του Θανάση Σκαμνάκη
Η χριστιανική μυθολογία, το πιο διαδεδομένο, αν όχι και το ωραιότερο παραμύθι του κόσμου, κορυφώνει την ένταση και οδηγεί στην κάθαρση με το θάνατο και την ανάσταση. Κι επειδή ο θάνατος είναι βαρύ συμβάν, ακόμα και για ένα παραμύθι, όπως και στους προπατορικούς μύθους, με τον Άδωνη της ελληνικής αρχαιότητας ή το Μίθρα των Περσών και των Ασσυρίων, ο οδηγούμενος στη θυσία πρέπει να είναι θεός ή να έχει κάτι από θεό, για να μπορεί να αναστηθεί.
Μόνον ένας θεός μπορεί να σηκώσει το βαρύ φορτίο ενός θανάτου και μιας ανάστασης. Ακόμα και ως σύμβολο! Στη συνείδηση και στον πολιτισμό μας, αιώνες τώρα, η ιδέα της θυσίας συνδέεται αδιάρρηκτα με κάθε μεγάλο σχέδιο ή όνειρο. Το ακριβό αντίτιμο που πρέπει να πληρωθεί. Η Ιφιγένεια να θυσιαστεί, για να αποπλεύσουν τα καράβια των Αχαιών, οι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου να κάνουν μια απονενοημένη έξοδο, για να στεριώσει η επανάσταση, ο Μπελογιάννης και χιλιάδες άλλοι να εκτελεστούν, για να στοιχειώσει το κάθε παρόν. Η παράδοσή μας είναι πολύ φορτωμένη με θυσίες.
Κι επειδή οι άνθρωποι δεν αντέχουν να τις βλέπουν μπροστά τους κάθε μέρα, υπενθύμιση των υποχρεώσεών τους, προσπαθούν να απομακρύνουν την υπενθύμιση, κρατώντας μόνο το ανώδυνο περικάλυμμα μιας θρησκευτικής ιστορίας, ενός μεταφυσικού συμβολισμού. Με αυτή την έννοια ο προσαρμοσμένος Χριστός είναι μια βολική παραμυθία, αν αφαιρεθεί από την ουσιαστική του παράδοση. Χρειαζούμενη πιθανώς και χρήσιμη. Όπως όταν από ένα ποτάμι αφαιρέσεις το νερό, το κάνεις πιο βατό, πιο φιλικό αλλά ελάχιστα γόνιμο. Ή όπως όταν το επίσημο κράτος αποφασίζει να τιμήσει τους εξόριστους και τους νεκρούς της Μακρονήσου και στήνει πομπές με δεσπότες, στρατηγούς και συναρμόδιους υπουργούς. Ή όπως όταν το υπουργείο δίνει επίδομα αντίστασης στους αγωνιστές. Ή όπως όταν προφέρεις λέξεις που από καιρό έχουν απωλέσει (ή έχεις αντικαταστήσει) το πραγματικό τους νόημα. Εντέλει όπως και με την ιστορία έτσι και με τους μύθους, το αναγκαίο αντικαθίσταται από το λιγότερο οδυνηρό, καθώς οι άνθρωποι φοβούνται να ελπίσουν, γιατί αυτό συνεπάγεται κόπο και προσπάθεια. Και πιθανώς μαρτύριο. Κι έχουν ξεσυνηθίσει. Όσο είναι δυνατό δηλαδή. Γιατί αναγκαίο είναι αυτό. Κάποια στιγμή θα ξαναγυρίσει και θα επιβάλει τη θέλησή του.
Με όσα κόλπα και δελτία ειδήσεων ή καιρού το εξορκίσεις, ξαναεμφανίζεται («και πόσο φως έκαψα/ψάχνοντας να βρω τρόπο», Κατ. Γώγου). Είναι τότε που οι μύθοι ξαναπαίρνουν την πραγματική τους αξία και οι θυσίες τού παρελθόντος αντικαθίστανται από παρούσες. Και ο πάσχων, ο θανών Χριστός, περιλαμβάνεται στα όνειρα του ανθρώπου που αναζητά συνεχώς την ανάσταση, ακόμα κι όταν δεν πιστεύει σ’ αυτήν.