του Διονύση Ελευθεράτου
Εκ των προτέρων υπογραμμίζουμε ένα στεντόρειο «τηρουμένων των αναλογιών», ώστε να καταστεί λελογισμένη η υπερβολή του συνειρμού μας: Πριν από χρόνια προβλήθηκε στην ελληνική τηλεόραση ντοκιμαντέρ για τη ναζιστική κατοχή, κάπου στη Σοβιετική Ένωση. Η μικρή ταινία μεταξύ άλλων κατέγραφε έναν αξιωματικό των ναζί, που εκσφενδόνιζε ελάχιστες ποσότητες τροφίμων στους «μαντρωμένους», στοιβαγμένους, πεινασμένους αιχμαλώτους. Εκείνοι έτρεχαν να προλάβουν, να πιάσουν το «μάνα» (όχι το εξ ουρανού, αλλά το εξ εχθρού), ενώ η γερμανική κάμερα μαρτυρούσε τη θλιβερή τους θέση.
Μπορεί να ήταν ιδέα μας, αλλά ο αξιωματικός φαινόταν να περιπαίζει τα θύματα, προσποιούμενος ότι θα ρίξει το φαγητό σε κατεύθυνση διαφορετική, από αυτήν την οποία –τελικά– επέλεγε. Η εικόνα των αιχμαλώτων που κινούνταν πότε από εδώ και πότε από εκεί, πασχίζοντας να μαντέψουν το σημείο της ρίψης, αλλά και να προλάβουν τους διπλανούς, λειτουργούσε ως υπογράμμιση του εξευτελισμού τους.
Συγγνώμη, αλλά κάτι ανάλογο μας φέρνει στο νου η εισαγωγή της περιβόητης «Black Friday» στην Ελλάδα των διαδοχικών μνημονίων, της εκτεταμένης ανέχειας, της θηριώδους ανεργίας. Σύμφωνοι, οι διαφορές είναι σημαντικές. Άλλο ο αξιωματικός των ναζί, άλλο κάποιο σύγχρονο φωτεινό πολυκατάστημα. Άλλη η αιχμαλωσία σε καιρό κατοχής, άλλη η οικειοθελής «σαρδελοποίηση» της «Black Friday». Κι ασφαλώς, άλλη είναι η προπαγανδιστική κεντρική ιδέα: Οι ναζί χρησιμοποιούσαν αυτές τις εικόνες για να δείξουν ότι φιλοδοξούσαν να υποδουλώσουν αναξιοπρεπείς υπανθρώπους (λες και ένας βασανισμένος από πείνα «Άρειος» θα λειτουργούσε αλλιώς), οι οποίοι άξιζαν ελάχιστο οίκτο και καθόλου σεβασμό. Σήμερα ο πελάτης της «Black Friday» είναι εξ ορισμού «σεβαστός», φθάνει ο ίδιος να σέβεται όσο …λίγο χρειάζεται τον εαυτό του, τον διπλανό του, τους εργαζόμενους των καταστημάτων, τα οποία προσφέρουν –εκτάκτως– φθήνια.
Όσο για τις ομοιότητες, αυτές φαντάζουν ευκόλως αντιληπτές, για λόγους που περιστρέφονται κατά βάση γύρω από την έννοια της αιχμαλωσίας. Διότι εάν σε κάποια «συνηθισμένη» χώρα η «Black Friday» αναδεικνύει εν πολλοίς τον «καταναλωτικό παροξυσμό», σε μία κοινωνία όπως είναι η ελληνική, έπειτα από μια εξαετία «δημοσιονομικής προσαρμογής», αυτή που κυρίως θριαμβεύει είναι η σύζευξη της ανάγκης με την ευκαιρία. Μόνιμη η πρώτη, στιγμιαία η δεύτερη.
