του Θανάση Σκαμνάκη
Ο Ερυσίχθων, ήταν ένα πριγκηπόπουλο από τη Θεσσαλία. Μια ημέρα, μαζί με 20 συντρόφους του μπήκε στο ιερό άλσος της θεάς Δήμητρας και αποφάσισε να κόψει μια τεράστια δρύ για να φτιάξει από το ξύλο της τη στέγη μίας αίθουσας συμποσίου. Η θεά, για να αποτρέψει την ασέβεια, πήρε τη μορφή της ιέρειάς της και προσπάθησε να τον εμποδίσει. Ο Ερυσίχθων, όμως, όχι μόνο δεν συνετίστηκε, αλλά την απείλησε κιόλας. Ένας από τους συντρόφους του προσπάθησε να τον συγκρατήσει και ο Ερυσίχθων τον σκότωσε φρενιασμένος. Όταν η δρύς έπεσε, η Αμαδρυάδα που ζούσε μέσα σ’ αυτήν τον καταράστηκε. Και τότε, η θεά Δήμητρα καλεί από τη Σκυθία την Πείνα που πέφτει καταπάνω στον υβριστή την ώρα που κοιμάται. Ο Ερυσίχθων, ξαφνικά, κυριεύεται από τέτοια ακράτητη πείνα, ώστε αναγκάζεται να πουλήσει όλη του την περιουσία για να την κορέσει. Όταν δεν του ’χει απομείνει τίποτε άλλο να πουλήσει, αποφασίζει να πουλήσει την ίδια του την κόρη για να βρει χρήματα. Η κόρη του ήταν ερωμένη του Ποσειδώνα και τον καλεί σε βοήθεια. Ο Ποσειδών τη μεταμορφώνει σε ψάρι. Η κόρη συνεχώς ξαναγυρίζει στον πατέρα της, ο οποίος ανακαλύπτοντας το χάρισμα της την πουλάει συνεχώς, κι εκείνη γυρίζει ξανά και ξανά κοντά του, παίρνοντας πάντα τη μορφή κάποιου ζώου. Αλλά, ούτε κι αυτά τα χρήματα αρκούν για να κορέσει την πείνα του, οπότε αφού έχει φάει τα πάντα, αναγκάζεται να κατασπαράξει τις ίδιες του τις σάρκες. Να αυτοφαγωθεί.
Αυτή είναι μια ιστορία απληστίας και δικαιοσύνης, αντιγραμμένη από το βιβλίο της Ματίνας Μόσχοβη, «Υπατία» (εκδ. Γαβριηλίδης).
Οι άνθρωποι κάποτε είχαν την πρόνοια να αναθέτουν στους θεούς την απονομή της δικαιοσύνης, που ένοιωθαν πως ήταν βαριά υπόθεση για να την αποδώσουν οι ίδιοι, ιδιαίτερα απέναντι στους δυνατούς. Στις μέρες μας, οι άνθρωποι κάποιες φορές υψώθηκαν στο μέγεθος των θεών, ένιωσαν δυνατοί να αποδώσουν δικαιοσύνη και το έπραξαν. Μετά φοβήθηκαν από το τόσο βάρος, δεν βοήθησαν κι οι περιστάσεις, οι θεοί τους δεν ήταν και τόσο για να τους εμπιστεύεσαι, κι έτσι οι Ερυσίχθονες συνέχισαν να πελεκάνε τα δέντρα της ζωής μας και να σπαταλούν τα πάντα για να κορέσουν την ακόρεστη πείνα τους. Αλλά δεν έχουμε πλέον τη θεία ελπίδα πως θα αυτοφαγωθούν. Γιατί, εν τέλει, οι θεοί δεν είναι στον Όλυμπο. Ούτε και η δικαιοσύνη…