Γράφουν:
Μαρία Μπικάκη
Μπάμπης Συριόπουλος
Η καπιταλιστική βαρβαρότητα της σύγχρονης εποχής ξεδιπλώνεται με καθρέφτη το προσφυγικό. Ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες μπήκαν στην ΕΕ το 2015, φέρνοντας στην επιφάνεια τον αντιδραστικό χαρακτήρα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, που έχει παίξει μεγάλο ρόλο στις αιτίες που τους ξεριζώνουν: ιμπεριαλιστικές πολεμικές επεμβάσεις, οικονομική λεηλασία από τις πολυεθνικές, θρησκευτικός σκοταδισμός κ.λπ.
Η εποχή των προσφύγων: 60 εκατομ. παγκόσμια
Ο αριθμός των ανθρώπων που αναγκάστηκαν να γίνουν πρόσφυγες έχει ξεπεράσει παγκοσμίως κατά πολύ τον αριθμό-ρεκόρ των 60 εκατομμυρίων. Το μεγαλύτερο ποσοστό εξαιτίας των πολέμων και το αμέσως επόμενο λόγω πολιτικών και άλλων διώξεων. Μεγάλες, αναγκαστικές μετακινήσεις ανθρώπων οφείλονται στους συνεχιζόμενους πολέμους σε Συρία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Σομαλία, Υεμένη, Νότιο Σουδάν, Μπουρούντι, Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία, Κονγκό, Ουκρανία και αλλού. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, που δίνει αυτά τα στοιχεία, αναφέρει ότι «πολλοί θα αναγκαστούν να ζουν ως πρόσφυγες επί χρόνια. Εάν κάποιος αναγκαστεί να γίνει πρόσφυγας σήμερα, οι πιθανότητες να μπορέσει να επιστρέψει σπίτι του είναι μικρότερες τώρα απ’ ό,τι τα τελευταία 30 χρόνια».
Περίπου 34 εκατομμύρια άνθρωποι υπολογίζονταν οι εκτοπισμένοι μέσα στις χώρες τους. Ο πόλεμος στη Συρία από το 2011 παραμένει ένας βασικός συντελεστής της αύξησης της αναγκαστικής μετακίνησης των ανθρώπων. Από τα 25 εκατομμύρια πληθυσμού, τώρα 7,6 εκατομμύρια είναι πρόσφυγες μέσα στην ίδια τη χώρα τους και περισσότεροι από 4,2 εκατομμύρια Σύροι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα.
Και πώς να μην αυξάνουν οι αριθμοί των προσφύγων όταν εξαιτίας των πολέμων διαρκείας οι νεκροί στη Συρία είναι 271.138 στον 5ετή πόλεμο (79.106 είναι άμαχοι, εκ των οποίων 13.500 παιδιά και 8.760 γυναίκες), περίπου 946.000-1.200.000 Ιρακινοί από την επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ και μετά (συν 4.423 νεκροί και 31.951 τραυματίες από την πλευρά των Αμερικανών και των συμμάχων τους). Ενώ στο Αφγανιστάν (που θέλουν να θεωρηθεί μη εμπόλεμη χώρα) μόνο το 2015 βρήκαν το θάνατο ή τραυματίστηκαν 11.002 άμαχοι, με ένα στα τέσσερα θύματα της σύγκρουσης να είναι παιδιά.
Οι πρόσφυγες που έφτασαν το 2015 στις χώρες της Ευρώπης από ξηρά και θάλασσα υπολογίζονται σε 1.005.504. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, εισήλθαν από έξι χώρες: την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Κύπρο. Ο μεγαλύτερος αριθμός αφίξεων, 816.752, καταγράφηκε στη χώρα μας. Στο σύνολο των μεταναστών και των προσφύγων, οι προερχόμενοι από τη Συρία έφθασαν τις 455.000, ενώ από το Αφγανιστάν τις 186.000.
Οι Σύροι πρόσφυγες στον Λίβανο αποτελούν το 19,6% του πληθυσμού, στην Ιορδανία το 6,6% και στην Τουρκία φτάνουν 2,5 εκατομμύρια. Ενώ οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 500 εκατομμυρίων ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος του 1 εκατομμυρίου προσφύγων, που αντιστοιχεί στο 2% του πληθυσμού τους.
