομιτάνγκ. Μετά το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός επανέλαβε αποφασιστικά τις επιθετικές επιχειρήσεις, απελευθερώνοντας όλη σχεδόν την Κεντρική και Νότια Κίνα. Ο Τσάνγκ Κάι Σεκ και η ηγεσία του Κουομιτάνγκ κατέφυγαν στη νήσο Ταϊβάν, όπου εγκαθιδρύθηκε το κράτος της «Εθνικιστικής Κίνας».
Η νίκη της Κινέζικης Επανάστασης απέδειξε τον εσφαλμένο χαρακτήρα του λαϊκού μετώπου και της θεωρίας των σταδίων του 7ου Συνεδρίου, που και σήμερα αναβιώνει σε διάφορες μορφές από αριστερές δυνάμεις. Αποδείχτηκε ότι αυτή η στρατηγική οδηγεί στην ηγεμονία-κυριαρχία της αστικής τάξης, στη ματαίωση της Επανάστασης ή και στη συντριβή των επαναστατικών δυνάμεων. Η νίκη της επανάστασης απέδειξε ότι η χρονική και τακτική προτεραιότητα ενός εθνικού ή δημοκρατικού στόχου είναι δυνατό και αναγκαίο εξαρχής να συνδέεται και να προετοιμάζει ισορροπημένα την επανάσταση, χωρίς υπονόμευση του τακτικού στόχου. Ο ιμπεριαλισμός, τέλος, δεν είναι ανίκητος. Η αποφασιστική και δυναμική αντίδραση του ΚΚΚ στην επίθεση του Κουομιτάνγκ το 1946, ο διεθνής συσχετισμός, δεν επέτρεψαν στις ΗΠΑ άμεση στρατιωτική επέμβαση, όπως το 1950 στην Κορέα.
Η Πολιτιστική Επανάσταση, παρά την πολιτική αυτοτέλειά της στην επαναστατική πράξη, χειραγωγούμενη εξαρχής απ’ τον Μάο και την «αριστερή γραφειοκρατία» κατανίκησε μεν την φιλοκαπιταλιστική τάση, αλλά τελικά εγκλωβίστηκε σε μια νέα κατανομή εξουσιών υπέρ της αριστερής πτέρυγας, χωρίς να καταργήσει τα εκμεταλλευτικά πλαίσια, χωρίς να ανατρέψει την εξουσία του γραφειοκρατικού κοινωνικοπολιτικού στρώματος.
Άνθισαν τα λουλούδια, έμειναν τα αγκάθια
Η Πολιτιστική Επανάσταση στράφηκε κατά των δεξιών τάσεων, αλλά τελικά ελέγχθηκε
Οι παροτρύνσεις του Μάο «βομβαρδίστε το επιτελείο» και «η εξέγερση είναι δίκαιη» δίνει ώθηση στις εξεγερτικές τάσεις.
Η επανάσταση στην Κίνα δεν ήταν απ’ την αρχή σοσιαλιστική. Το πρόγραμμα της επανάστασης (πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας) παρέπεμπε στο λενινιστικό πρόγραμμα της δημοκρατικής δικτατορίας των εργατών και αγροτών και πρόβλεπε μια αντιιμπεριαλιστική δημοκρατική επανάσταση, που θα μετεξελισσόταν σε σοσιαλιστική σ’ ένα δεύτερο στάδιο. Η διαφορά αυτών των στρατηγικών απ’ το λαϊκό μέτωπο και τη σταδιολογία της Τρίτης Διεθνούς έγκειται, κυρίως, στο ότι: προτάσσουν την επανάσταση, ενώ το λαϊκό μέτωπο έχει ως μεταρρυθμιστικό μοχλό το σχηματισμό κυβέρνησης στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτισμού. Έχουν ως απαράβατο όρο την ηγεμονία της εργατικής τάξης, με υποβαθμισμένο το ρόλο τμήματος της αστικής τάξης που θα συμμετάσχει στο επαναστατικό μέτωπο. Προβλήματα που λύνονται στο δεύτερο στάδιο λύνονται εν μέρει εξαρχής (αλληλοσύνδεση σταδίων), ενώ το πρώτο στάδιο γρήγορα μετεξελίσσεται στο δεύτερο.
