του Γιώργου Δελαστίκ
Από μια κλωστή κρέμεται πλέον η τύχη της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ.
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας συνιστά βαρύτατο πλήγμα για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνησή του. Προφανώς οι ανώτατοι δικαστικοί του ΣτΕ θεωρούν τον Αλέξη Τσίπρα …«πολιτικό ψοφίμι» και γι’ αυτό τόλμησαν να αποφασίσουν την ανατροπή της πολιτικής του σε ένα θέμα τόσο καίριας σημασίας για την κυβέρνηση! Αν η κυβέρνηση δεν απαντήσει στην πρόκληση με ωμό τρόπο, σύντομα θα αποτελεί παρελθόν, με το κόστος να κατανέμεται σε όλη την Αριστερά. Οι δηλώσεις του πρωθυπουργικού γραφείου, της κυβερνητικής εκπροσώπου και του Νίκου Παππά χαρακτηρίζονταν από ύφος «ηρωικό και πένθιμο» μετά την απόφαση του ΣτΕ. Το ζήτημα όμως, ειδικά στην υπόθεση αυτή, δεν είναι το τι λέει κανείς αλλά το τι κάνει, πώς αντιδρά στην πρόκληση. Από δηλώσεις, ως συνήθως, καλά τα πήγε η κυβέρνηση. «Αυτό τον τόπο δεν τον κυβερνούν ούτε τα διαπλεκόμενα ούτε το βαθύ παρακράτος.
Τον κυβερνούν οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις με τη βούληση του ελληνικού λαού», καταλήγει η πρωθυπουργική ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου. «Τίποτα δεν θα εμποδίσει τη βούληση της κυβέρνησης να βάλει τάξη, με αρχές και κανόνες ισονομίας, στο ασύδοτο τηλεοπτικό τοπίο. Η ασυδοσία δεν είναι ούτε συνταγματικά προβλεπόμενη ούτε ηθικά και πολιτικά ανεκτή», είπε η Όλγα Γεροβασίλη. «Τις κυβερνήσεις δεν τις ρίχνουν οι δικαστικές αποφάσεις, αλλά οι εκλογές και ο λαός ή η Βουλή, αν αρθεί η δεδηλωμένη», υπογράμμισε σε δηλώσεις του ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς. Ιδέα, πάντως, δεν έχει η κυβέρνηση για το τι γίνεται μέσα στο δικαστικό σώμα, όπως καταλάβαμε από το ρεπορτάζ.
Φανταστείτε ότι κορυφαία κυβερνητικά στελέχη που βρίσκονται στο περιβάλλον του Αλέξη Τσίπρα, πριν από την πρώτη συνεδρίαση του ΣτΕ, νόμιζαν ότι έχουν υπέρ τους 16 δικαστές του ΣτΕ έναντι μόλις 9 που ήταν εναντίον τους, ενώ όπως έδειξε το αποτέλεσμα ήταν 14 εναντίον τους και μόνο 11 υπέρ τους. Με άλλα λόγια, οι δικαστές τους δουλεύουν! Γι’ αυτό και δεν δίνουμε κανένα βάρος στις κυβερνητικές δηλώσεις. Οι πάντες έχουν καταλάβει ότι ο Τσίπρας είναι απίστευτα προσαρμόσιμος σε οτιδήποτε τον διατάξουν να κάνει οι δανειστές ή όποιο άλλο κέντρο εξουσίας.
Επομένως, θα δούμε πρώτα τι είδους νομοθετική διάταξη θα φέρει αύριο η κυβέρνηση και μόνο έπειτα θα αποφανθούμε, αφού δούμε και τη σχετική συζήτηση και κατάληξη, αν η κυβέρνηση διατηρεί κάποιες ελπίδες πολιτικής επιβίωσης ή όχι. Ίσως ο κίνδυνος γρήγορης ανατροπής της να την κάνει να αντιδράσει, αν και πολύ αμφιβάλλουμε ακόμη και γι’ αυτό. Ευτυχώς, το ΣτΕ έκρινε τόσο «ψόφια» την κυβέρνηση ώστε δεν δέχτηκε καν να παραχωρήσει ένα χρονικό περιθώριο τριών έως έξι μηνών προκειμένου να συγκροτηθεί το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), το οποίο με τη σειρά του να αποφανθεί για το αν ο νόμος Παππά είναι συνταγματικός ή όχι και τελικά να τον επιστρέψει στο ΣτΕ για οριστική κρίση. Γράφουμε «ευτυχώς» γιατί τότε θα δινόταν η ευκαιρία στην κυβέρνηση να συγκροτήσει ένα ΕΣΡ λίγο πολύ ελεγχόμενο από την αντιπολίτευση και κατόπιν να… πειθαρχήσει στις αποφάσεις του, λέγοντας ότι υπακούει στο Σύνταγμα και τηρεί τη νομιμότητα! Υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 15, παράγραφος 2 του Συντάγματος ορίζει ρητά: «Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως ο νόμος ορίζει[…]». Αναφερόμενη στο ΣτΕ, η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη δήλωσε: «Πρόκειται για το ίδιο δικαστήριο, το οποίο έκρινε συνταγματικά τα Μνημόνια που διέλυσαν την Ελλάδα, έκρινε συνταγματικό το “μαύρο” στην ΕΡΤ, έκρινε συνταγματικό το PSI που διέλυσε τα ασφαλιστικά ταμεία». Δίκιο απόλυτο έχει η κυβερνητική εκπρόσωπος σε αυτά που λέει.
Ξαναλέμε όμως ότι στις περιπτώσεις αυτές καμιά σημασία δεν έχει το τι λέει κανείς, σημασία έχει μόνο το τι κάνει ο καθένας ― πόσω μάλλον η κυβέρνηση μιας χώρας.
Το ΣτΕ, κρίνοντας πάντα με νομικά κριτήρια, έχει την τάση να εναρμονίζεται και να βγάζει αποφάσεις που να είναι συμβατές με την κυβερνητική πολιτική ή τουλάχιστον να μην την ανατρέπουν. Το γεγονός ότι αυτή τη φορά δεν τήρησε την τάση αυτή, συνιστά βαρύτατο πολιτικό πλήγμα για την κυβέρνηση Τσίπρα και της δείχνει τον δρόμο προς την έξοδο. Θα τον ακολουθήσει; Δεν αποκλείεται καθόλου