Και έτσι η πολιτισμένη Ευρώπη πετά στον κάλαθο των αχρήστων τις υποχρεώσεις της από τις διεθνείς Συνθήκες για την προστασία των θυμάτων των πολέμων και τσαλαπατά το ανθρώπινο δίκαιο.
Στην ιστορική διαδρομή της ανθρωπότητας, τα εκμεταλλευτικά συστήματα με τους κατακτητικούς πόλεμους και τις αποικίες επέβαλλαν μετακινήσεις πληθυσμών, με ακραία μορφή μετακίνησης το δουλεμπόριο, ενώ αίτια αποτελούσαν και οι φυσικές καταστροφές. Στον καπιταλισμό έχουμε κάποια νέα χαρακτηριστικά στις μετακινήσεις. Συγκροτείται η εργατική τάξη, που από τη μια είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης και από την άλλη υποκείμενο παραγωγής υπεραξίας, και αναγκάζεται βίαια σε μετανάστευση για να εξασφαλίσει δουλειά και να γλιτώσει από τη φτώχεια, τους πολέμους και τις διώξεις, αλλάζοντας τόπο διαμονής, ακόμα και ηπείρους.
Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, οι πόλεμοι για τον έλεγχο των αγορών και την ανταγωνιστική κυριαρχία αποκτούν νέα, καταστροφικότερα χαρακτηριστικά. Παγκοσμιοποιούνται, καταστρέφουν παραγωγικές δυνάμεις, ανάμεσά τους και την πρώτη παραγωγική δύναμη, την εργατική τάξη, με μαζική εξόντωση στα μέτωπα και στον άμαχο πληθυσμό, δημιουργούν μαζικούς ξεριζωμούς. Το κεφάλαιο προσβλέπει σε νέα πεδία ανάπτυξης πάνω στα ερείπια των πολέμων.
Ειδικά γύρω από τον Α΄ και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έχουμε πάλι μαζικές μετακινήσεις. Από την Ελλάδα φεύγουν αγρότες και εργάτες αναζητώντας δουλειά σε όλα τα σημεία της υφηλίου, στην Αμερική, στην Αυστραλία, γεμίζουν τα ορυχεία του Βελγίου και τις φάμπρικες της Γερμανίας. Ενώ και σήμεσήμερα από την Ελλάδα χιλιάδες έχουν μεταναστεύσει για να βρουν δουλειά.
Με το φαινόμενο της μετανάστευσης ασχολήθηκαν οι πρώτοι διανοητές της εργατικής τάξης. Ο Μαρξ το 1866, με αφορμή το σχέδιο εργοδοτών να φέρουν στο Λονδίνο εργάτες απ’ το Βέλγιο, τη Γαλλία ή την Ελβετία, για να χτυπήσουν τους διεκδικητικούς αγώνες Άγγλων εργατών, ανέφερε σε ένα κείμενο με τον τίτλο «Προειδοποίηση εκ μέρους του Κεντρικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργατών» ότι : «Ο σκοπός αυτής της εισαγωγής εργατών είναι ο ίδιος με την εισαγωγή Ινδών κούληδων στην Τζαμάικα, δηλαδή η διατήρηση της δουλείας» και προειδοποιούσε ότι: «Αν οι εργοδότες του Εδιμβούργου πετύχουν, μέσω της εισαγωγής Γερμανών εργατών, να εξουδετερώσουν τις παραχωρήσεις που ήδη έχουν κάνει, αυτό θα έχει αναπόφευκτα τον αντίκτυπό του και στην Αγγλία. Και αυτοί που θα υποφέρουν περισσότερο θα είναι οι ίδιοι οι Γερμανοί εισαγόμενοι εργάτες· όντας τελείως αβοήθητοι σε μια ξένη χώρα, θα βυθιστούν σύντομα στο επίπεδο ενός παρία»· και καλούσε: «Είναι ζήτημα τιμής για τους Γερμανούς εργάτες ν’ αποδείξουν στους εργάτες των υπόλοιπων χωρών ότι κι αυτοί, όπως οι αδελφοί τους στη Γαλλία, στο Βέλγιο και στην Ελβετία, γνωρίζουν πώς να υπερασπιστούν τα κοινά συμφέροντα της τάξης τους και δεν θα γίνουν υποτακτικά όργανα του κεφαλαίου στον αγώνα του ενάντια στην εργατική τάξη». Το κάλεσμα είχε απήχηση και οι Γερμανοί εργάτες δεν δούλεψαν ως απεργοσπάστες στην Αγγλία.
