του Θανάση Σκαμνάκη
Ας κάνουμε πως δεν έχουμε καταλάβει. Κι ας μιλήσουμε για τον καιρό. Για τη φθίση των οπωρών, για την έκλειψη του ηλιοβασιλέματος, για την αποχώρηση των θερινών προσδοκιών.
Τουτέστιν για θέματα Σεπτεμβρίου, όπου αρχίζουν τα σχολεία, έχει πυκνώσει η κίνηση στις λεωφόρους, δεν βρίσκεις θέση να παρκάρεις κι άλλα παρόμοια. Παλιά ανοίγανε και οι χειμερινοί κινηματογράφοι. Τώρα το παρατείνουν όσο μπορούν σ’ ένα ψευδεπίγραφο μετα-καλοκαίρι (καθώς τα μετά- έχουν γίνει πολύ «ιν»). Το οποίο δυστυχώς δεν μπορεί να διασκεδάσει την εντύπωση αυτού που είναι. Δηλαδή μια δύσκολη περίοδος επιστροφής στο μέσα, (μέσα στο σπίτι, μέσα στην ταβέρνα, μέσα σου) που προσπαθείς να ξεγελάσεις κάνοντας σχέδια, εκπονώντας μελέτες και προοπτικές, οργανώνοντας «δράσεις» κοκ. Μου φαινόταν, και μου φαίνεται ακόμα, ανατριχιαστικό εκείνο το «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του», που κυριαρχούσε όταν ήμασταν παιδιά και γυρίζαμε στα σχολεία, το οποίο επαναλάμβαναν σαδιστικά οι μεγάλοι για να εκδικηθούν την ευτυχία μας.
Όλο το καλοκαίρι με ενοχλούν ξαπλώστρες, ομπρέλες, τραπεζάκια, μουσικές στην παραλία που πηγαίνω και τώρα με ενοχλεί που δεν υπάρχουν. Με πειράζει ο μήνας που φέρνει τη βροχή κι ας επιμένουν τα τραγούδια να λένε τόσα καλά για το Σεπτέμβρη. Σαν να ξορκίσουν ή για να γλυκάνουν. Είναι, μου φαίνεται, απλό. Αν τον Ιούλιο βρέξει, μυρίζει το χώμα, γυαλίζουν τα φύλλα, καθαρίζει ο ορίζοντας και τέτοια. Αν βρέξει το Σεπτέμβρη αμέσως πάς να βγάλεις απ’ τη ντουλάπα χειμωνιάτικα.
Διασχίσαμε ένα καλοκαίρι που μόλις μερικές χαραμάδες είχε αφήσει ανοιχτές για να διαφεύγουμε (όχι μόνο γιατί ήταν πυκνές οι ημερομηνίες όσο γιατί ήσαν πυκνές οι προσβολές), και πέσαμε σ’ έναν κατάφορτο Σεπτέμβρη. Καμιά δυνατότητα διαφυγής. Έστω για την εντύπωση.
Μόλις προλάβαμε να δούμε την τελευταία καλοκαιρινή ταινία κι αμέσως όταν βγήκαμε μας πρόφτασαν διενέξεις, εξαγγελίες, ψέματα, τα μεγάφωνα των καναλιών και οι εκφωνητές των ψευδών ειδήσεων, επαγγελίες που μόλις χθες διαψεύστηκαν από τους ίδιους επαγγελόμενους… Αλλά δυστυχώς όχι οι ακραιφνείς ήχοι των δρόμων και όχι οι καλύτερες εκδοχές των εαυτών μας.
Να, εκεί που προέτρεπα εαυτόν και αναγνώστες να κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε και να μιλήσουμε για τον καιρό, ήρθε ο καιρός και το γύρισε και ξανάφερε την κουβέντα σε ρέουσες ειδήσεις, εικόνες, εντυπώσεις κι αισθήματα, που κάτι υπονοούν, κάτι υποκρύπτουν – όταν ο καιρός είναι βαρύς φορτώνεται ακόμα περισσότερο φορτίο η κάθε λέξη κι είναι εύκολες οι παρεξηγήσεις, όπως και τα υπονοούμενα.
Λοιπόν όχι, ας γυρίσουμε ξανά στο καλοκαίρι. Αρνούμαι να χώσω τόσο απότομα το κεφάλι μου στο «σύννεφο έφερε βροχή» και τα λοιπά. Γιατί το καλοκαίρι είναι σαν την Αριστερά. Μια ιδέα για το πως θα ’πρεπε να είναι η ζωή μας. Κάθε φορά ελπίζεις, επενδύεις, σχεδιάζεις, αλλάζεις για να είσαι έτοιμος. Στο τέλος απολαμβάνεις περισσότερο τα σχέδια παρά την πράξη. Αλλά, σαν την Αριστερά, όσο κι αν σε διαψεύδει εσύ επανέρχεσαι και επιμένεις ξέροντας πως αυτά που θα απολαύσεις δεν είναι λίγα, ακόμα κι αν δεν διαρκούν.
Μέχρι κάποτε που το καλοκαίρι θα κάνει μια διαρκή ανατροπή.