του Κώστα Μάρκου
Όλα δείχνουν ότι οι εντατικές συνομιλίες για τη «λύση» του Κυπριακού κινούνται προς ένα αντιδραστικότερο «σχέδιο Ανάν», στην κατεύθυνση της δημιουργίας μιας «Συνομοσπονδίας» δυο «συνιστώντων κρατών», στενά εξαρτώμενων από τις αστικές τάξεις Τουρκίας και Ελλάδας, κάτω από αμερικανοβρετανική επικυριαρχία, σε συμφωνία με την ΕΕ και στο έδαφος της οξύτατης ενδοϊμπεριαλιστικής, στρατιωτικής σύγκρουσης στην ενεργειακή ζώνη της Μέσης Ανατολής.
Με Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του, το ΚΚΕ καταδικάζει αυτή την προδιαγραφόμενη, επικίνδυνη «λύση» του Κυπριακού. Το κύριο στοιχείο της Απόφασης είναι ότι αλλάζει τη θέση δεκαετιών του ΚΚΕ για «διζωνική δικοινοτική Ομοσπονδία» –η οποία ήταν θέση και του ΑΚΕΛ, όπως και τμημάτων της ελληνικής και ελληνοκυπριακής αστικής τάξης–εκτιμώντας σωστά ότι οδηγεί στην έμπρακτη νομιμοποίηση της τουρκικής εισβολής-κατοχής και στον εθνοτικό διαχωρισμό των εργαζομένων της Κύπρου, ανοίγοντας το δρόμο για την τελική διχοτόμηση του νησιού. Και τάσσεται, πλέον, υπέρ της θέσης για «Κύπρο Ενιαία» που σημαίνει, όπως αναφέρεται, «Ενιαία Κρατική Συγκρότηση: Ένα κράτος και όχι δύο κράτη». Το συμβιβασμένο ΑΚΕΛ αντέδρασε δημόσια σε αυτή την αλλαγή. Η αλλαγή αυτή αποτελεί θετική εξέλιξη, που μπορεί να βοηθήσει τη λαϊκή πάλη στην Κύπρο, την Ελλάδα και την Τουρκία και η οποία πλησιάζει τις θέσεις του ΝΑΡ και της επαναστατικής Αριστεράς. Ωστόσο, η ΚΕ δεν κάνει καμία αυτοκριτική για την προηγούμενη λαθεμένη θέση δεκαετιών του ΚΚΕ για «διζωνική δικοινοτική Ομοσπονδία» και για τις αρνητικές επιπτώσεις της στο εργατικό λαϊκό κίνημα. Η νέα θέση του εμφανίζεται να προκύπτει μόνο ως κριτική όλων των άλλων. Μάλιστα, με κάποια αλαζονεία και με ορισμένη παραχάραξη της ιστορίας, η Απόφαση αναφέρει ότι «το ΚΚΕ ήταν η μοναδική πολιτική δύναμη στην Ελλάδα που καταδίκασε αποφασιστικά και καθαρά το σχέδιο Ανάν», όταν είναι γνωστό σε όλους ότι το ίδιο έκανε τότε το ΝΑΡ, το ΜΕΡΑ και άλλες δυνάμεις.
