Πλήθος εκδόσεων συναντούν τα 100χρονα από την Οκτωβριανή επανάσταση. Σ αυτό το φύλλο του Πριν παρουσιάζονται τρία από αυτά. Από το Σεπτέμβρη αναμένονται κι άλλες σχετικές εκδόσεις. Ήδη κυκλοφορούν τα τεύχη 3 και 4 των Τετραδίων Μαρξισμού για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση με τα δύο μέρη του αφιερώματος στη ρωσική επανάσταση και στα αποτελέσματά της.
Η συζήτηση με αφορμή τα 100χρονα δε μπορεί παρά να υπερβαίνει την εξιδανίκευση καταστάσεων και την αγιοποίηση των ηγετών. Η δική μας ιστορία δεν μπορεί να περιορίζεται στων «βασιλιάδων τα ονόματα». Εξάλλου η λατρεία των συμβόλων είναι αντιστρόφως ανάλογη με τη σημασία που δίνεται στην ουσία αυτών που συμβολίζονται.
Πρώτα απ όλα η επανάσταση του 17 δεν ήταν αποτέλεσμα μιας νομοτελειακής ανάπτυξης των αντιθέσεων που ενδημούν στον καπιταλισμό σύμφωνα με την αντίληψη που κυριαρχούσε στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της 2ας Διεθνούς, τα οποία είχαν ανεπαίσθητα μετατρέψει το μαρξισμό σε οιονεί φυσική επιστήμη. Είχαν προηγηθεί δεκαετίες σκληρών ταξικών συγκρούσεων, η επανάσταση του 1905, εναλλαγές γενικών απεργιών, εξεγέρσεων και ένοπλης πάλης με εκλογικούς αγώνες. Κυρίως όμως ήταν μία σύγκρουση ιδεολογικών αντιλήψεων, πολιτικών προγραμμάτων και τακτικών. Πόσοι σήμερα δεν θα λοιδορούσαν τη διάσπαση του 1903 σε μπολσεβίκους και μενσεβίκους, και δεν θα προέτασσαν την ενότητα πάνω σε αυτά που ένωναν και την αναβολή της συζήτησης για αυτά που τους χώριζαν; Η επανάσταση τελικά ήταν μια συνειδητή απόφαση πάνω στο έδαφος των αντικειμενικών συνθηκών του πολέμου, της πείνας καθώς και των διλημμάτων που η ίδια η αστική έβαζε. Συνειδητή απόφαση ποιών όμως; Όχι μιας στενής συνωμοτικής ομάδας, μιας αποφασιστικής πρωτοπορίας, του κόμματος των μπολσεβίκων μόνο. Αν ήταν κάτι τέτοιο δεν θα άντεχε στη δοκιμασία του εμφυλίου και της ξένης επέμβασης. Ήταν μια συνειδητή απόφαση πλατιών λαϊκών μαζών, πρώτα από όλα της εργατικής τάξης οργανωμένης σε επίπεδο επιχείρησης και στα σοβιέτ που έκφραζαν την πολιτική της αυτενέργεια.
Δεν διεκδίκησαν απλά κάποιους «αυτονόητους» στόχους όπως ψωμί, ειρήνη και γη. Τέτοιες προσδοκίες είχαν εκείνη την περίοδο όλοι οι εργαζόμενοι της Ευρώπης. Γιατί δεν έγιναν κι άλλες επαναστάσεις ή γιατί δεν έφτασαν μέχρι τη νίκη; Δεν αρκούσε η θέληση για ειρήνη, χρειαζόταν και η σύγκρουση με την αστική τάξη και την «πατρίδα», δεν αρκούσε η πείνα, χρειαζόταν και η αποφασιστικότητα να πάρουν πίσω τον πλούτο από τους νόμιμους κατόχους του, δεν αρκούσε η δυσαρέσκεια απέναντι στην καταπίεση και το δεσποτισμό, χρειαζόταν η τόλμη να πάρουν την εξουσία. Η ρώσικη επανάσταση μας έδειξε τι σημαίνει ότι ένας λαός «θέλει» πραγματικά κάτι.
