Επιτυχημένη μπορεί να θεωρηθεί η τακτική του μαστίγιου και του καρότου που ακολούθησαν ΗΠΑ και ΕΕ εναντίον του Ιράν, καθώς το Σιιτικό κράτος εγκατέλειψε το πυρηνικό του πρόγραμμα και πλέον η Δύση άρει, ως ανταμοιβή, τις οικονομικές κυρώσεις που είχε επιβάλει.
του Άρη Χατζηστεφάνου
Μια αγορά ενέργειας «πνιγμένη» στο πετρέλαιο αλλά και ένας αγώνας δρόμου των οικονομικών υπερδυνάμεων να πλασαριστούν στις νέες συνθήκες που δημιουργούνται στη Μέση Ανατολή θα είναι τα άμεσα αποτελέσματα της άρσης των κυρώσεων εναντίον του Ιράν, στην οποία προχώρησαν την περασμένη εβδομάδα οι ΗΠΑ και η ΕΕ. Χάρη σε μια λεόντειο συμφωνία που ανάγκασε το Ιράν να εγκαταλείψει και να καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος του πυρηνικού του προγράμματος η Δύση αποφάσισε να άρει τις κυρώσεις που είχε επιβάλλει από το 2011 και να απελευθερώσει ιρανικά κεφάλαια που κρατούνταν παράνομα σε θησαυροφυλάκια ξένων χωρών. Αν και ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Τζον Κέρι, αφήνει αρκετά ανοιχτά παραθυράκια με τα οποία θα μπορούσε να επαναφέρει όχι μόνο τις κυρώσεις αλλά και την απειλή πολέμου με το Ιράν, η συμφωνία έχει πραγματικά ιστορική σημασία και για τις δυο πλευρές.
Από την πλευρά των ΗΠΑ, οι αναλογικά ελάχιστες υποχωρήσεις, σημαίνουν ότι η πολεμική και διπλωματική μηχανή της Ουάσιγκτον θα μπορεί να στραφεί ανενόχλητη προς τους νέους οικονομικούς αντιπάλους της, δηλαδή την Κίνα και τη Ρωσία. Ούτως η άλλως το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν αποτελούσε πάντα ένα πρόσχημα προκειμένου να φθείρουν, μέσω των κυρώσεων, την κυβέρνηση στην Τεχεράνη. Ειδικά από το 2011, με τη συνεργασία και της ΕΕ, το εμπάργκο είχε μειώσει κατά 50% τα έσοδα από το πετρέλαιο ακυρώνοντας εκ των πραγμάτων κάθε προσπάθεια του πολιτικού και θρησκευτικού κατεστημένου του Ιράν να συνάψει κάποιου είδους κοινωνικό συμβόλαιο με τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού αλλά και να συντηρήσει τους εσωτερικούς μηχανισμούς του.
Η τακτική απέδωσε καθώς συνέβαλε στην αναρρίχηση στην εξουσία του Χασάν Ρουχανί, του πλέον φιλοδυτικού προέδρου που έχει γνωρίσει το Ιράν από τα χρόνια του Σάχη. Ενδεικτική πάντως του γεγονότος ότι η συμφωνία με τις ΗΠΑ έχει γίνει αποδεκτή από όλα τα τμήματα της πολιτικής και οικονομικής ελίτ (συμπεριλαμβανομένων των σκληροπυρηνικών Φρουρών της Επανάστασης) ήταν η ταχύτητα με την οποία απελευθερώθηκαν δέκα μέλη του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού που συνελήφθησαν στα ιρανικά χωρικά ύδατα και μάλιστα σε απόσταση αναπνοής από στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη νήσο Φαρσί του Περσικού Κόλπου.