Όταν το 1949 νίκησε η επανάσταση στην Κίνα, η χώρα ήταν μισοφεουδαρχική, τα 4/5 του πληθυσμού εργάζονταν στη γεωργία, διέθετε μικρό, σχετικά σύγχρονο βιομηχανικό τομέα. Τα πρώτα βήματα ήταν δειλά για να διατηρηθεί η κοινωνική συμμαχία που οδήγησε στη νίκη της επανάστασης. Έγινε αναδιανομή της γης. Στη βιομηχανία εθνικοποιήθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία των υποστηρικτών του Κουομιτάνγκ. Δημιουργούνται κρατικοκαπιταλιστικές επιχειρήσεις κράτους-ιδιωτών. Ήδη όμως το 1953 αρχίζει η εφαρμογή του πρώτου πεντάχρονου σχεδίου. Αναπτύσσεται δυναμικά η βαριά βιομηχανία κρατικής ιδιοκτησίας, ενώ προχωρεί με γρήγορους ρυθμούς η κολεκτιβοποίηση και το πέρασμα των μέσων παραγωγής στη δημόσια και συνεταιριστική ιδιοκτησία. Το 1958 η Κίνα θα βαδίσει στο δρόμο του «μεγάλου άλματος προς τα μπρος». Το δεύτερο πενταετές σχέδιο (1958-62) καθόρισε την αύξηση του εθνικού εισοδήματος κατά 50%, τον διπλασιασμό της βιομηχανικής παραγωγής, την αύξηση της συγκομιδής δημητριακών από 176 σε 246 εκατομμύρια τόνους, και την κατασκευή 125 νέων μεγάλων βιομηχανικών επιχειρήσεων.
Παράλληλα, με το σύνθημα «ας ανθίζουν όλα τα λουλούδια» η κυρίαρχη αριστερή πτέρυγα του ΚΚ Κίνας υπό τον Μάο Τσε Τουνγκ ενθαρρύνει κίνημα κριτικής κατά των γραφειοκρατών, κομματικών στελεχών και διανοουμένων, που θεωρούνται δεξιά στοιχεία και υφίστανται διώξεις. Ο Μάο προωθεί τη γραμμή της επιτάχυνσης του κομμουνισμού με δημιουργία λαϊκών κομμούνων, στις οποίες καταργείται η αμοιβή σύμφωνα με την εργασία. Οι κομμούνες δεν αποτελούν μόνο παραγωγικές μονάδες αλλά εξελίσσονται σε κυβερνητικές μονάδες υπεύθυνες για την εκπαίδευση, την υγεία, την πρόνοια και την άμυνα. Το μεγαλόπνοο και με στοιχεία βολονταρισμού σχέδιο δεν ευοδώνεται. Το 1961 εκδηλώνεται οικονομική κρίση. Η δεξιά πττέρυγα παίρνει το πάνω χέρι και υπό την επιρροή της πραγματοποιείται μια απότομη οικονομική στροφή που θυμίζει τη ΝΕΠ στη Ρωσία. Εφαρμόζεται η πολιτική του «σαν ζι γι μπάο» στη γεωργία που δίνει μεγάλη ελευθερία στις δυνάμεις της αγοράς, αφήνει ελεύθερη τη διαμόρφωση των τιμών και επαναφέρει τα ιδιωτικά αγροκτήματα. Στη βιομηχανία η αποδοτικότητα και το κέρδος γίνονται κινητήρια δύναμη, παραχωρούνται αυξημένες αρμοδιότητες στους διευθυντές, καθιερώνονται πριμ παραγωγικότητας και επαναφέρεται η δουλιά με το κομμάτι. Αυτή η πολιτική δημιουργεί τεράστιες ανισότητες, αναγεννά τους κουλάκους στο χωριό, δημιουργεί μιαν αστική τάξη διευθυντών στη βιομηχανία. Αντίστοιχες μεταβολές δημιουργούνται και στην κορυφή της πολιτικής εξουσίας. Σε όλη την ιεραρχία του κόμματος την ηγεσία καταλαμβάνουν αυτά τα κυρίαρχα στρώματα και οι υποστηρικτές της αρχής «το κέρδος έχει το πρόσταγμα».