Ταυτόχρονα, η παραπάνω θετική αλλαγή στάσης του ΚΚΕ συνοδεύεται από ένα σοβαρό λάθος: τη στάση απέναντι στο κομβικό και περίπλοκο εθνικό ζήτημα της Κύπρου. Η Απόφαση της ΚΕ «εκφράζει την αναγκαιότητα της ενιαίας οργάνωσης και της κοινής πάλης της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων της Κύπρου, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, Αρμενίων, Λατίνων και Μαρωνιτών, ενάντια στην αστική τάξη, ενάντια στην ΕΕ, στο ΝΑΤΟ». Με «δικαίωμα στην ελεύθερη διακίνηση, εγκατάσταση και διαμονή», «να μιλούν τη γλώσσα τους» και «στις θρησκευτικές επιλογές και πολιτιστικές παραδόσεις». Η τοποθέτηση αυτή υποβαθμίζει καθοριστικά τη θέση, τα δικαιώματα και το ρόλο της τουρκοκυπριακής κοινότητας στο «ενιαίο κράτος». Ο πληθυσμός της Κύπρου αποτελείται βασικά από δυο εθνότητες, την πλειοψηφική ελληνοκυπριακή (γύρω στις 560.000) και τη μειοψηφική αλλά ισχυρή τουρκοκυπριακή (κοντά στις 200.000), μαζί με ορισμένες άλλες, πολύ μικρές, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες (μαρωνίτες, λατίνοι, αρμένιοι κ.α.). Είναι ολοφάνερο ότι η θέση για το «εθνικό ζήτημα» και ειδικά για τη σχέση ανάμεσα στην πλειοψηφική ελληνοκυπριακή «κοινότητα» και στην ισχυρή μειοψηφική τουρκοκυπριακή, αποτελεί κομβικό ζήτημα του Κυπριακού. Η τοποθέτηση από την ΚΕ του ΚΚΕ, της τουρκοκυπριακής κοινότητας στην «ίδια σειρά» με πολύ μικρές μειονότητες αποτελεί από μόνη της δείγμα βαθιά λαθεμένης ιεράρχησης.
Όταν, σήμερα, προτείνεις «Ενιαία Κρατική Συγκρότηση» στην Κύπρο, δεν αρκεί να τοποθετείσαι μόνο για τον ταξικό αγώνα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων ή για τη συγχώνευση των εθνών στη μελλοντική αταξική κοινωνία της «κοινωνικοποίησης». Πρέπει να αναγνωρίζεις τη θέση της εθνοτικής τουρκοκυπριακής «κοινότητας», να κατοχυρώνεις συνταγματικά και πρακτικά το ρόλο και τα πολιτικά δικαιώματά της, ώστε να ενοποιείται εθελοντικά με την πλειοψηφική ελληνοκυπριακή εθνότητα, αλλά και να προστατεύεται από αυτήν, στα πλαίσια του ενιαίου κράτους. Διαφορετικά, δεν μπορεί να υπάρξει ενιαίο κράτος. Αυτή η οπτική είναι η οπτική του Λένιν, είναι ταξική και διεθνιστική. Το παραπάνω λάθος της ΚΕ του ΚΚΕ επιτρέπει σε ορισμένες εθνικιστικές αστικές ελληνοκυπριακές δυνάμεις να «χαίρονται» για τη νέα θέση του. Ο πληθυσμός της Κύπρου, επίσης, αποτελείται από ένα σημαντικό αριθμό τούρκων εποίκων στα Κατεχόμενα (80-90.000) και από έναν μεγάλο αριθμό μεταναστών στα ελεύθερα εδάφη (περίπου 300.000). Για το ζήτημα των εποίκων η ΚΕ του ΚΚΕ τάσσεται υπέρ της «αποχώρησης παίρνοντας υπόψη ανθρωπιστικά και κοινωνικά κριτήρια», μια θέση που φαίνεται πως κατανοεί καλύτερα το σημαντικό, αλλά και περίπλοκο αυτό ζήτημα. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να ληφθεί υπόψη και η θέση των μεταναστών. Γενικά, η ηγεσία του ΚΚΕ, στο όνομα του διεθνισμού και του ταξικού ζητήματος, υποτιμά το οξύ εθνικό ζήτημα στη νέα εποχή, συσκοτίζει τη σχετική αυτοτέλειά του.
Μια ταξική, διεθνιστική και επαναστατική θέση, σήμερα, αγωνίζεται για μια Κύπρο ενιαία, ανεξάρτητη, κοινωνικά δίκαιη και αντιιμπεριαλιστική, με μια κρατική κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα. Με αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής, χωρίς ξένες βάσεις, εγγυήτριες δυνάμεις και άλλους στρατούς (ελληνικό, βρετανικό, ευρωπαϊκό κ.α.), έξω από ΝΑΤΟ και ΕΕ. Με αναγνώριση της εθνοτικής «διπλής φύσης» του ενιαίου κράτους, κατοχύρωση των δικαιωμάτων και του ρόλου ειδικά της τουρκοκυπριακής «κοινότητας», αλλά και όλων των μικρότερων μειονοτήτων.