Ο Ένγκελς στο Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία, αναφέροντας τη μετανάστευση περίπου ενός εκατομμυρίου Ιρλανδών εργατών στις βιομηχανικές πόλεις της Αγγλίας, δηλώνει ότι χρειάζεται να διερευνηθούν περισσότερο οι αιτίες και τα αποτελέσματα αυτής της μετανάστευσης. Εντοπίζει ότι υπάρχει διόγκωση του εφεδρικού στρατού των ανέργων, οι Ιρλανδοί χρησιμοποιούνται για χτύπημα και συρρίκνωση των εργατικών δικαιωμάτων, διαβιούν σε άθλιες συνθήκες, εξωθούνται στο περιθώριο και στην εξαθλίωση, αναπτύσσουν υποβαθμισμένα χαρακτηριστικά και λειτουργούν ανταγωνιστικά με τους ντόπιους εργάτες. Αυτές οι ρήσεις διαστρεβλώνονται από ορισμένους σήμερα, που επικαλούνται ότι ο Μαρξ και ο Ένγκελς ήταν κατά των μεταναστών.
Ο Λένιν, εξετάζοντας το φαινόμενο το 1913, αναφέρει: «Ο καπιταλισμός έχει δημιουργήσει μια ειδική μορφή μετανάστευσης των λαών προς τις ραγδαία αναπτυσσόμενες βιομηχανικές χώρες, που προσελκύουν εργάτες από τις καθυστερημένες χώρες, χρησιμοποιώντας μηχανικό εξοπλισμό σε μεγάλη κλίμακα και εκτοπίζοντας τις καθυστερημένες χώρες από την παγκόσμια αγορά […]. Έτσι, εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες περιπλανώνται εκατοντάδες και χιλιάδες βέρστια. Ο αναπτυγμένος καπιταλισμός τούς τραβά βίαια στην τροχιά του, τους αποσπά από τις απόμακρες περιοχές στις οποίες ζουν, τους καθιστά συμμετέχοντες στην κοσμοϊστορική κίνηση και τους φέρνει αντιμέτωπους με την ισχυρή, ενωμένη και διεθνή τάξη των ιδιοκτητών του εργοστασίου. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία αμφιβολία ότι μόνο η έσχατη ένδεια αναγκάζει τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και ότι οι καπιταλιστές εκμεταλλεύονται τους μετανάστες εργαζόμενους με τον πιο επαίσχυντο τρόπο. Αλλά μόνο αντιδραστικοί μπορούν να κλείνουν τα μάτια τους στην προοδευτική σημασία της σύγχρονης αυτής μετανάστευσης των λαών. Η χειραφέτηση από το ζυγό του κεφαλαίου είναι αδύνατη χωρίς την παραπέρα ανάπτυξη του καπιταλισμού και χωρίς την ταξική πάλη που βασίζεται σε αυτό. Και σ’ αυτήν ακριβώς την πάλη τραβάει ο καπιταλισμός τις μάζες των εργαζομένων όλου του κόσμου, ανατρέποντας τις απαρχαιωμένες και ξεπερασμένες συνήθειες της τοπικής ζωής, τους εθνικούς φραγμούς και τις προκαταλήψεις, συνενώνοντας τους εργάτες όλων των χωρών σε τεράστιες φάμπρικες και στα ορυχεία στην Αμερική, τη Γερμανία και ούτω καθεξής».
Οι προσεγγίσεις και στις δύο εποχές είχαν δίκιο. Στόχευαν, χωρίς ωραιοποιήσεις, στην ενότητα του παγκόσμιου προλεταριάτου, στην ανάδειξη της ανάγκης για κοινή διεθνιστική πάλης της εργατικής τάξης, στην υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων, στην υπέρβαση των εθνικών διαχωρισμών για την κοινωνική επανάσταση.