Μπάμπης Συριόπουλος
ΙΚΑΡΙΑ ΠΤΗΣΗ (Χρονικό της ρωσικής επανάστασης)
Γιάννης Χλιουνάκης
Εκδόσεις Τόπος
Το βιβλίο του Γιάννη Χλιουνάκη Ικάρια Πτήση (χρονικό της ρωσικής επανάστασης) εκδίδεται φέτος που κλείνουν τα εκατοντάχρονα της Οκτωβριανής επανάστασης. Εκατό χρόνια από το 1917 είναι μια σημαντική ευκαιρία για σκέψη πάνω στο κοσμοϊστορικό αυτό γεγονός. Η Ικάρια Πτήση (εκδόσεις Τόπος) είναι μια σημαντική συνεισφορά σ αυτό τον αναγκαίο απολογισμό. Ο ίδιος ο συγγραφέας τη χαρακτηρίζει «ταπεινό χρονολόγιο» αλλά είναι πολλά παραπάνω από αυτό. Τα γεγονότα παρουσιάζονται στη χρονική τους σειρά, σχολιάζονται ενώ παρατίθενται και σημαντικά ντοκουμέντα ή αποσπάσματά τους, που εκφράζουν με άμεσο τρόπο τις απόψεις και τις γραμμές των πρωταγωνιστών της εποχής: αποσπάσματα από τις Θέσεις του Απρίλη του Λένιν, τη διακήρυξη της εξεγερμένης Κρονστάνδης (1921), θέσεις των αντιπαρατιθέμενων τάσεων και ηγετών στη ρώσικη σοσιαλδημοκρατία και στο μπολσεβίκικο κόμμα κτλ.
Ο Γιάννης Χλιουνάκης προσπαθεί να είναι αντικειμενικός με την ιστορία και όπως ο ίδιος λέει να δίνει προτεραιότητα στα γεγονότα και όχι σε κάποιο από τα πολλά a priori κατασκευασμένα ιδεολογικά σχήματα. Ταυτόχρονα παραδέχεται ότι δεν μπορεί να μένει «ουδέτερος» απέναντι στην Οκτωβριανή επανάσταση και στους πρωταγωνιστές της, είναι προφανές ότι εμπνέεται από την απελευθερωτική δυναμική της. Στη δύσκολη πορεία της νέας εξουσίας διαμέσου του εμφυλίου πολέμου που επακολούθησε, εστιάζει σε μια σειρά ζητήματα που ακυρώνουν και στο τέλος αντιστρέφουν αυτή τη δυναμική.
Το βιβλίο αναφέρεται στη στροφή των μπολσεβίκων από τη στήριξη των εργοστασιακών επιτροπών στη μονοπρόσωπη διεύθυνση, στην «υποταγή στη θέληση του σοβιετικού καθοδηγητή, του δικτάτορα την ώρα της δουλειάς» σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Λένιν. Η κρατικοποίηση των συνδικάτων (όχι χωρίς τριγμούς και χρόνιες αντιπαραθέσεις), το άνοιγμα στην ψαλίδα των μισθών, η εκτεταμένη στρατιωτικοποίηση της εργασίας και η δουλειά με το κομμάτι ήταν οι «εύκολες» απαντήσεις που δόθηκαν στα πραγματικά προβλήματα που έθετε ο πόλεμος, η διάλυση της βιομηχανίας και η ανάγκη εργασιακής πειθαρχίας.
Το σημαντικότερο θέμα που θίγεται επανειλημμένα είναι η «έκτακτη» στην αρχή και μόνιμη έπειτα περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Εκτός από το «άδοξο τέλος» της Συντακτικής Συνέλευσης που δεν ξανασυγκλήθηκε ποτέ, η σταδιακή κατάργηση των άλλων κομμάτων και η συγχώνευση του κράτους με το κόμμα απασχολεί τον συγγραφέα που βάζει τα ίδια τα γεγονότα να μιλούν.
Στις τελευταίες σελίδες του χρονικού επισημαίνεται με αφορμή το θάνατο του Λένιν, η δημιουργία μιας νέας δημόσιας μαζικής λατρείας με «όρκους πίστης» και τελετές που εκμεταλλευόμενες το γνήσιο πένθος των κομμουνιστών και του λαού συγκροτούσαν μια δεξαμενή νομιμοποίησης της νέας ηγετικής ομάδας. Αποκορύφωμα ήταν η ταρίχευση του σώματος του Λένιν.
