ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ
«Η σύνδεση της αποπληρωµής των οµολόγων µε ρήτρα ανάπτυξης, αν δεν συνδυαστεί µε διαγραφή του µεγαλύτερου µέρους του χρέους, τότε θα αφήσει το χρέος εκεί στραγγαλίζοντας επ’ αόριστον την ελληνική κοινωνία» τονίζει στο Πριν η οικονοµολόγος και καθηγήτρια στο ΕΜΠ Σ. Αντωνοπούλου
– Τα τελευταία χρόνια το δηµόσιο χρέος και τα ελλείµµατα κυριαρχούν στην ατζέντα της οικονοµικής πολιτικής σε όλη την Ευρώπη, µε πρωτοβουλία της ΕΕ. Ποιο κατά βάθος είναι το ζητούµενο πίσω από αυτή την επιλογή;
Είναι κυρίως η επιβολή της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας. To δηµόσιο χρέος των υπερχρεωµένων χωρών και ιδιαίτερα της Ελλάδας, η οποία έχει επιλεχθεί ως το κατεξοχήν πειραµατόζωο της ΕΕ, γίνεται ο βασικός µοχλός επιβολής ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών (απελευθέρωση αγορών, µεταξύ των οποίων και της αγοράς εργασίας, αποδόµηση κράτους πρόνοιας, ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικών τοµέων της οικονοµίας κ.λπ.). Θα πρέπει να σηµειώσουµε ότι νεοφιλελεύθερες πολιτικές εφαρµόζονται και στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, αλλά σε ηπιότερο βαθµό απ’ ό,τι στις υπερχρεωµένες χώρες. Όσον αφορά τα δηµοσιονοµικά ελλείµµατα, ο µηδενισµός τους ή η µετατροπή τους σε πλεονάσµατα είναι βασικός πυλώνας της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας (Συνθήκη του Μάαστριχτ).
– Το ελληνικό δηµόσιο χρέος πρέπει να αποπληρωθεί ή όχι;
– Ακόµη κι αν υποθέταµε ότι πρέπει να αποπληρωθεί, απλούστατα δεν είναι δυνατό να αποπληρωθεί – κι ας θυσιαζόντουσαν πέραν της σηµερινής και µελλοντικές γενιές Ελλήνων προς όφελος των διεθνών τοκογλύφων.
– Ευθύνεται ο ελληνικός λαός για τηνδηµιουργία του;
Ασφαλώς όχι. Είναι στην πραγµατικότητα αποτέλεσµα της κερδοσκοπίας επί των ελληνικών κρατικών οµολόγων από τις ευρωπαϊκές επενδυτικές τράπεζες, οι οποίες διασώθηκαν µε τη µεταφορά του αβάσταχτου βάρους στον ελληνικό λαό. Ας σηµειώσουµε ότι οι επενδυτικές τράπεζες κολοσσοί (στην πραγµατικότητα κερδοσκοπικές τράπεζες), τόσο οι ευρωπαϊκές όσο και οι αµερικανικές, µε την αχαλίνωτη και ανεύθυνη κερδοσκοπία τους ευθύνονται για την παγκόσµια χρηµατοπιστωτική κρίση του 2007-2009.
Οι τράπεζες αυτές διασώθηκαν µε τη διοχέτευση τρισεκατοµµυρίων για τη στήριξή τους. Τα θηριώδη αυτά ποσά µετατράπηκαν σε δηµόσια χρέη, τα οποία αποπληρώνονται τώρα από τους ευρωπαϊκούς και τον αµερικανικό λαό (η περίπτωση του ελληνικού τραπεζικού συστήµατος δεν υπάγεται ακριβώς στο σχήµα αυτό, καθώς οι ελληνικές τράπεζες δεν ήταν ιδιαίτερα εκτεθειµένες στα λεγόµενα «τοξικά» χρηµατοοικονοµικά προϊόντα). Η παράνοια του καπιταλιστικού συστήµατος και των πολιτικών εκπροσώπων του είναι ότι οι τράπεζες αυτές δεν επαναρρυθµίστηκαν, ώστε να αποτραπεί µια µελλοντική παγκόσµια χρηµατοπιστωτική κρίση. Να επισηµάνουµε πως το διεθνές χρηµατοπιστωτικό σύστηµα άρχισε να απελευθερώνεται (απορρύθµιση) σταδιακά από τα µέσα της δεκαετίας του 1970. Η απελευθέρωση του διεθνούς χρηµατοπιστωτικού συστήµατος είναι θεµελιώδης πλευρά της νεοφιλελεύθερης παγκοσµιοποίησης.
