ΑΛΕΚΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
Η επιθετική στάση Δεξιάς και Ακροδεξιάς
Γιατί αντέδρασαν και αντιδρούν, σε κάθε ανάλογη στιγμή, έτσι; Ειδικά σε αυτή τη φάση, αφού το εργατικό κίνημα είναι σε οπισθοχώρηση, αφού η επαναστατική Αριστερά έχει περιορισμένη πολιτική απήχηση, τότε γιατί η Χρυσή Αυγή και από κοντά η ΝΔ ξαναστήνουν στον τοίχο τον Μπελογιάννη; «Το σπίτι του θα το γκρεμίσουμε για μην θυμίζει τα εγκλήματα του Κομμουνισμού», δηλώνει δια του βουλευτή της Ηλιόπουλου στη Βουλή η Χρυσή Αυγή. Χθες ο κ. Τσίπρας, είπε ο νεοναζί βουλευτής, ευρισκόμενος με την πλάτη στον τοίχο, εγκαινίασε ένα μουσείο για τον Μπελογιάννη, «για τον αρχισφαγέα του κομμουνιστικού κόμματος». Απασφαλίζει η νεοναζιστική οργάνωση. «Ο Αλέξης Τσίπρας επιλέγει, ως γνήσιος εκφραστής μετεμφυλιακών συμπλεγμάτων, να υμνήσει έναν πρωταγωνιστή των ετών του διχασμού, πιστός στην επαίσχυντη και εκδικητική συνθηματολογία του ακροατηρίου του “ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, Μελιγαλάς’’ » συμπληρώνει από κοντά η ΟΝΝΕΔ απευθυνόμενη κυρίως, όχι μόνο, στη νεολαία.
Είναι η στιγμή που οι δυο παρατάξεις, η ΝΔ και η Χρυσή Αυγή, κάθεται η μια δίπλα στην άλλη με κοινά χρώματα και διαφορετικές αποχρώσεις.
Η στάση της ΝΔ και της Χρυσής Αυγής πηγάζει από το γεγονός πως οι ίδιοι γνωρίζουν πως η πολιτική που ακολουθούν, συνολικά η οικονομική και κοινωνική κατάσταση του συστήματος που υπηρετούν, κυριαρχείται από αβεβαιότητες και οξυνόμενες ανισορροπίες. Πηγάζει από την επίγνωση πως οι όροι οπισθοχώρησης του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις και τις δυνατότητες ανασυγκρότησης τους. Φυσικά οι συσχετισμοί εξακολουθούν να αναπτύσσονται σε όφελος της αστικής πολιτικής. Αλλά δίχως πλέον το δυναμισμό των τελευταίων δεκαετιών του περασμένου αιώνα.
Οι συσχετισμοί εξακολουθούν να είναι αρνητικοί για το εργατικό κίνημα, τη μαχόμενη Αριστερά και δη την επαναστατική. Αλλά ο Ν. Μπελογιάννης συμπυκνώνει όχι μόνο τη γνώση της πραγματικότητας και των συσχετισμών της. Αντιπροσωπεύει αυτή την αποφασιστικότητα που βασίζεται κυρίως στην επίγνωση της Ανάγκης για να αλλάξουν οι συσχετισμοί υπέρ του εργατικού και λαϊκού παράγοντα. Και ακριβώς γι αυτό, στην πιο δύσκολη ώρα, παραμένει πιστός ή μάλλον ατίθασος και ερωτευμένος με τη «λαϊκή υπόθεση».
Γι αυτό και οι κληρονόμοι της δολοφονίας του τον ξαναστήνουν στον τοίχο.
Ο Νίκος Μπελογιάννης και ο θρύλος του επικοινωνεί με το σήμερα. Γιατί ο Ν. Μπελογιάννης είναι ο ίδιος αλλά και ο θρύλος του που έπλασε ο λαός. Ο θρύλος που πλάθεται και αναπλάθεται από τις μισο – συνειδητοποιημένες ή και τις βαθύτερες ανάγκες του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας για την υπέρβαση στο σήμερα των ανεπαρκειών και των ηττών του χθες.
