του Γιώργου Δελαστίκ
Πώς γίνεται να πετάς εκτός κυβέρνησης τον Νίκο Φίλη, ο οποίος εκλέχτηκε δεύτερος στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα με μόλις τέσσερις ψήφους λιγότερες από τον πρώτο; Πώς γίνεται να διατηρείς, έχοντας διαπράξει το προηγηθέν πολιτικό έγκλημα, ως υπουργό Επικρατείας τον Αλέκο Φλαμπουράρη, ο οποίος βγήκε στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ …41ος; Κι όμως και τα δύο αυτά τα διέπραξε ο Αλέξης Τσίπρας, αποδεικνύοντας ότι γράφει το κόμμα του εκεί που δεν πιάνει μελάνι! Δεν είναι μόνο ο Μητσοτάκης που περιφρονεί βαθύτατα τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι και ο ίδιος ο αρχηγός του!
Στο 47μελές νέο κυβερνητικό σχήμα, τα 15 είναι νέα πρόσωπα που συμμετέχουν για πρώτη φορά στην κυβέρνηση. Μάλιστα και οι 4 από αυτούς προωθήθηκαν κατευθείαν σε θέση υπουργού. Όντως δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός «δομικός ανασχηματισμός». Για να μπουν αυτοί οι 15 νέοι υπουργοί, αναπληρωτές και υφυπουργοί, ο πρωθυπουργός «έφαγε» 11 «παλιούς» υπουργούς, αναπληρωτές και υφυπουργούς. Πέρα από το Νίκο Φίλη, ο Τσίπρας «έφαγε» και τους Αλεξιάδη, Μπαλτά, Πελεγρίνη, Ξυδάκη, Μάρδα, Δρίτσα, Παρασκευόπουλο, Αναγνωστοπούλου, Τζάκρη και Μπόλαρη. Το τελικό αποτέλεσμα σηματοδοτεί πάντως ότι η νέα κυβέρνηση Τσίπρα θα ακολουθήσει σαφώς πιο δεξιά πολιτική από την προηγούμενη. Ο πρωθυπουργός λόγου χάρη απαλλάχτηκε από την ενοχλητική παρουσία του Πάνου Σκουρλέτη στο υπουργείο Ενέργειας, μετατρέποντάς τον σε …«υπουργό των ΜΑΤ»! Κάθε φορά που δέρνουν τα ΜΑΤ διαδηλωτές, το πολιτικό κόστος θα βαρύνει τον υπουργό Εσωτερικών Πάνο Σκουρλέτη. Επιπροσθέτως, μεταθέτοντας στο υπουργείο Ενέργειας τον Γιώργο Σταθάκη, παραδίνει άνευ όρων την ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας στους Αμερικανούς, χωρίς την παραμικρή αναστολή.
Δεν είναι μόνο αυτό. Ο Κατρούγκαλος, για παράδειγμα, την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια και από υπουργός Εργασίας έγινε, υποβαθμιζόμενος, αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, απαλλάσσοντας τους δανειστές της χώρας μας από την ενοχλητική του παρουσία ή τουλάχιστον από τις ενοχλητικές του δηλώσεις. Όλες τις πολιτικές συνέπειες των υποχωρήσεων στα εργασιακά, θα τις φορτωθεί η κοπελίτσα που θα τον αντικαταστήσει στη θέση του υπουργού Εργασίας. Κάπως έτσι, αλλά με αναβάθμιση και όχι υποβάθμιση όπως του Κατρούγκαλου, είναι και η υπόθεση Κοντονή. Κυβερνητικοί κύκλοι ισχυρίζονται ότι τοποθετήθηκε υπουργός Δικαιοσύνης για να βάλει τάξη στη Δικαιοσύνη, αλλά ποιος μπορεί να μην αναγνωρίσει ότι με τη μετάθεση αυτή δεν χαλαρώνει η πίεση που είχε ασκηθεί ―και ήταν σοβαρότατη― στα λαμόγια του ποδοσφαίρου — δηλαδή στους ιδιοκτήτες των ομάδων που οργιάζουν και χρηματοδοτούν ενδεχομένως κόμματα; Χωρίς υπουργείο βρέθηκε και ο Χριστόφορος Βερναρδάκης, που φαίνεται ότι κάποιες δηλώσεις του θα είχαν ενοχλήσει τον πρωθυπουργό, γι’ αυτό και τον μετάθεσε σε …«στρατηγικό» ρόλο!
Η σύνθεση της νέας κυβέρνησης είναι ελαφρά δεξιότερη από την προηγούμενη κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά η πολιτική που θα ασκήσει η κυβέρνηση αυτή θα είναι σαφώς πολύ πιο δεξιά από της προηγούμενης. Δεν υπάρχει, πλέον, ούτε για δείγμα «αριστερούλης» υπουργός στην κυβέρνηση. Οι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ όμως γίνονται οι ίδιοι όλο και πιο δεξιοί, καθώς… «αφομοιώνουν δημιουργικά» τις πιέσεις που τους ασκούν οι Γερμανοί ιμπεριαλιστές και όλο αυτό το θλιβερό ευρωπαϊκό συνάφι που ακολουθεί το Βερολίνο. Γι’ αυτό και ήδη από τον τίτλο της σημερινής μας πολιτικής ανάλυσης γράφουμε ότι ο Τσίπρας θα ακολουθήσει ακόμη πιο δεξιά πολιτική ως κυβέρνηση. Σύντομα, άλλωστε, η υλική ευμάρεια των υπουργών και των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. λόγω των μισθών που παίρνουν, θα κυριαρχήσει και στην πολιτική τους δράση σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην τους νοιάζει τίποτε άλλο πέρα από το πώς θα παραμείνουν στην εξουσία. Στο πλαίσιο αυτό, η σοσιαλδημοκρατικοποίηση της κυβέρνησης θα προχωράει με καλπάζοντες ρυθμούς. Είτε μας αρέσει είτε όχι ―και φυσικά σε εμάς προσωπικά καθόλου δεν αρέσει η κατάσταση όπως διαμορφώνεται― η κυβέρνηση Τσίπρα είναι αδύνατο να αποτελέσει παράγοντα ανατροπής ή έστω σοβαρής διαταραχής της ευρωπαϊκής πραγματικότητας που κυριαρχείται από το Τέταρτο Ράιχ της Γερμανίας. Δυστυχώς για τους εργαζόμενους, η έκβαση αυτού του «παγκόσμιου πολέμου» μεταξύ της Γερμανίας από τη μια μεριά και των ΗΠΑ, της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας από την άλλη, θα κριθεί από την αναμέτρηση δυνάμεων που καμιά τους δεν μπορεί να θεωρηθεί φιλεργατική.
Ο πρώτος γύρος αυτής της αναμέτρησης θα έχει κριθεί σε λιγότερο από ένα χρόνο. Οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία και οι ενδεχόμενες εκλογές στην Ιταλία μετά την ήττα του Ματέο Ρέντσι στο δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου, σε συνδυασμό με την υλοποίηση της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ, θα καθορίσουν τις προϋποθέσεις του δεύτερου και αποφασιστικού γύρου.