Διαπιστώνουμε και σήμερα ότι το φαινόμενο της μετανάστευσης και της προσφυγιάς περικλείει και κινδύνους και δυνατότητες. Έχουμε να αναμετρηθούμε με τις δυσκολίες της επικοινωνίας και να τις ξεπεράσουμε, με τη διαφορετική γλώσσα, με τον κατακερματισμό που θέλουν να επιβάλουν οι καπιταλιστές, με τις διαφορές στο μέγεθος και στην ποιότητα των αναγκών, που καθιστούν πιο ευάλωτους σε πιέσεις και πιο δύσκολους στην οργάνωση τους μετανάστες εργάτες. Από την άλλη, έχουμε τη συμβολή των προσφύγων και των μεταναστών ως συνδετικού κρίκου των εργατών από τις νέες χώρες υποδοχής με τους εργάτες των χωρών προέλευσης.
Τώρα, στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, με την επέκταση και την ένταση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής σε όλο τον κόσμο, τη γιγάντωση των πολυεθνικών, πολυκλαδικών μονοπωλίων, τη συγκρότηση των ιμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων, την παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου, η εργατική τάξη συντρίβεται, τα δικαιώματα αμφισβητούνται και οι κατακτήσεις που είχαν κερδηθεί με αιματηρούς αγώνες συρρικνώνονται.
Μεγάλα κομμάτια εργαζομένων μεταναστεύουν από χώρες με μεγάλα ποσοστά ανεργίας και χαμηλούς μισθούς προς άλλες χώρες. Οι μετακινήσεις πληθυσμών της εργατικής τάξης καθορίζονται από τα συμφέροντα των αστικών τάξεων, τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου για επενδύσεις σε διάφορες περιοχές, τη φτωχοποίηση χωρών. Στόχος είναι η εξυπηρέτηση της ευελιξίας στη μετακίνηση του εργατικού πληθυσμού, όπως κάνουν και οδηγίες της ΕΕ, που αμφισβητούν τη μόνιμη κατοικία, η οποία θεωρείται περιοριστική όσον αφορά τις ανάγκες του κεφαλαίου στην κινητικότητα και στη μεγαλύτερη εκμετάλλευση. Στις αιτίες της μετανάστευσης να προσθέσουμε και τις αλλαγές στο κλίμα εξαιτίας της ασυδοσίας του κεφαλαίου, με την περιβαλλοντική καταστροφή, που ερημώνει ολόκληρες περιοχές με ανομβρία, καταστροφή δασών, συνεπακόλουθο τη φτώχεια, και συντελούν στη μετακίνηση ολόκληρων πληθυσμών.
Αυτό όμως που στιγματίζει καθοριστικά τη σημερινή εποχή είναι η βαρβαρότητα των σύγχρονων πολέμων, που δημιουργούν νέα μαζικά κύματα προσφύγων. Με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί οξύνονται για το μοίρασμα των σφαιρών επιρροής, ξεσπούν με απίστευτη βιαιότητα λόγω και της ανάδυσης άλλων φιλόδοξων ανταγωνιστικών ιμπεριαλιστικών κέντρων σε ΗΠΑ και ΕΕ, όπως η Ρωσία και η Κίνα, αλλά και αστικών τάξεων χωρών που διεκδικούν να παίξουν ρόλο τοπικού χωροφύλακα στην περιοχή τους, όπως η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία κ.λπ. Ταυτόχρονα, έχουμε ένα πισωγύρισμα με τη διάδοση και τη συγκρότηση σκοταδιστικών κοσμοθεωριών, την εμφάνιση και ενδυνάμωση υπεραντιδραστικών δυνάμεων, που τροφοδοτούν εμφύλιες, εθνικές και θρησκευτικές συγκρούσεις και παίρνουν ακόμα και μορφή κρατικής συγκρότησης, όπως ο ISIS. Σε ένα κουβάρι πολύπλοκων αντιθέσεων εμπλέκονται συμφέροντα ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και αστικών τάξεων των περιοχών με στήριξή τους από κινήματα καταπιεσμένων ενάντια σε καταπιεσμένους. Πόλεμοι που μπορεί να διεξάγονται και «δι’ αντιπροσώπων», ακόμα και με εταιρείες και μισθοφόρους, πόλεμοι που, ενώ τα συμφέροντα και οι αιτίες τους ξεκινούν από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, διεξάγονται στις περιφέρειές τους. Οι τοπικοί πόλεμοι επεκτείνονται, μετατρέπονται σε υπερτοπικούς με διάρκεια, ως αποτέλεσμα της απεγνωσμένης προσπάθειας του κεφαλαίου να ανατάξει τα κέρδη του με τον έλεγχο περιοχών, πλουτοπαραγωγικών πηγών και δρόμων, την αποδόμηση χωρών. Χτυπήματα από την πλευρά των φανατικών φονταμενταλιστών καταφέρονται στην καρδιά ιμπεριαλιστικών κέντρων, όπως στο Παρίσι, στο ρωσικό αεροπλάνο και στις Βρυξέλλες ή παλιότερα στο Λονδίνο.
