ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ*
Η κυβερνητική υπέρβαση των θεσμικών εμποδίων και ο λαϊκός παράγοντας
Την επαύριον της μεγάλης περιβαλλοντικής καταστροφής που συνέβη στο Σαρωνικό, η κυβέρνηση ξεπερνά τα δύο τελευταία εμπόδια ενόψει της νομοθετικής επικύρωσης και της έναρξης της επένδυσης στο Ελληνικό. Ενώ η υλοποίηση της επένδυσης επέρχεται, ως γεγονός αναπόδραστο -απουσία του λαϊκού παράγοντα-, η κυβέρνηση έπρεπε την προηγούμενη εβδομάδα να κλείσει τον κύκλο της προπαρασκευής για την απρόσκοπτη υλοποίηση της επένδυσης. Έχοντας φτάσει σε ένα modus vivendi με τους επενδυτές (ελέω της διαπραγματευτικής ομάδας), οι εναπομείνουσες διοικητικές και τεχνικές λεπτομέρειες αφορούσαν το ζήτημα των δασικών και αρχαιολογικών περιοχών που υπάρχουν στο χώρο.
Η πρώτη σκόπελος, μετά και την Πράξη Χαρακτηρισμού ως δασικών εκτάσεων 37 στρεμμάτων από το Δασαρχείο Πειραιά -σε νευραλγικό κομμάτι του έργου όπου προβλέπεται το σύνθετο ξενοδοχειακό συγκρότημα και το καζίνο- και με δεδομένη την αυστηρότητα της δασικής νομοθεσίας αλλά και την ύπαρξη παλαιών αεροφωτογραφιών θα φάνταζε δυσεπίλυτη. Η καταστρατήγηση όμως του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου επιλύθηκε μάλλον εύκολα στην «αρμόδια» επιτροπή της «αναπτυξιακής γιάφκας» της αποκεντρωμένης διοίκησης, όπου προσέφυγε η Lamda και ακυρώθηκε η σχετική Πράξη του Δασαρχείου (η οποία βεβαίως λοιδορήθηκε από τους «Πρετεντέρηδες»). Ταυτόχρονα, με τη σκόπιμη μη ανάρτηση και απόκρυψη των έτοιμων δασικών χαρτών της περιοχής από την «Κτηματολόγιο ΑΕ», δίνεται η δυνατότητα όταν τελεσιδικήσει η απόρριψη της Πράξης του Δασαρχείου, η εν λόγω περιοχή χαρακτηριστεί τελεσίδικα μη δασική.
Για το ξεπέρασμα της δεύτερης σκοπέλου η κυβέρνηση μπορεί να λάβει το βραβείο επικοινωνιακής διαχείρισης. Μετά το σχετικό σάλο που προκλήθηκε αναφορικά με την απόφαση του ΚΑΣ για κήρυξη ως αρχαιολογικού χώρου του συνόλου της έκτασης, επικράτησε η «λογική» με την κήρυξη τελικά περίπου 350 στρεμμάτων, χώρων με διαπιστωμένα αρχαία μνημεία. Κατόπιν εγκρίθηκε το Σχέδιο Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης και η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, δηλαδή η επένδυση και μετά το ΚΑΣ σχόλασε…
Το πραγματικό διακύβευμα δεν αφορούσε την προστασία του χώρου ή την ακύρωση της επένδυσης. Όπως είναι παγκοίνως γνωστό, μια απλή κήρυξη δεν εμποδίζει ούτε την δόμηση ούτε την όποια επένδυση. Στην συγκεκριμένη περίπτωση και σύμφωνα με τις ρήτρες της Σύμβασης Παραχώρησης στη Lamda Development, το κόστος προστασίας, μεταφοράς, διαχείρισης αρχαιοτήτων κ.ο.κ. που εντοπίζονται σε μη κηρυγμένες περιοχές αλλά και σχετικών καθυστερήσεων στην επένδυση επιβαρύνει το ελληνικό δημόσιο και όχι τον επενδυτή (!). Με δεδομένο μάλιστα ότι και τα αρχαία μνημεία αποτελούν εν δυνάμει asset ο επενδυτής έχει επιτύχει τη μέγιστη win-win συμφωνία χωρίς να επιβαρυνθεί σε κάτι – πλέον μπορεί να υλοποιήσει απρόσκοπτα το ΣΟΑ.
Σε αντίθεση με όσα ακούγονται και όλους όσοι σκοπίμως ή/και αφελώς επιχαίρουν για την απόφαση του ΚΑΣ, εδώ δεν υπάρχει καμία νίκη -μικρή ή μεγάλη- είτε του κινήματος είτε της Αριστεράς. Αντίθετα, πρόκειται για νίκη και ηγεμόνευση της κυβερνητικής γραμμής της «συνεχούς διαπραγμάτευσης» και της «ρεαλιστικής πολιτικής», που επιτυγχάνει «με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια» και την απρόσκοπτη υλοποίηση της επένδυσης και την τήρηση της «νομιμότητας». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και η ανακοίνωση του πολιτικού συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ (28-9-17): «Το πολιτικό συμβούλιο ομόφωνα επαναλαμβάνει την πλήρη υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ για την ολοκλήρωση όλων των απαιτούμενων ενεργειών για την έναρξη υλοποίησης της επένδυσης με απόλυτο σεβασμό στο νόμο και τις προβλεπόμενες διαδικασίες», ενώ και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωνε (4/10/17) ότι «Η απόφαση του ΚΑΣ γλιτώνει την επένδυση από προσφυγές στο ΣτΕ»…
Ως επακόλουθο, στον αντίποδα παρατηρούμε την αναπαραγωγή προβληματικών λογικών. Τη λογική του αποσπασματικού αγώνα, που απουσία του λαϊκού παράγοντα μεταφράζεται στην επίκληση και την υπεράσπιση τελικά της αστικής νομιμότητας, των τροποποιήσεων και των μικροβελτιώσεων, αντί του προτάγματος της συνολικής διεκδίκησης του χώρου προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων. Πρόκειται για τη λογική που έχει εμπεδώσει ήδη μία ήττα του λαϊκού κινήματος που ακόμα δεν έχει συντελεστεί, καθώς τίποτα δεν συνηγορεί στην επιτυχία όχι μόνο της συγκεκριμένης επένδυσης αλλά και της στρατηγικής του κεφαλαίου για έξοδο από την κρίση – πράγματα προφανώς αλληλένδετα.
Και αυτό είναι το πραγματικό διακύβευμα για την Αριστερά και τις λαϊκές δυνάμεις, τόσο για τη διεκδίκηση του χώρου, όσο και για τη συνολική ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής των μνημονίων, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η επιμονή σε ένα συνολικό και παρατεταμένο αγώνα που θα επαναφέρει στο προσκήνιο τη νικηφόρα προοπτική των αγώνων.
* μέλος της Αριστερής Πρωτοβουλίας Γλυφάδας