Ο Γιάννης Χλιουνάκης στα «επιλεγόμενα» καταθέτει τις δικές του σκέψεις για τον πορεία και την κατάληξη του Οκτώβρη. Περνάει από την κριτική, τόσο διεισδυτική και προφητική, της Ρόζας Λούξεμπουργκ εκτενή, αποσπάσματα της οποίας παραθέτει στο τέλος, προσπαθεί να εξηγήσει τα «λάθη» και όχι να δικάσει, αναζητάει τις ρίζες των επιλογών τους στη διαχρονικότητά τους μέχρι σήμερα. Ξεχωρίζουν ως θεμέλια αυτών των επιλογών με τη γνωστή κατάληξη η αναγωγή του κόμματος από μέσο σε σκοπό και η αναγωγή του σοσιαλισμού και της οικοδόμησής του σε «επιστήμη».
Εκτός όμως από τις γόνιμες, κατά τη γνώμη μας, αυτές επισημάνσεις προχωράει και σε κριτικές διαφορετικής κατεύθυνσης. Προσάπτει στον Λένιν στενότητα και διχαστική λογική στη στάση του απέναντι στη πλειοψηφία του Τσίμερβαλντ που αποτελούνταν από ρεύματα εχθρικά στην επανάσταση όπως έδειξε η συνέχεια (ρώσοι μενσεβίκοι και γερμανοί καουτσκιστές). Καταδίκαζαν μεν τον πόλεμο χωρίς όμως να διαχωρίζονται από την ψήφιση των πολεμικών πιστώσεων και τη συμμετοχή στις κυβερνήσεις από το (γνωστό και στις μέρες μας) φόβο της απομόνωσης από τις μάζες σε αντίθεση με το Λένιν στις Θέσεις του Απρίλη. Απορρίπτει, σωστά κατά τη γνώμη μας, τη μεταφυσική ουσιοκρατία όσον αφορά την εργατική τάξη που υποτίθεται από τη φύση της στρέφεται αντικειμενικά προς την επανάσταση. Ωστόσο απορρίπτει ως εκκοσμικευμένη θεολογία και οποιαδήποτε ανάδειξη των συνολικών συμφερόντων της και της επιδίωξης επαναστατικής ενοποίησής της. Η αντίληψη αυτή του συγγραφέα δεν μπορεί παρά να καταλήγει σε ένα υποκείμενο χωρίς κέντρο βάρους και σε μια πολιτική που αρνείται να απαντήσει αποφασιστικά στα διλήμματα που θέτει η ίδια η αστική τάξη μην αφήνοντας πολλές επιλογές. Αυτή η αντίληψη δεν είναι καθόλου αιρετική συν τοις άλλοις. Η πραγματική ορθοδοξία, ιδίως στις μέρες μας, είναι ο σχετικισμός, η υπόκλιση στα ρεύματα της στιγμής και η απέχθεια προς τη στρατηγική και τους «σκοπούς». Οι σύγχρονοι ιερείς διακηρύσσουν με απόλυτη βεβαιότητα ότι υπάρχουν πολλές αποδεκτές επιλογές, πολλές πραγματικότητες και πολλές αλήθειες. Ας τους αμφισβητήσουμε.
Μπάμπης Συριόπουλος
Εμείς αρχίσαμε, ο πάγος έσπασε, ο δρόμος χαράχτηκε
Εκδόσεις ΚΨΜ
Η επετειακή έκδοση-αφιέρωμα των εκδόσεων ΚΨΜ για τα 100 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης έχει τίτλο «Εμείς αρχίσαμε… ο πάγος έσπασε… ο δρόμος χαράχτηκε» που συμπυκνώνει την κεντρική εκτίμηση του ίδιου του Λένιν, όταν στα τέσσερα χρόνια από την Επανάσταση του Οκτώβρη, εκφώνησε μια βαρυσήμαντη ομιλία, έναν δικό του απολογισμό για την πρώτη σοσιαλιστική επανάσταση στον κόσμο.
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρεις ενότητες, χρήσιμες τόσο για την κατανόηση των γεγονότων και των καμπών της ταξικής πάλης, για την επισκόπηση των σημαντικότερων στιγμών των επαναστατικών γεγονότων του 1917, όσο και των πολιτικών, θεωρητικών και ιστορικών ζητημάτων που καθόρισαν την εξέλιξη της επανάστασης.