– Μπορεί η πρόταση για έκδοση οµολόγων χωρίς ηµεροµηνία λήξης, την οποία πρότεινε ο Γ. Βαρουφάκης, να αποτελεί λύση για το χρέος;
– Ασφαλώς όχι. Η πρόταση αυτή είναι ένα πυροτέχνηµα του Γ. Βαρουφάκη. Τα οµόλογα αυτά (perpetual bonds) έχουν προ πολλού πάψει να εκδίδονται από κράτη, καθώς θεωρούνται και είναι στην πραγµατικότητα ακριβός τρόπος χρηµατοδότησης. Για µια υπερχρεωµένη χώρα όπως η Ελλάδα το επιτόκιο, λόγω του ενεχόµενου ρίσκου, µπορεί να είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Αλλά και η σύνδεση της αποπληρωµής των οµολόγων µε ρήτρα ανάπτυξης (το άλλο σκέλος της πρότασης Βαρουφάκη), αν δεν συνδυαστεί µε διαγραφή του µεγαλύτερου µέρους του χρέους, δεν σηµαίνει τίποτε άλλο παρά την αποπληρωµή µικρότερων ή µεγαλύτερων ποσών τοκοχρεολυσίων ανάλογα µε το ρυθµό ανάπτυξης. Το χρέος όµως θα παραµένει εκεί, στραγγαλίζοντας επ’ αόριστον την ελληνική οικονοµία και κοινωνία.
– Τι πρέπει να γίνει για το δηµόσιο χρέος;
– Αν δεν διαγραφεί το µεγαλύτερο µέρος του, δεν είναι δυνατό να απελευθερωθούν πόροι για την οικονοµική ανάπτυξη, την απορρόφηση της πρωτοφανούς ανεργίας, την αντιµετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και της φτωχοποίησης του ελληνικού λαού.
– Μια ριζοσπαστική λύση σαν κι αυτήν θα είναι πρόθυµοι να την αποδεχθούν οι πιστωτές;
Η Ευρώπη σήµερα βρίσκεται κάτω από την µπότα της Γερµανίας, η οποία είναι το κύριο κέντρο απ’ όπου εκπορεύονται οι ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, δηλαδή οι ακραίες πολιτικές λιτότητας. Στην πραγµατικότητα η Γερµανία διεξάγει σήµερα ένα νέο πόλεµο για να καθυποτάξει την Ευρώπη, αυτή τη φορά µε οικονοµικά µέσα. Η πολιτική αυτή είναι παρανοϊκή (όπως και οι προηγούµενες απόπειρες της Γερµανίας), διότι είναι εντελώς αδιέξοδη, όπως αποδεικνύεται περίτρανα στην περίπτωση της Ελλάδας, ενώ παράλληλα προκαλεί ανείπωτη για τα µεταπολεµικά δεδοµένα οδύνη στους ευρωπαϊκούς λαούς, πράγµα το οποίο θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα σε κοινωνικές εκρήξεις, καθώς οι ευρωπαϊκοί λαοί είναι διαπαιδαγωγηµένοι από την ιστορία τους στους κοινωνικούς αγώνες.
Η Γερµανία αισθάνεται ακόµη, τουλάχιστον φαινοµενικά, παντοδύναµη. Αρνείται την οποιαδήποτε συζήτηση για αποµείωση του χρέους, παρόλο που το ελληνικό αίτηµα βρίσκει πολλές φωνές συµπαράστασης κυρίως στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού (βλ. δηµοσιεύµατα Μπλούµπεργκ, Ουάσινγκτον Ποστ, κ.λπ.). Εντούτοις και η Γαλλία και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά αρνούνται την αποµείωση του ελληνικού χρέους. Αλλά οι ασκούµενες, γερµανικής κοπής πολιτικές πλήττουν κυρίως τον ευρωπαϊκό Νότο. Αυτό δηµιουργεί ρήγµα στην ευρωζώνη, το οποίο δοκιµάζει καίρια τις αντοχές της. Τόσο περισσότερο που η ευρωζώνη βρίσκεται σε ιδιαίτερα εύθραυστη ισορροπία. Αυτό είναι και το κυριότερο όπλο που η Ελλάδα διαθέτει.
