του Θανάση Σκαμνάκκη
Για λίγες ώρες μιλήσανε, έστω και χωρίς ανταπόκριση, πάλι για ήρωες. Κι επειδή τα αγάλματα φοράνε τις καθαρές στολές τους και παρελαύνουν, με τα σπασμένα μέλη τους και τις πτερόεσσες ιδέες τους, κι επειδή οι θεατές παρακολουθούμε πάλι ανδραγαθήματα και φαντασίες, έστω και ως παρελθόν, κι επειδή οι επίγονοι έχουν πάντα μια σαφή ιδέα για τους ήρωες, πως είναι απαραίτητοι μόνο ως αγάλματα, κι επειδή εξορίζουμε κάθε εποχή αναθέτοντάς την σε ήρωες, (κάποτε το Νοέμβρη μαζευόμασταν σε ταβέρνα, εις ανάμνησιν και ενταφιασμό εκείνου του παλιού που τον διαβρώνει η πολυκαιρία και η χρήση, “ήρωες Πολυτεχνείου” κι εμείς, χωρίς άγαλμα ακόμα αλλά με δικούς μας ονοματισμένους δρόμους, σάρκινοι και αποκαθηλωμένοι – κι αν μένει κανένας ζωντανός ως όνειρο, δεν προσφέρεται για συναναστροφή και παράδειγμα), κι επειδή, κι επειδή…. ας μιλήσουμε για ήρωες (“Να μιλήσω για ήρωες, να μιλήσω για ήρωες. Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά…”, με τον τρόπο του Γ. Σεφέρη).
Ο Πάνος φοβόταν πολύ, αλλά ήταν τακτικός στο ραντεβού, να βρίσκει τηλέφωνο για να στέλνει τις ανταποκρίσεις από την Ελλάδα στο εξωτερικό, ώσπου κάποια φορά το τηλέφωνο ήταν παγιδευμένο και πριν προλάβει να πει μερικές λέξεις η Ασφάλεια είχε κυκλώσει την πλατεία. Ξέφυγε. Και την επόμενη, με πολλαπλασιασμένο φόβο, ήταν πάλι συνεπής. Ο Θωμάς δεν ήξερε από κομμουνιστικά, μονάχα μια ηθική ιδέα, κι έτρεμε τους ασφαλίτες που γέμιζαν κάθε μέρα τη σχολή. Αλλά όταν μαζεύτηκαν στα σκαλάκια για συνέλευση σηκώθηκε και μίλησε κι ας τον πιάσουν.
Στο διπλανό διαμέρισμα η οικογένεια είχε μια μικρή συγγένισα από το χωριό, ως υπηρέτρια, κι αίφνης την είδα ν’ ανεμίζει μια σημαία στην κολώνα, πάνω από το σύνθημα “Έξω αι ΗΠΑ”.
Ο Νίκος δεν είχε τίποτα προβλέψει, αλλά έπρεπε να είναι με τους μαθητές του στις καταλήψεις εκείνη τη νύχτα.
Μια μάνα ξεβράστηκε στη Λέρο μόνη, στη θάλασσα είχε αφήσει έναν άντρα και τέσσερα παιδιά. Και τα φάρμακα που της έδιναν οι ψυχίατροι δεν την έπιαναν.
Κι ένας πατέρας πέρασε το κοριτσάκι του από τον Έβρο και πνίγηκε στη προσπάθεια, αλλά το κοριτσάκι σώθηκε.
Ας αφήσουμε λοιπόν τ’ αγάλματα να αποκοιμηθούν. Κι ας μιλήσουμε για ήρωες. “Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά”!..