Έτσι, στην πρώτη ενότητα υπάρχει ένα σύντομο -ουσιαστικό- χρονολόγιο των κύριων γεγονότων του έτους 1917 και 1918, ενώ ακολουθεί ένα πρωτότυπο και καλαίσθητο χρονολόγιο του Λ. Σαβέλιεφ με τον τίτλο «η Επανάσταση στιγμή προς στιγμή», όπου παρουσιάζονται οι δραματικές ώρες του τριήμερου 24, 25 και 26 Οκτώβρη στην επαναστατημένη Πετρούπολη. Η ενότητα αυτή συνοδεύεται με όμορφη εικονογράφηση του Ν. Λιάμιν.
Η δεύτερη ενότητα ξεκινάει με ένα πολύ σημαντικό κείμενο του ιστορικού Έντουαρντ Χ. Κάρρ που περιγράφει, ίσως με μοναδικό και άκρως παραστατικό τρόπο, την στιγμή της άφιξης του Λένιν στην Πετρούπολη τον Απρίλη του 1917 που ήταν σαφώς καθοριστική για την εξέλιξη των γεγονότων. Στο απόσπασμα αυτό από το πολύτομο και σπουδαίο έργο του Καρρ Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, η πολιτική και θεωρητική αντιπαράθεση μέσα στις γραμμές των επαναστατών για την εξέλιξη και την πορεία της εξέγερσης, τα διλήμματα, οι τακτικές και τα γεγονότα, αποκαθηλώνονται από τη σφαίρα μιας ευθύγραμμης και «τακτοποιημένης» αφήγησης της ιστορίας και φέρνουν στο προσκήνιο όλη τη ζωντάνια, το πάθος, τη δυσκολία και τη δραματικότητα της πραγματικής κίνησης των επαναστατών. Μάχες στις συνεδριάσεις των Σοβιέτ, πολύωρες κομματικές συνεδριάσεις των Μπολσεβίκων, αντιπαραθέσεις και άρθρα, δείχνουν μια πραγματική εικόνα για τα γεγονότα, χωρίς τη στατικότητα και τις «βεβαιότητες» της μετέπειτα επίσημης ιστοριογραφίας. Η ενότητα συνεχίζεται με τέσσερα κείμενα του Β.Ι. Λένιν. Τα δυο πρώτα αποτελούν τις δραματικές εκκλήσεις του προς το κόμμα των Μπολσεβίκων και τα Σοβιέτ να ξεκινήσουν την ένοπλη εξέγερση, περιγράφοντας γλαφυρά την μαρξιστική «τέχνη της επανάστασης». Ακολουθεί η εισήγηση του Λένιν στο πρώτο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς που πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα το 1919 με τίτλο «Θέσεις για την αστική δημοκρατία και την δικτατορία του προλεταριάτου», όπου συμπυκνώνεται η εμπειρία του Μπολσεβίκικου ρεύματος στην πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας. Ακολουθεί ο απολογισμός του ίδιου του Λένιν για την Οκτωβριανή Επανάσταση, μια βαρυσήμαντη ομιλία του στις 18 Οκτώβρη 1921 που σίγουρα αξίζει να διαβαστεί.
Η τρίτη ενότητα περιέχει σύγχρονα κείμενα. Το πρώτο του ιστορικού, καθηγητή του ΑΠΘ Γιώργου Μαργαρίτη με τίτλο «Τα προλεγόμενα μιας επανάστασης». Πως φτάσαμε από την «ωραία εποχή» της Ευρώπης σε έναν καταστροφικό Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και πως από τον πόλεμο στην πρώτη σοσιαλιστική επανάσταση; Στο κείμενο του δημοσιογράφου Νίκου Μπογιόπουλου αναφέρονται οι πρώτες πράξεις της εξουσίας των Σοβιέτ και τίθεται το ερώτημα: Εκατό χρόνια μετά, ήταν το 1917 πράγματι ένα βήμα μπροστά στην ιστορία της ανθρωπότητας; Η απάντηση είναι τεκμηριωμένη καταφατική, συνοδευόμενη από πολεμική στην αστική προσπάθεια και προπαγάνδα να εμφανιστούν ως μάταιες οι επαναστατικές προσπάθειες ή και να ταυτιστούν οι «έφοδοι στο ουρανό» με το φασισμό και τον ολοκληρωτισμό.
