της Μαριάννας Τζιαντζή
Πολλά φαρμακερά σχόλια εμφανίστηκαν στα σόσιαλ μίντια για τον Λουκά Παπαδήμο και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, όμως αυτά δεν είναι τίποτα μπροστά στο τρελό γλέντι που είχε στηθεί το 2013 στους δρόμους του Λονδίνου και άλλων βρετανικών πόλεων, όταν μαθεύτηκε ότι πέθανε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Σαμπάνιες, τραγούδια και χοροί, συνθήματα όχι και τόσο κολακευτικά για την 87χρονη πολιτικό. Και με μαζική συμμετοχή.
Κατανοητή αυτή η μορφή χουλιγκανισμού, εφόσον η Σιδηρά Κυρία ρήμαξε ζωές και μισήθηκε για τον δημόσιο βίο της. Λαϊκές και αυθόρμητες ήταν εκείνες οι εκδηλώσεις, ταυτόχρονα όμως εξέφραζαν έναν πολιτικό πρωτογονισμό και λειτούργησαν εκτονωτικά. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν ηττήθηκε, όμως μια κορυφαία και τα τελευταία χρόνια παροπλισμένη εκπρόσωπός του υπέκυψε στο γήρας.
Κανείς τότε δεν επέκρινε τους Βρετανούς για λαϊκισμό ή επειδή τάχα καλλιεργούν το μίσος που ευνοεί την τρομοκρατία. Καμία εισαγγελική έρευνα δεν διεξήχθη κατά των «μη λυπημένων». Κανείς δεν μίλησε για «εθνικό διχασμό» ανάμεσα σε όσους πανηγύριζαν και όσους σιωπούσαν. Σήμερα όμως θεωρείται ανορθογραφία η μη γονυκλισία μπροστά στον «μεγάλο» ή η αναφορά στη δολοφονία του Τεμπονέρα ενώ ακόμα και η χρήση της λέξης «αποστασία» θεωρείται μη πολιτικά ορθή. Αντ’ αυτής προτιμάται ο ευφημισμός «αποχώρηση» ή «μετακίνηση» από την Ένωση Κέντρου.
Αυτό που συντελείται τις τελευταίες ημέρες από όλα σχεδόν τα ΜΜΕ, δεν είναι μόνο μια εκστρατεία αγιοποίησης του κρητικού πολιτικού, αλλά μια εκστρατεία ιστορικής λήθης. Μια εκστρατεία που επιδιώκει να ποινικοποιήσει τη διαφορετική πολιτική άποψη – και όσο πιο άτεχνα και άκομψα διατυπώνεται αυτή η άποψη, τόσο η εκστρατεία αυτή ευνοείται.