Επιστροφή σε εθνικό νόµισµα για άσκηση εθνικής κυριαρχίας
Δηλαδή η σύγκρουση µε τους πιστωτές της κι ένα αδιέξοδο στις διαπραγµατεύσεις που θα οδηγούσε σε στάση πληρωµών θα έπληττε καίρια την ευρωζώνη και θα οδηγούσε µε µαθηµατική ακρίβεια στην κατάρρευσή της, καθώς θα δηµιουργούσε φαινόµενα ντόµινο. Η κατάρρευση της ευρωζώνης θα προκαλούσε µία νέα παγκόσµια χρηµατοπιστωτική κρίση, χειρότερη από αυτήν του 2007-2009. Αυτό είναι που φοβούνται και οι Αµερικανοί και ακριβώς γι’ αυτό ο πρόεδρος Μπ. Οµπάµα είπε ότι η επίλυση της ελληνικής κρίσης είναι προς το συµφέρον και της αµερικανικής οικονοµίας. Αυτό εννοούσε και ο βρετανός υπουργός οικονοµικών Τζ. Όσµπορν όταν είπε, µετά τη συνάντησή του µε τον Βαρουφάκη, ότι η διαµάχη Ελλάδας και ΕΕ αντιπροσωπεύει σήµερα τον µεγαλύτερο κίνδυνο για την παγκόσµια οικονοµία. Αυτό δεν έχει ίχνος υπερβολής. Η αµερικανική και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν µπορούν να αντιµετωπίσουν µια νέα παγκόσµια χρηµατοπιστωτική κρίση, καθώς έχουν εξαντλήσει τα οπλοστάσιά τους για την αντιµετώπιση της προηγούµενης, η οποία µετασχηµατίστηκε από χρηµατοπιστωτική κρίση σε κρίση κρατικών χρεών. Δεν είναι υπερβολή να πούµε ότι σ’ αυτές τις συνθήκες ο Γολιάθ (Γερµανία) είναι σε µειονεκτική θέση σε σχέση µε τον Δαβίδ (Ελλάδα), αρκεί ο τελευταίος να συνειδητοποιήσει τη δύναµή του.
– Ποια πιστεύετε ότι πρέπει να είναι τα χαρακτηριστικά µιας αριστερής πολιτικής στην οικονοµία σήµερα;
– Εξαρτάται από το πώς εννοεί κανείς την αριστερή πολιτική. Αν ως αριστερή πολιτική εννοούµε την έξοδο από την ύφεση, την αντιµετώπιση της ανεργίας, την επαναδόµηση του κοινωνικού κράτους, την αντιµετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης κ.λπ., τότε είναι απαραίτητη η εφαρµογή κεϋνσιανών πολιτικών (αύξηση δηµοσίων δαπανών και µείωση φόρων, δηλαδή κατ’ ανάγκη ελλειµµατικοί προϋπολογισµοί, κ.λπ.).
Παράλληλα χρειάζεται επανεκκίνηση της οικονοµίας και µέσω των εξαγωγών. Αυτό µπορεί να επιτευχθεί γρήγορα και αποτελεσµατικά µέσω υποτίµησης του νοµίσµατος. Αυτόν όµως τον νοµισµατικό µοχλό δεν τον διαθέτουµε όσο δεν έχουµε δικό µας νόµισµα (το εθνικό νόµισµα είναι γενικότερα απαραίτητο για την άσκηση οικονοµικής κυριαρχίας, χωρίς την οποία είναι κανείς αναγκασµένος να ακολουθεί οικονοµικές πολιτικές που ευνοούν τους ισχυρότερους). Επιπλέον, όπως είναι φανερό από τα παραπάνω, είναι απολύτως αναγκαία η διαγραφή του µεγαλύτερου µέρους του χρέους, ώστε να απελευθερωθούν πόροι για την ανάπτυξη και την άσκηση κοινωνικής πολιτικής .
Αν, τώρα, ως αριστερή πολιτική εννοούµε πέραν των ανωτέρω µια αντικαπιταλιστική ρήξη αυτό, όπως είναι ευνόητο, προϋποθέτει την αποφασιστική κινητοποίηση του λαού και τη σταδιακή δηµιουργία επαναστατικών συνθηκών. Κάτι τέτοιο όµως δεν βρίσκεται προς το παρόν στην ηµερήσια διάταξη της ιστορικής συγκυρίας. Αλλά η Ιστορία είναι απρόβλεπτη.
*Η Σοφία Αντωνοπούλου είνια καθηγήτρια στο ΕΜΠ με γνωστικό αντικείμενο την «Ελληνική και Διεθνή Οικονομία και Ανάπτυξη»