Μια από τις σημαντικότερες επιπτώσεις από την χαλάρωση των κυρώσεων για την παγκόσμια οικονομία θα είναι η περαιτέρω αύξηση της προσφοράς πετρελαίου που αναμένεται να οδηγήσει την τιμή σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα. Ήδη χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει βρεθεί η ιρανική οικονομία για να εξασφαλίσουν προνομιακές τιμές στην παροχή ενέργειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι αμερικανικά μέσα ενημέρωσης προειδοποιούν ανοιχτά το Λευκό Οίκο ότι οι εμπορικοί του αντίπαλοι κινούνται ταχύτερα για να εκμεταλλευθούν τις νέες συνθήκες: «Οι αμερικανικές επιχειρήσεις μπορεί να είναι ο μεγάλος χαμένος» προειδοποιούσε το CNN το οποίο κοσμούσε τα ρεπορτάζ του με τον τίτλο «εταιρείες της ΕΕ έτοιμες να χτυπήσουν την ιρανική λεία». Η ανησυχία των αμερικανικών ελίτ επεκτείνεται εκτός από την ενέργεια και στα οπλικά συστήματα (όπου επιχειρεί να εμπλακεί η Κίνα και η Ρωσία) αλλά και σε καταναλωτικά αγαθά όπου κυριαρχούν οι ευρωπαϊκές εταιρείες. Παρόλα αυτά ο βασιλιάς πετρέλαιο θα παραμείνει ο καθοριστικότερος παράγοντας των οικονομικών και γεωπολιτικών εξελίξεων. Παρά το γεγονός ότι οι αγορές έχουν προεξοφλήσει εδώ και μήνες την αύξηση της προσφοράς από το Ιράν, μια παρατεταμένη μείωση της τιμής ακόμη και στα 25 δολάρια το βαρέλι, θα έχει δραματικές επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία.
Μέχρι σήμερα οι τεχνητά χαμηλές τιμές οφείλονται, σε σημαντικό βαθμό, και στο γεωπολιτικό παιχνίδι της Σαουδικής Αραβίας η οποία «πλημμύρισε» την αγορά του μαύρου χρυσού προκειμένου να χτυπήσει τα έσοδα γεωπολιτικών αντιπάλων των ΗΠΑ, όπως η Ρωσία και η Βενεζουέλα, αλλά και να δυναμιτίσει τις προσπάθειες του ΟΠΕΚ για την χάραξη κοινής ενεργειακής πολιτικής. Παρόλα αυτά η ζημιά στα έσοδα των πετρελαιοπαραγωγών έχει προκαλέσει τεράστια προβλήματα και στη σαουδαραβική οικονομία οδηγώντας αρκετούς αναλυτές στην (ακραία αλλά όχι απίθανη) πρόβλεψη ότι ο Οίκος των Σαούντ θα μπορούσε να χρεοκοπήσει μέχρι το 2020. Καθώς τα συναλλαγματικά αποθέματα του βασιλείου εξανεμίζονται (λόγω και των τεράστιων πολεμικών δαπανών για τη Συρία και την Υεμένη) και η ανεργία των νέων καλπάζει, η Σαουδική Αραβία εισέρχεται σε μια περίοδο οικονομικής και κοινωνικής αστάθειας με απρόβλεπτες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία και την ειρήνη στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Το Ριάντ έχει αποδείξει ήδη ότι θα κάνει ότι περνά από το χέρι του προκειμένου να αποτρέψει την προσέγγιση της Τεχεράνης με την Ουάσιγκτον ακόμη και αν αυτό σημαίνει ανοιχτή συνεργασία με το Ισραήλ κι ενίσχυση τρομοκρατικών δικτύων σε ολόκληρο τον κόσμο. Η πρόσφατη εκτέλεση του Σιίτη κληρικού Νιμρ αλ Νιμρ αλλά και η κλιμάκωση των επιχειρήσεων στην Υεμένη (με χτυπήματα ακόμη και σε ιρανικούς στόχους) δείχνει ότι το βασίλειο των Σαούντ δεν θα διστάσει, αν χρειαστεί, να αιματοκυλίσει εκατομμύρια ανθρώπους προκειμένου να κυριαρχήσει στα ψυχρά και θερμά μέτωπα της περιοχής και να επαναφέρει την εσωτερική του συνοχή.
Παρά το γεγονός λοιπόν ότι η αμερικανική προσέγγιση με το Ιράν περιορίζει το ενδεχόμενο μιας ανοιχτής σύγκρουσης των δυο χωρών και επαναφέρει την Τεχεράνη στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη αρκετοί από τους στρατηγικούς συμμάχους των ΗΠΑ μπορούν να εξασφαλίσουν το ξέσπασμα νέων εντάσεων σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.