Ο Μπελογιάννης εκφράζει την ανυπότακτη στάση
και όχι την προσαρμογή στην εθνική ομαλότητα
Το ουσιαστικό αίτημα που έβαλε ο Μπελογιάννης ήταν το αίτημα μιας νέας επαναστατικής πορείας για το ανεκπλήρωτο αίτημα μιας χωρίς όρια ελεύθερης κοινωνίας
Ο Α. Τσίπρας, πιστός ακόλουθος των κατά καιρούς λαθραίων υμνητών του Μπελογιάννη, επιχειρεί να τον φυλακίσει στα δικά του μίζερα πλαίσια μιας άσφαιρης, προγραμμένης και δίχως μάσκα χρεοκοπημένης διαπραγμάτευσης εντός της μπόχας των κτιρίων του αντιλαϊκού μηχανισμού που ακούει στο όνομα Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποιον, τον Μπελογιάννη. Αυτόν που καθώς τον οδηγούσαν στο απόσπασμα τα τελευταία λόγια που είπε ήταν «Πάμε για καθαρό αέρα». Ταυτόχρονα επιχειρεί να περιορίσει τον Μπελογιάννη στα όρια της αστικής ομαλότητας και της εθνικής συνεννόησης. «Αυτό που διεκδίκησε, όμως, για λογαριασμό ολόκληρου του λαού, ήταν το δικαίωμα να επιστρέψει ο τόπος σε συνθήκες δημοκρατικής ομαλότητας… Ο Νίκος Μπελογιάννης αλλά και εκατοντάδες άλλοι ‘’Μπελογιάννηδες’’ εκτελέστηκαν όχι διότι ήταν κίνδυνος για τη χώρα, αλλά μόνο και μόνο για να τορπιλιστεί κάθε προοπτική πολιτικής και εθνικής συνεννόησης, μετά τα χρόνια του εμφυλίου», τόνισε στην ομιλία του ο κ. Τσίπρας.
Ο Μπελογιάννης όμως ταυτίζεται όχι με την προσαρμογή και την εθνική αλά Τσίπρα συνεννόηση αλλά με κάθε λαϊκή ανυπότακτη συνείδηση και πράξη, με την ίδια την αυταπάρνηση και την αφοσίωση στο συλλογικό περιπετειώδη αγώνα για κοινωνική απελευθέρωση. Το ουσιαστικό αίτημα που έβαλε η απολογία και η συνολική στάση του Μπελογιάννη ήταν το αίτημα μιας νέας επαναστατικής πορείας για το ανεκπλήρωτο αίτημα μιας χωρίς όρια ελεύθερης κοινωνίας, που έχει ανάγκη ο σύγχρονος άνθρωπος. Γι αυτό και ο Μπελογιάννης πέφτει αλλά δεν σκύβει, δεν προσκυνά. Και ακριβώς γι αυτό δεν φυλακίζεται. Και είναι αυτό που «διαφεύγει» του Α. Τσίπρα.
Οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί ήταν και τότε, στην κυριολεξία, καταθλιπτικοί. Οι άνθρωποι ζουν στον πραγματικό χρόνο. Σε αυτόν τον ανήλεο χρόνο τα παιδιά πρέπει να τρώνε την ίδια περίπου ώρα, να ντύνονται, να αμείβονται, να μεγαλώνουν, να επιζούν και να ζουν. Αυτή η πραγματικότητα της πείνας, της επιβίωσης και της ζωής επικάλυπτε τότε τις ιδέες της εθνικής αντίστασης και της δίκαιης κοινωνίας μιας λαοκρατικής Ελλάδας. Οι ιδέες αυτές επιζούσαν πλέον στην παρανομία.
Ο Ν. Μπελογιάννης πάει κόντρα σε αυτήν την επικάλυψη των βαθύτερων βουλήσεων των ανθρώπων του μόχθου. Πάει κόντρα και με τη κυρίαρχη στάση των λαϊκών δυνάμεων με το «να ζήσω σήμερα και βλέπουμε». Συγκρούεται με τον καιρό του. Ταυτόχρονα όμως, αυτή του η ως τα ακρότατα όρια της αυταπάρνησης στάση του να παραμένει με το κεφάλι ψηλά, επικοινωνεί με την άλλη, την αθέατη πλευρά της σκέψης τόσο των σπουδαίων κοινωνικών αγωνιστών που εξακολουθούν να μη το βάζουν κάτω όσο και αυτών που νοιώθουν πως δεν πάει άλλο, αλλά δεν βλέπουν πώς μπορεί να πάει αλλιώς. Με την άλλη πλευρά της σκέψης που παραμονεύει για να δει, κι ας μη το βλέπει ακόμα, το πώς μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα.