Το 1966 η ταξική πάλη φτάνει στο απόγειό της. Η όξυνση της πολιτικής αντίθεσης της δεξιάς και αριστερής πτέρυγας του ΚΚΚ, δημιουργεί τη ρωγμή, την οποία επιχειρεί να εκμεταλλευτεί μια μαζική νεολαιίστικη και λαϊκή εξέγερση, για να ανατρέψει τη νέα εκμεταλλευτική τάξη που δημιουργείται στην Κίνα από τη δεξιά στροφή. Οι παροτρύνσεις του Μάο «βομβαρδίστε το επιτελείο», «η εξέγερση είναι δίκαιη», η απόφαση της ΚΕ του ΚΚΚ, στις 8 Αυγούστου 1966, που καλέι σε πάλη για «ανατροπή όσων προσώπων της εξουσίας παίρνουν τον καπιταλιστικό δρόμο» δίνει ώθηση στις εξεγερτικές τάσεις. Στα πανεπιστήμια και τα σχολεία συγκροτούνται ομάδες, που έρχονται σε σύγκρουση με τους καθηγητές και διευθυντές τους, κατηγορώντας τους για αντιδραστική στάση απέναντι στη γνώση και τους ίδιους τους φοιτητές και μαθητές. Ονομάζονται ερυθροφρουροί και εξαπλώνονται σ’ όλη τη χώρα. Σε επίπεδο περιφερειών και πόλεων συγκροτούνται οργανώσεις εργατών και αγροτών που θέτουν υπό αμφισβήτηση την εξουσία των τοπικών επιτροπών του κόμματος. Η εξέγερσηκορυφώνεται στη Σαγκάη τον Γενάρη του 1967. Το επαναστατικό επιτελείο των εργατών καλεί τους εργάτες να κατασχέσουν την περιουσία όλων των καπιταλιστών, να εμποδίσουν την πληρωμή πριμ απ’ τους διευθυντές, να εγκαθιδρύσουν μια διακυβέρνηση τύπου Κομμούνας του Παρισιού. Με μαζικές συγκεντρώσεις εργατών και υπαλλήλων αυτή η προτροπή υιοθετείται σε πολλές πόλεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στην Καντόνα και το Βουχάν, πραγματοποιούνται ένοπλες συγκρούσεις. Εγκαθίστανται επαναστατικές επιτροπές των εργατών που εκτοπίζουν τους διευθυντές και αναλαμβάνουν τη διεύθυνση των εργοστασίων. Αποδοκιμάζεται η αντίληψη και πρακτική που ανάγει το κέρδος σε κίνητρο και κριτήριο της αποδοτικότητας της παραγωγής ενός εργοστασίου, αλλά και της ατομικής εργασίας. Στις κομμούνες καταργείται η αμοιβή με βάση τους «βαθμούς εργασίας» , καταργείται το πριμ και η δουλιά με το κομμάτι. Καθιερώνεται σύστημα αμοιβής με κριτήριο την αυτοαξιολόγηση και τη συλλογική αξιολόγηση της κομμούνας, ενώ ενισχύθηκαν τα ηθικά κίνητρα της εργασίας.
Απ’ τις επαναστατικές κατακτήσεις και τη στοχοθεσία της αποδείχθηκε ότι η Πολιτιστική Επανάσταση δεν ήταν απλώς όργανο της αριστερής πτέρυγας το ΚΚΚ εναντίον της δεξιάς πτέρυγας. Υπερέβη αυτόν τον ρόλο στον οποίο την κατεύθυνε ο Μάο. Στην ουσία επρόκειτο για την ταξική σύγκρουση μιας πλατιάς συμμαχίας της νεολαίας και μεγάλου τμήματος της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, απ’ τη μια, και της αστικής κρατικής τάξης, απ’ την άλλη.
Η επανάσταση ως παρωδία
ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ
Η Πολιτιστική Επανάσταση παρά την πολιτική αυτοτέλειά της στην επαναστατική πράξη, χειραγωγούμενη εξαρχής απ’ τον Μάο και την «αριστερή γραφειοκρατία» κατανίκησε μεν την φιλοκαπιταλιστική τάση, αλλά τελικά εγκλωβίστηκε σε μια νέα κατανομή εξουσιών υπέρ της αριστερής πτέρυγας, χωρίς όμως να καταργήσει τα εκμεταλλευτικά πλαίσια των ήδη διαμορφωμένων εκμεταλλευτικών σχέσεων, χωρίς να ανατρέψει την εξουσία του γραφειοκρατικού κοινωνικοπολιτικού στρώματος υπέρ μιας πραγματικής εργατικής εξουσίας.
