ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΟΥΡΜΟΥΡΗΣ
Παρασκευή, 22 Σεπτεμβρίου. Τριάντα χιλιάδες άνθρωποι κατακλύζουν το πάρκο Γουδή, σε μία από τις μεγαλύτερες συναυλίες αλληλεγγύης σε πολιτικούς κρατούμενους που έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα. Συνθήματα αλληλεγγύης στην Ηριάννα και τον Περικλή δονούν το χώρο, στην περιοχή της Αθήνας όπου αποκτά υλική υπόσταση το «βαθύ κράτος».
Είχαν προηγηθεί μηνύματα στήριξης και συμπαράστασης στους δυο άδικα φυλακισμένους νέους από καλλιτέχνες, διανοούμενους, επιστήμονες, καθηγητές πανεπιστημίων μιας τεράστιας «γκάμας» πολιτικών αποχρώσεων, που επηρέασε ακόμα και προοδευτικούς φιλελεύθερους. Και αν το τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης δεν κατάφερε να επιβάλει την αναστολή έκτισης της ποινής μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό την πρώτη φορά, τον Ιούλιο, για τις 16 Οκτωβρίου επικρατούσε η αισιοδοξία ότι οι αλληλέγγυοι θα αποχωρήσουν από το Εφετείο μαζί με την Ηριάννα και τον Περικλή. Τι πήγε στραβά;
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: Το νομικό «πάτημα» στους δικαστές για να κρατήσουν έγκλειστους τους δύο νέους το παρέχει ο 187Α, ο περίφημος «τρομονόμος». Ήδη από τον Ιούλιο, την καταδίκη βάσει του τρομονόμου είχε επικαλεστεί ο εισαγγελέας Προβοτάρης, για να εισηγηθεί τη μη αποφυλάκιση Ηριάννας και Περικλή, πρόταση που υιοθέτησε εν τέλει το Πενταμελές Εφετείο Αναστολών. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι ακόμα και υπό το καθεστώς του τρομονόμου, το Εφετείο Αναστολών θα μπορούσε να αποφασίσει την αποφυλάκιση των δύο νέων. Η επιχειρηματολογία των συνηγόρων τόσο της Ηριάννας όσο και του Περικλή ήταν «δεμένη» και τεκμηριωμένη: Η Ηριάννα πρέπει να βγει μέχρι το Εφετείο για να συνεχίσει τις σπουδές της, ο Περικλής για σοβαρούς λόγους υγείας. Είναι δεδομένο ότι θα ίσχυαν περιοριστικοί όροι, που στο παρελθόν η νεαρή υποψήφια διδάκτωρ είχε τηρήσει ευλαβικά.
Το ζήτημα είναι πιο βαθύ: Ηριάννα και Περικλής αποτελούν τους «ομήρους» όχι μόνο του ταξικού πολέμου, αλλά και της ενδοαστικής αντιπαράθεσης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τμήματα του δικαστικού μηχανισμού. Όπως είχε γίνει και με τις τηλεοπτικές άδειες, οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προσπαθούν να στήσουν τη δική τους δικτύωση μέσα στον κρατικό μηχανισμό και συγκεκριμένα στο δικαστικό σύστημα. Πλευρές αυτού του ανταγωνισμού τους προηγούμενους μήνες ήρθαν στην επιφάνεια μέσω των δημόσιων αλληλοκατηγοριών που αντάλλαξαν η κυβέρνηση με την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων για μια σειρά από ζητήματα, με σημαντικότερο αυτό του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης των δικαστών, που έθεσε η πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου και νυν γενική γραμματέας του Νομικού Γραφείου του Τσίπρα, Βασιλική Θάνου. Στο πλαίσιο αυτής της αντιπαράθεσης, όλη η αυστηρότητα των πιο «μαύρων» κύκλων του δικαστικού μηχανισμού εξαντλείται στους δύο νέους, που αποτελούν μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για το «βαθύ κράτος» να δείξει «ποιος είναι το αφεντικό».
Έπειτα, η υπόθεση της Ηριάννας και του Περικλή αποτελεί μια «επένδυση» για το μέλλον, για το σύνολο του αστικού μπλοκ. Μπροστά στις ανεξέλεγκτες –για το κεφάλαιο και το κράτος– καταστάσεις που κυοφορεί μια ισοπεδωτική καθημερινότητα που «ήρθε για να μείνει», κάτι που αντιλαμβάνονται ολοένα και περισσότεροι, το πολυπλόκαμο αστικό μπλοκ προχωρά σε μια «προληπτική καταστολή», χτυπώντας μάλιστα εσκεμμένα άτομα που είναι σαφές ακόμα και από τη δικογραφία ότι δεν ενεπλάκησαν προσωπικά σε κάποια ανατρεπτική, εντός ή εκτός εισαγωγικών, ενέργεια. Το μήνυμα της προληπτικής καταστολής είναι ότι μόνο το Κράτος μπορείς να εμπιστεύεσαι, ούτε καν τον φίλο/η σου, γιατί σε κάθε άλλη περίπτωση κινδυνεύεις. Ουδετερότητα δεν υπάρχει στο θεσμοποιημένο καθεστώς έκτακτης ανάγκης: Όποιος δεν είναι μαζί του, είναι εναντίον του.
Ως εκ τούτου, οι καταγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ και οι ανακοινώσεις στήριξης της Ηριάννας κρύβουν, καταρχάς, μια απίστευτης χυδαιότητας υποκρισία, καθώς η ίδια κυβέρνηση διατηρεί και ενισχύει τον τρομονόμο και το υπόλοιπο κατασταλτικό οπλοστάσιο του κράτους, νομικό και υλικό. Κατά δεύτερον, εντάσσονται στη γνωστή παλαιοπασόκικη γραμμή «άλλο η κυβέρνηση, άλλο το κόμμα», σε μια απέλπιδα προσπάθεια «να σώσουν οτιδήποτε αν σώζεται» από τη σχέση τους με τον προοδευτικό κόσμο. Κατά τρίτον όμως, και αυτό είναι το σημαντικότερο, συγκαλύπτουν την πραγματική ουσία της υπόθεσης, στρέφοντας τα βέλη στη δικαστική βαρβαρότητα που, όπως έγραφε ο Μπρεχτ, εμφανίζεται να έχει ως αιτία «τη βαρβαρότητα την ίδια»: «Θέλουν να φάνε το κρέας, να μη δουν όμως τα αίματα. Αυτοί θα ικανοποιηθούν αν ο χασάπης πλύνει τα χέρια του προτού φέρει το κρέας στο τραπέζι».
Για εμάς που είμαστε ενάντια στον ίδιο το χασάπη, η απελευθέρωση της Ηριάννας και του Περικλή αποτελεί ένα πολύ μεγαλύτερο στοίχημα.