Αυτή είναι η παραδειγματική επικοινωνία του Μπελογιάννη και του θρύλου του με το σήμερα. Γιατί ο Ν. Μπελογιάννης είναι ο ίδιος αλλά και ο θρύλος του που έπλασε ο λαός. Ο θρύλος που πλάθεται και αναπλάθεται από τις μισο – συνειδητοποιημένες ή και τις βαθύτερες ανάγκες του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας για την υπέρβαση στο σήμερα των ανεπαρκειών και των ηττών του χθες.
Οι αναλογίες με το σήμερα είναι εμφανείς.
Η Ιστορία γενικότερα μπορεί να δράσει, υπό προϋποθέσεις, ως καταλύτης για μια νέα ταυτότητα και αυτοπεποίθηση της ανατρεπτικής Αριστεράς και των μαχόμενων λαϊκών δυνάμεων. Η Ιστορία, αυτή η δύσκολη υπόθεση, είναι μια μάχη όχι για το χθες αλλά για το παρόν και το μέλλον των κοινωνιών. Ο Ν. Μπελογιάννης επομένως πρέπει να πάψει να υπάρχει, τα σύμβολα αγώνα της λαϊκής μνήμης πρέπει να κατεδαφιστούν, τα ίχνη τους να εξαλειφθούν ει δυνατόν δια παντός.
Αυτή είναι η Χρυσή Αυγή.
Η στάση της στη υπόθεση Μπελογιάννη εκφράζει όχι τις περιθωριακές αστικές δυνάμεις, αλλά τους μύχιους πόθους του κεντρικού τους πυρήνα.
Την ημέρα απότισης τιμής από τη Βουλή βρήκε ο εκπρόσωπος της ΝΔ, Κ. Τζαβάρας, για να μιλήσει για «ήρωες και κακοποιούς!!!» που «υπήρξαν από όλες τις πλευρές» για το «παρακράτος» και όχι το κράτος που τουφέκισε, για «ένα λαμπρό ήρωα της παράταξής του που μέσα από τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία της Βουλής εμφανίζεται (δεν είναι) ως ήρωας της Δημοκρατίας».
Αν η εξαφάνιση των Μπελογιάννηδων δεν είναι δυνατή, που δεν είναι, τότε ας τους εξισώσουμε, ας τους αλλάξουμε και ας τους απαλλάξουμε από κάθε τι το ανυπότακτο, το κοινωνικά απελευθερωτικό.
Αυτή είναι η ΝΔ και όχι μόνο.
Η μέθοδος είναι γνωστή. Η πλούσια εμπειρία μετατροπής των αγωνιστών των μεγάλων κοινωνικών και πολιτικών αναμετρήσεων σε ακίνδυνες μούμιες έχει ορισμένα, όχι ευκαταφρόνητα, αποτελέσματα. Αυτό ακριβώς είναι το νόημα και το νήμα που συνδέει τους ποικιλώνυμους διαχειριστές της υπόθεσης Μπελογιάννη όλων των εποχών και όλων των τάσεων που χρόνια τώρα καλύπτουν με τη σιωπή, τη διαστρέβλωση, την κομματική καπηλεία και την εικονολατρία τα πραγματικά γεγονότα και τη δυναμική τους. Το ΚΚΕ παραβρέθηκε στην εκδήλωση και σωστά έφυγε όταν μίλησε ο πρωθυπουργός. Σωστά παρέδωσε στο μουσείο το όπλο και τα γάντια του αγωνιστή. Αλλά, αφού τα έδειξε η TV, τα πήρε για να τα επιστρέψει, συμβολικά, στα γραφεία. Δίπλα στις κομματικές αποφάσεις – άρνηση ακριβώς της πολιτικής στάσης του Μπελογιάννη.
Τι να πει κανείς;
Η στάση του Ν Μπελογιάννη ανήκει τελικά, θα γράψει ο Κ. Τζιαντζής το 1995, «στο μεγάλο και πάντα ανυπότακτο κόμμα της ιστορίας, στο διεθνές και διαχρονικό ‘’κόμμα’’ της τάξης, που το κτίζει κυρίως με τα ίδια της τα χέρια, που το κρατάει πάντα ζωντανό και γεννάει τελικά τις επαναστατικές μορφές που έχει ανάγκη η βασανιστική πορεία της προς την ελευθερία».