Παρά τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα της η Πολιτιστική Επανάσταση υπήρξε ένα κίνημα αντιφατικό, έντονα βολονταριστικό, με προσωπολατρικό χαρακτήρα και θεοποίηση του Μάο, χυδαία τυποποίηση της θεωρίας και εκφυλισμό της σε θρησκεία, με το «κόκκινο» βιβλίο του Μάο. Οι επαναστατικές αντιλήψεις της Πολιτιστικής Επανάστασης αξιοποιήθηκαν για την ισχυροποίηση του δεσποτικού ρόλου του κράτους και της γραφειοκρατίας, για την ενίσχυση της αυταρχικής διαχείρισης, που εκτόπισε την εργατική δημοκρατία με τη στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας, την εμπέδωση της βίαιης αυταρχικής διαχείρισης, τη διακυβέρνηση με διατάγματα και στρατιωτικές μεθόδους, την καταστολή της διακίνησης ιδεών και της όποιας ιδεολογικής διαφοροποίησης, τη βίαιη διαπαιδαγώγηση δικαίων και αδίκων σε στρατόπεδα εργασίας.
Η Πολιτιστική Επανάσταση δέσμια των εγγενών αντιφάσεών της και της χειραγώγησής της από την «αριστερή γραφειοκρατία», εκφυλίστηκε σε μια παρωδία των ιδεών της και στη μετατροπή τους στο αντίθετό τους, στην ενίσχυση του γραφειοκρατικού εκφυλισμού και της κυριαρχίας του εκμεταλλευτικού γραφειοκρατικού στρώματος. Οι υπερβολές της Πολιτιστικής Επανάστασης, η ανασταλτική επίδρασή της στην οικονομική λειτουργία και το βιοτικό επίπεδο, οδήγησαν άμεσα μεν στην ανακατανομή της εξουσίας υπέρ της «αριστερής γραφειοκρατίας» αλλά τελικά στην επικράτηση της ανοιχτά φιλοκαπιταλιστικής τάσης της γραφειοκρατίας (όπως συνέβη και στα άλλα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού»). Η τάση αυτή, αξιοποιώντας τις υπερβολές της Πολιτιστικής Επανάστασης, απ’ το 1976 ώθησε την κοινωνία σε μια στροφή 180° με την εισαγωγή καθαρών μορφών εκμεταλλευτικών σχέσεων και την εγκαθίδρυση, τελικά, ενός άγρια εκμεταλλευτικού και πολιτικά αυταρχικού καπιταλισμού.
Ειδοποιός διαφορά του κινέζικου καπιταλισμού είναι η διατήρηση των πολιτικών δομών του ΚΚΚ και του σοσιαλιστικού κράτους. Στην πραγματικότητα αποτελούν ένα απλό κέλυφος που περικλείει την αστική δικτατορία ενός πλήρως εγκαθιδρυμένου καπιταλισμού. Η διατήρηση υπολειμμάτων του προηγούμενου καθεστώτος είναι σύνηθες ιστορικό φαινόμενο στη μετάβαση από ένα εκμεταλλευτικό καθεστώς («υπαρκτός σοσιαλισμός») σ’ένα άλλο εκμεταλλευτικό καθεστώς (νεοφιλελεύθερος ολοκληρωτικός καπιταλισμός).
Ωστόσο, η Πολιτιστική Επανάσταση παρά τις αντιφάσεις της και την οικτρή ήττα της άφησε στο επαναστατικό κίνημα πολύτιμες παρακαταθήκες: Την επιβεβαίωση της ανάγκης της διαρκούς επανάστασης μέχρι τον κομμουνισμό. Την αντίληψη ότι η νίκη της επανάστασης δεν οδηγεί στον σοσιαλισμό, αλλά σε μια μεταβατική κοινωνία, στην οποία δεν αποκλείεται η νίκη της αντεπανάστασης. Την αναγνώριση ότι η ταξική πάλη συνεχίζεται, ότι υφίστανται ανταγωνιστικές αντιθέσεις και ότι μια ιδιότυπη αστική εκμεταλλευτική τάξη αναπαράγεται στο κόμμα, το κράτος και στις επιχειρήσεις (διευθυντές). Τη βασισμένη στην εμπειρία κριτική των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, του νόμου της αξίας, του κέρδους.