Η καπιταλιστική βαρβαρότητα της σύγχρονης εποχής ξεδιπλώνεται με καθρέφτη το προσφυγικό.
Αντιδραστικός διαχωρισμός
Αδόκιμη η διάκριση μεταξύ προσφύγων και μεταναστών
Η καθεστωτική προπαγάνδα προβάλλει συνεχώς το διαχωρισμό προσφύγων και μεταναστών για να δικαιολογήσει τα κλειστά σύνορα και να επιβάλει επαναπροωθήσεις, διαλογή, εγκλεισμούς, απελάσεις (που τώρα ονομάζονται επανεισδοχές), μη πρόσβαση στο άσυλο, αυστηροποίηση κριτηρίων και τη μη απόδοση προστασίας αρχικά στους δεύτερους και τελικά σε όλους. Έχουν διαφορές οι πρόσφυγες από τους μετανάστες και ποιες είναι αυτές; Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε πρόσφυγες και οικονομικούς μετανάστες στη σημερινή περίοδο είναι αδόκιμες για όσους αναζητούν προστασία στη χώρα. Εκτός από τις χώρες που αναφέραμε ότι βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, σε μια σειρά άλλες περιοχές υπάρχουν επίσης πολεμικές συγκρούσεις (Παλαιστίνη, Κουρδιστάν, Λιβύη κ.λπ.). Αλλά και σε πολλές χώρες που δεν έχουν πολεμικές συγκρούσεις υπάρχουν διώξεις, βασανιστήρια, φυλακίσεις, εκτελέσεις, στέρηση πολιτικών, δημοκρατικών, θρησκευτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών (Ιράν, Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία κ.λπ.). Από αυτές τις χώρες διωκόμενοι ή όσοι κινδυνεύουν με διώξεις γίνονται πολιτικοί πρόσφυγες. Από την άλλη, οικονομικοί μετανάστες από χώρες που έχουν υποστεί βίαιη φτωχοποίηση και αναζητούν δουλειά και μια καλύτερη ζωή αξίζουν εξίσου το σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία να αναζητήσουν δουλειά. Οι πολιτικοί πρόσφυγες χρειάζονται επιπλέον πρόνοια για τη στήριξη των ασυνόδευτων, των τραυματιών, των ψυχολογικά καταπονημένων, για την επανένωση των οικογενειών, για την περίθαλψη και τη μέριμνα για τις ευάλωτες ομάδες. Όλοι όμως, πολιτικοί και οικονομικοί πρόσφυγες, όπως και οι ντόπιοι άποροι και άστεγοι, έχουν δικαιώματα στη στέγαση, στην περίθαλψη, στη σίτιση, στη μόρφωση και στη δουλειά.
Οι άνθρωποι αυτοί της σκοτεινής πλευρά του φεγγαριού είναι οι καταφρονεμένοι της εποχής μας. Με βάση τις ουμανιστικές αξίες του κομμουνιστικού κινήματος και της εργατικής τάξης, που θα απελευθερώσει όλη την κοινωνία από τη βαρβαρότητα της εκμετάλλευσης και καταπίεσης, υπάρχει ανάγκη έκφρασης της εργατικής διεθνιστικής αλληλεγγύης και προσπάθεια για ένταξη και όχι ενσωμάτωση στο εργατικό κίνημα. Και όπως έλεγε ο Τσε: «Κάθε αληθινός άνθρωπος πρέπει να νιώθει στο μάγουλο το δικό του το χαστούκι το δοσμένο αδιάφορο σε ποιον».