Η τρίτη ενότητα, μαζί με τον αναλυτικό πρόλογο-εισαγωγή του Δημήτρη Γκόβα, αναδεικνύει το γεγονός ότι η εποχή μας είναι εποχή κατά την οποία οι επαναστάσεις είναι απολύτως αναγκαίες και επίκαιρες. Όπως αναφέρεται και στον πρόλογο, «για να αναδείξουμε την κομμουνιστική προοπτική ως εναλλακτική στρατηγική του σήμερα, πρέπει να την αποσυνδέσουμε από αυτό που έγινε στο όνομά της», αλλά όχι αντιδιαλεκτικά, ούτε υποτασσόμενοι στην κυρίαρχη προπαγάνδα. Η κριτική στην Οκτωβριανή και τις άλλες επαναστάσεις γίνεται σήμερα από τα κυρίαρχα ιδεολογήματα για να επιβάλλουν το αστικό ΤΙΝΑ. Μια επαναστατική κριτική αντιμετωπίζει τις επαναστάσεις με τον τρόπο που έγραψε ο Μαρξ στην 18η Μπρυμαίρ, δηλαδή με αδιάκοπη κριτική και αυτοκριτική, μέχρι να φτάσουν στο τέλος τους. Πάντως, ο δρόμος της ανθρωπότητας από την προϊστορία προς την πραγματική της ιστορία έχει αρχίσει.
Αντώνης Ζήβας
Έτος Ένα της Ρωσικής Επανάστασης
Βίκτορ Σερζ
Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο
Μια πολύ σημαντική έκδοση, γεμάτη πολύτιμο ιστορικό υλικό για την οκτωβριανή επανάσταση αποτελεί το βιβλίο Έτος Ένα της Ρωσικής Επανάστασης, του γεννημένου στο Βέλγιο ρωσικής καταγωγής επαναστάτη Βίκτορ Σερζ (Βίκτορ Λβόβιτς Κιμπάλτσιτς). Το βιβλίο γραμμένο το 1925-28, με την τεκμηρίωση ιστορικού δοκιμίου αλλά και τη μαχητικότητα, ζωντάνια και πληρότητα σε καθημερινές πληροφορίες (σα να διαβάζεις εφημερίδα της εποχής) καλύπτει στις 600 σελίδες του τα γεγονότα από το ξέσπασμα της επανάστασης τον Οκτώβρη του 17 μέχρι τον Γενάρη του 19. Αποτελεί μια φλογερή αλλά όχι τυφλή υπεράσπιση της επανάστασης και του μπολσεβίκικου κόμματος (του «νευρικού συστήματος» της εργατικής τάξης), που παρέχει πλήθος πληροφοριών, που ακόμα και για αναγνώστες που έχουν διαβάσει για την πορεία της σοβιετικής εξουσίας παρέμεναν στο σκοτάδι. Η τοποθέτηση αυτή αποκτά μεγαλύτερη αξία καθώς ο συγγραφέας ήταν αναρχικός που εντάχθηκε στο νεαρό Κομμουνιστικό Κόμμα τον Μάη του 1919 (είχε φτάσει στη Ρωσία Γενάρη 1919), ενώ αργότερα τάχθηκε με τις απόψεις του Τρότσκι, διώχθηκε και φυλακίστηκε από το σταλινικό καθεστώς και κατέφυγε στη Γαλλία.
Το βιβλίο του Σερζ δεν περιέχει μεγαλοστομίες, ούτε αναφέρεται στον Οκτώβρη σαν ένα έπος, μια επανάσταση βγαλμένη «του κουτιού» από τα βιβλία. Απεναντίας, αναδεικνύει με πλήθος στοιχείων και ψύχραιμα επιχειρήματα, πως η επανάσταση ξεπήδησε μέσα από την ανάγκη της εργατικής τάξης («Μπροστά από τη μπολσεβίκικη αφίσα ο καταρρακωμένος λαός που περνούσε το δρόμο σταματούσε και αναφωνούσε, ‘’αυτό είναι’’. Ήταν ακριβώς η φωνή τους»), βρέθηκε όμως μπροστά σε ένα κυκεώνα προβλημάτων και αντιθέσεων, αντεπανάστασης αστών-μικροαστών και λευκής τρομοκρατίας από τις πρώτες κιόλας μέρες και μήνες, εισβολών και εθνικών αποσχίσεων, πείνας και οικονομικής κατάρρευσης, ένοπλης αντίθεσης των μη επαναστατικών σοσιαλιστικών κομμάτων, μεγάλων δυσκολιών με την αγροτιά, αλλά και πολύ σημαντικών διαφωνιών μέσα στο μπολσεβίκικο κόμμα, ειδικά μετά τη συμφωνία του Μπρεστ-Λιτόφσκ.