Σαφής, λοιπόν, η προτροπή: Ελάτε, τρέξτε, στριμωχτείτε, εν ανάγκη τσακωθείτε. Διότι, αν κατά την «μαυροπαρασκευή» πέφτουν μπουνιές και κλοτσιές π.χ. στη Νέα Υόρκη, πώς θα μπορούσαμε εμείς, στην Ελλάδα να αγνοήσουμε και την παραμικρή υποδιαίρεση ευκαιρίας; Ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε; Τι διάολο, δεν σκεφτόμαστε καν «στρατηγικά»; Μα αν σνομπάρουμε την ευκαιρία, την προσφορά, θα νομίσουν και οι «θεσμοί» ότι απέχουμε ακόμη κάμποσο από «το αμήν». Κι αυτό θα ήταν ασύμφορο εν καιρώ «διαπραγμάτευσης», δεν θα ήταν;
Εμπρός, λοιπόν. Τρέξτε, τσαλαπατηθείτε ― είναι κι αυτό μια συμβολική συμπύκνωση του πάντα βολικού «κοινωνικού αυτοματισμού». Ποδοπατηθείτε. Και με την ευκαιρία, έτσι όπως κυνηγάτε τη δική σας «ευκαιρία», ποδοπατήστε και άλλα, ποδοπατήστε και άλλους. Π.χ., τις ελπίδες των μικρών μαγαζιών. Τα δικαιώματα των εργαζομένων, που αν χρειαστεί θα πρέπει να μάθουν και την «τέχνη» του σεκιουριτά ή του διαιτητή σε αγώνες κατς. Είναι κι αυτός ένας τρόπος πριμοδότησης της «δια βίου εκπαίδευσης»: Να μάθει ο πωλητής να χωρίζει συμπλεκόμενους και ο ταμίας να ανακηρύσσει το νικητή που θα πάρει το φθηνό τάμπλετ. Ε, ψιτ, κύριε… Νομίζεις ότι σ’ έχουμε ταμία μόνο για να πατάς πλήκτρα τη μηχανή; Σε κουράζει δηλαδή να μετράς –μόνος σου– μέχρι το δέκα, την ώρα που ο ένας πελάτης έχει «βάλει πλάτη» τον άλλον;
«Black Friday», λοιπόν… Ποιος ξέρει, ίσως η επέκταση του «θεσμού» να έδινε και μία λύση στο πρόβλημα της «αριστερής» κυβέρνησης, που σπαράζει η ψυχή της όταν την κοινωνία κατασπαράζει η μνημονιακή πολιτική της. Ω, ναι, γιατί όχι; Μια- δυο «μαυροπαρασκευές» το χρόνο, σε κάθε τομέα, θα μπορούσαν να καταστήσουν εμφανές το «ταξικό πρόσημο». Να διαλέξουμε, βρε αδελφέ, μια Παρασκευή, κατά την οποία όσοι συνταξιούχοι κατορθώσουν να φθάσουν έως τα ταμεία των τραπεζών θα λαμβάνουν (οι τυχερούληδες!) κατ’ εξαίρεση το μισό ποσό του καταργηθέντος ΕΚΑΣ συν κάτι ψιλά από την παλιά επικουρική. Αφήστε που η μάχη «της μαγκούρας», για το ποιοι θα φθάσουν μέχρι τα ταμεία, ενδέχεται να συμβάλλει στη μείωση του αριθμού των δικαιούχων…
Γιατί όχι; Καλή θα ήταν και μια «μαυροπαρασκευή» στις λαϊκές αγορές, άντε, εν ανάγκη ίσως με έκτακτη, σιωπηρή ενίσχυση των παραγωγών από το κράτος. Τα οφέλη θα ήταν πολλαπλά. Συν τοις άλλοις θα είχε και η Θεανώ Φωτίου την ευκαιρία να φωνάξει τρισευτυχισμένη «το’ παμε και το κάνουμε, προστατεύουμε τους κοινωνικά αδύνατους». Τη φανταζόμαστε, κατόπιν, να τραγουδά με πάθος για τα σύγχρονα, «ρεαλιστικά», «αριστερά» οράματα: «Αβάντι μπρόκολο»…
ΥΓ: Στο ντοκιμαντέρ που αναφέραμε στην αρχή του σημειώματος, αν σωστά θυμόμαστε, οι ναζί τελικά εκτέλεσαν τους αιχμαλώτους. Εκείνοι, βλέπετε, ως αιχμάλωτοι δεν είχαν επιλογή, ούτε δυνατότητα να καθορίσουν τη μοίρα τους. Να αποδεχθούμε ότι δεν την έχουμε κι εμείς; Πολύ δεν πάει;