Πρόσφυγες: Τι τους ενώνει, τις τους χωρίζει. Ταξική ένταξη
Πολιτικά, οι πρόσφυγες που έχουν εγκλωβιστεί στη χώρα είναι ένα ανομοιογενές μείγμα που μέσα του ξεχωρίζουν συνειδητοί αγωνιστές με πλούσιες κινηματικές εμπειρίες (από το Κουρδιστάν) έως και συντηρητικά ρεύματα που αναπαράγουν εθνικές και θρησκευτικές διαφορές. Η κοινωνική προέλευσή τους βρίσκεται σε εύπορα μεσαία στρώματα μέχρι και σε πληβειακά φτωχά λαϊκά και εργατικά στρώματα. Ωστόσο, μετά τη βίαιη φτωχοποίηση που έχουν υποστεί, στην πλειονότητά τους είναι πλέον φτωχοί, σύγχρονοι κολασμένοι αυτής της γης και εν δυνάμει κομμάτι της εργατικής τάξης της χώρας. Πρόσφατη μελέτη της Κάπα Research κατέγραψε πως τα 2/3 των προσφύγων δηλώνουν οικονομικά ενεργοί. Στη χώρα τους απασχολούνταν στη βιοτεχνία (19,6%), στον δημόσιο τομέα (12,5%), στο εμπόριο (11%), σε τράπεζα ή άλλη ιδιωτική επιχείρηση (7,5%), ενώ σε γεωργικά/κτηνοτροφικά επαγγέλματα δραστηριοποιούνταν ένα 10% περίπου. Μόλις το 21,9% θεωρεί ότι έχει πιθανότητα να βρει δουλειά στην Ελλάδα.
Μετανάστες και πρόσφυγες δεν συγκροτούν μια τάξη ή ένα κοινωνικό υποκείμενο από μόνοι τους, αλλά διαχωρίζονται ανάλογα με την ταξική τους ένταξη στη χώρα υποδοχής. Όσο κι αν υπάρχουν διαφορές (ανισοτιμίες) στον τρόπο κοινωνικής τους ένταξης σε σχέση με τους ντόπιους, δεν παύει αυτή να είναι το αποφασιστικό κριτήριο για την τωρινή τους θέση. Χαρακτηριστική, η δήλωση για ευνοϊκή μεταχείριση των προσφύγων-δυνάμει επενδυτών που διαθέτουν άνω των 250.000 ευρώ.
Η κατάσταση των προσφύγων και των μεταναστών δεν έχει καμία σχέση με τις προσδοκίες του Νέγκρι: «Η αντίσταση του πλήθους στη σκλαβιά, ο αγώνας εναντίον της δουλείας σε ένα έθνος, σε μια ταυτότητα και σε ένα λαό, και άρα η αποσκίρτηση από την κυριαρχία και τα όρια που θέτει αυτή στην υποκειμενικότητα είναι εντελώς θετικά. Ο νομαδισμός και η επιμειξία εμφανίζονται εδώ ως μορφές αρετής, ως οι πρώτες ηθικές πρακτικές στο πεδίο της Αυτοκρατορίας» (Αυτοκρατορία, σ. 480). Το «ευκίνητο πλήθος», όπως το ονομάζει, δεν θαλασσοπνίγεται για να απελευθερώσει την «υποκειμενικότητά» του από τη δουλεία της «ταυτότητας» και του ανήκειν σε ένα έθνος και σε ένα λαό. Φεύγει από τον πόλεμο, την καταπίεση και τη φτώχεια αναζητώντας απελπισμένα μια καινούργια χώρα και λαό και επιδιώκει να οικοδομήσει νέες ταυτότητες που να συμβαδίζουν με μια ζωή με αξιοπρέπεια.
Μεταφέρουν, επίσης, από τη χώρα καταγωγής τους την ταξική τους ένταξη, τις κοινωνικές, πολιτικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές αντιλήψεις που επιδρούν στις διαφορές αντιμετώπισης της καινούργιας κατάστασης. Τάσεις και συμπεριφορές εκ διαμέτρου αντίθετες τους διαπερνούν, ανάλογες με αυτές των ντόπιων: οι ατομικές λύσεις από τη μια και η συλλογική στάση για βελτίωση της θέσης από την άλλη, το όνειρο της ατομικής ευημερίας σε έναν βορειοευρωπαϊκό παράδεισο της αφθονίας από τη μια, ο αγώνας και η αλληλεγγύη μαζί με τους εργαζομένους όπου γης από την άλλη.
Φωτογραφία: Γιάννης Παπανίκος/ FOS PHOTOS