Ένα παράδειγμα από τα γεγονότα που δεν είναι πολύ γνωστά και καλύπτονται στο βιβλίο είναι η σοβαρή κρίση που εκδηλώθηκε στην ηγεσία των μπολσεβίκων, λίγες μόλις μέρες μετά την επιτυχημένη εξέγερση της 6-7 Νοέμβρη (24-25 Οκτώβρη με το παλιό ημερολόγιο). Καθώς η κατάσταση δεν είχε ξεκαθαρίσει ακόμα πανρωσικά, η Πετρούπολη ήταν απομονωμένη (τηλεγραφητές και σιδηροδρομικοί είναι εχθρικοί προς τους μπολσεβίκους) και στη Μόσχα γίνονται σκληρές μάχες, ένα μέρος των μενσεβίκων προτείνει κυβέρνηση σοσιαλιστικού συνασπισμού «όλων των σοβιετικών κομμάτων», με τα μισά χαρτοφυλάκια στους μπολσεβίκους (αλλά χωρίς τη συμμετοχή των Λένιν και Τρότσκι,) η οποία δεν θα είναι υπόλογη στα Σοβιέτ, αλλά σε ένα Εθνικό Συμβούλιο (με συμμετοχή και των Σοβιέτ) και το 60% στους μπολσεβίκους. Η ΚΕ των μπολσεβίκων απορρίπτει κατά πλειοψηφία την πρόταση, λέγοντας μάλιστα πως «θεωρεί προδοσία του προλεταριάτου κάθε προσπάθεια να εκχωρήσει την εξουσία που μας εμπιστεύτηκε βάσει του προγράμματός μας το Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ». Διαφωνούν και παραιτούνται από την ΚΕ (και από την κυβέρνηση όσοι ήταν Λαϊκοί Επίτροποι) οι Κάμενεφ, Ζηνόβιεφ, Ρίκοφ, Μιλιούτιν και Νόγκιν (οι δύο πρώτοι είχαν διαφωνήσει και με την κατάληψη της εξουσίας). «Στη μειοψηφία δόθηκε η επιλογή να υποταχθεί ή να εγκαταλείψει το κόμμα», γράφει ο Σερζ. Η απόφαση της ΚΕαναφέρει: «Ένα σχίσμα θα ήταν δυστύχημα. Αλλά ένα ανοικτό και έντιμο σχίσμα θα ήταν άπειρα προτιμότερο από το σαμποτάρισμα παραμένοντας μέσα στο κόμμα, την αδυναμία εφαρμογής των αποφάσεών μας και τη συνθηκολόγηση. Δεν αμφιβάλουμε ούτε για ένα λεπτό ότι εάν παρουσιάσουμε στις μάζες τις διαφορές μας οι επαναστάτες εργάτες, στρατιώτες και αγρότες θα υποστηρίξουν την πολιτική μας ανεπιφύλακτα» (17 Νοέμβρη 1917).
Τη επομένη δημοσιεύθηκε στην Πράβντα «Γράμμα στους συντρόφους» με υπογραφή Γ. Ζηνόβιεφ, που έλεγε πως αφού οι μενσεβίκοι και οι εσέροι είχαν απορρίψει τους όρους των Σοβιέτ αποσύρει την παραίτησή του από την ΚΕ καλώντας τους αντιπολιτευόμενους συντρόφους του να κάνουν το ίδιο. «Προτιμάμε να κάνουμε λάθη μαζί με τα εκατομμύρια των εργατών και στρατιωτών και να πεθάνουμε δίπλα τους, παρά να αποκοπούμε από την ιστορία αυτή την αποφασιστική στιγμή».
«Σε όλη την ιστορία του εργατικού κινήματος δεν γνωρίζουμε καμιά κρίση που να επιλύθηκε τόσο απλά και τόσο λογικά. Ακόμα μια φορά φάνηκαν καθαρά τα μεγάλα προτερήματα του μπολσεβίκικου κόμματος: η συλλογική σκέψη, η πειθαρχία του, το υψηλό ηθικό του, η εξονυχιστική εξέταση των διαφορών, η ασημαντότητα του ατομικού εγωισμού των αγωνιστών του, η βαθειά αφοσίωση στην εργατική τάξη και την οργάνωση», γράφει ο Σερζ.
Γιάννης Ελαφρός