του Θανάση Σκαμνάκη
Μερικές φορές δεν ξέρεις τι είναι χειρότερο. Η συνειδητή ματαίωση των ελπίδων που καλλιέργησες όταν αλλάζεις πορεία ή μήπως το γεγονός ότι οι άνθρωποι υποκύπτουν στη ευπιστία τους και αποδέχονται ως φυσικη την αλλαγή, ακόμα περισσότερο την υπερασπίζονται, εκπίπτοντας οι ίδιοι;
Η κυβέρνηση βγήκε με θορυβώδεις διακηρύξεις. Την πίστεψαν αρκετοί άνθρωποι πριν από τις εκλογές. Την πίστεψαν και την υποστήριξαν πολλοί περισσότεροι έπειτα από αυτές, όταν μιλούσε για συνέπεια στις προεκλογικές δεσμεύσεις και αντίσταση στην ευρωζωνική ληστεία. Δεν ήταν επανάσταση, δεν ήταν καν ανατροπή, αλλά αυτά ήθελαν να ακούσουν τ’ αφτιά μας ύστερα από πολύχρονη άσκηση στο «ρεαλισμό», στο «είμαστε υποταγμένοι και δεν έχουμε τίποτα να περιμένουμε». Ήταν μια ανακούφιση, μια επιστροφή στο αυτονόητο. Τώρα λοιπόν που η κυβέρνηση τ’ αλλάζει, όσοι από μας θέλουμε να πιστεύουμε μέχρι όπου βλέπουν τα μάτια μας γιατί μας φοβίζει το πραγματικό προσαρμόζουμε τις ελάχιστες απαιτήσεις μας στο ακόμα πιο ελάχιστο. Έστω κι έτσι, είναι καλύτερα, λέμε, φτάνει να πάρει μερικά μέτρα και εντέλει να μη γίνουν τα πράγματα χειρότερα: με την απογοήτευση και τη δυσπιστία ως κληρονομημένο δικαίωμα, αλλά έχοντας και πάλι προσαρμόσει τις προσδοκίες στο προφανές εφικτό και αποκλείσει από τη συνείδησή μας το αφανές ζητούμενο, το οποίο ξαναγίνεται αδύνατο.
Αυτό, η έκπτωση της συνείδησή μας, είναι το χειρότερο, λες. Γιατί δεν αναβάλλει την ελπίδα, τη ματαιώνει. Προειδοποιούσες πως με ευρωζώνη και πίστη στην ΕΕ δεν μπορούν να γίνουν παρά ελάχιστα και πολύ περισσότερο δεν γίνεται αντίσταση στους εκβιαστές. Ακουγόσουν σαν κάποιος που αναζητά το αδύνατο σε έναν κόσμο που έχει λατρέψει το δυνατό, δηλαδή το ελάχιστο. Και κυρίως το χωρίς κόπο. Κι εμάς δεν θέλανε ν’ ακούσουν τ’ αφτιά μας δύσκολα. Συμπάθησέ μας τους αδύναμους!
Είναι καλύτερα από πριν, συμφωνείς: Ούτε λόγος. Μόνο που μπορεί να γίνουν και χειρότερα. Όταν ματαιωθούν οι ελπίδες οι άνθρωποι επιστρέφουν συχνά σ’ αυτό το κενό που οδηγεί όχι στην ήττα αλλά στην παράδοση χωρίς αγώνα. Αυτό είναι που χρειάζεται να αποτρέψουμε. Με πεποίθηση στο ρεαλισμό που διεκδικεί το αναγκαίο, όχι το εφικτό, που δεν απογειώνεται σε μακρινές αστρικές σφαίρες επιθυμιών αλλά επιμένει στη δυνατότητα του καθημερινού. Η εμφάνιση αυτής της κυβέρνησης στο προσκήνιο μάς επέτρεψε να δούμε καθαρά πώς μπορούν να γίνουν περισσότερα πράγματα από όσα η τηλεπολιτική μάς επιτρέπει να δούμε και αποκάλυψε ακόμα και στους πλέον εύπιστους ότι ο ευρωπαϊκός κορσές είναι πολύ στενός για να χωρέσει όνειρα και επιθυμίες λαών. Έκανε εφικτή και αναγκαία μια μεγάλη λαϊκή συμπαράταξη που θα διεκδικεί την επιβίωση και την ανατροπή, τις συντάξεις μαζί με τη μείωση των ωρών εργασίας, τις συλλογικές συμβάσεις και τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από ευρωζώνη και ΕΕ και έναν νέο διεθνισμό. Για να μην υποκύψουμε στη μιζέρια, όχι μόνο εκείνη που δημιουργεί η παραίτηση αλλά κι εκείνη που συνεπιφέρουν οι μεγάλες κουβέντες, όταν μένουν κενές και μόνες. Γιατί η ανατροπή και η επανάσταση δεν είναι λέξεις που κλίνονται, είναι ιδέες που ζουν πραγματικά, σε πραγματικό κόσμο.
Ίσως έτσι αποδειχθεί τι είναι ο ρεαλισμός!