Μπροστά στην προαναγγελθείσα κρίσιμη μάχη
του Κώστα Μάρκου
Ίσως ποτέ, τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας, δεν προαναγγέλθηκε με τόση χρονική ακρίβεια μια επικείμενη μάχη τέτοιου δραματικού κοινωνικού χαρακτήρα όσον αφορά τα άμεσα και μακροπρόθεσμα αποτελέσματά της. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική της οδηγεί τον εαυτό της και το κίνημα σε ήττα. Ανάγκη για «άλλο», ανατρεπτικό, νικηφόρο αριστερό σχέδιο.
Η προαναγγελθείσα κοινωνική και πολιτική μάχη έρχεται ντυμένη με τη «θεσμική» στολή των «180» και μέσα από ένα κοινοβουλευτικό και δημοσκοπικό προπέτασμα καπνού που δύσκολα κρύβει τις εμφυλιοπολεμικές ιαχές του κεφαλαίου που εξαπολύονται ιδιαίτερα από τη χρυσή αυγή του τοκοφόρου τραπεζικού κεφαλαίου, εγχώριου και διεθνούς.
Είναι τόσο βαθιά και γενική η δεύτερη, μετά το 1929-45, κρίση όλων των καπιταλιστικών σχέσεων και νόμων, ώστε το κεφάλαιο δεν μπορεί να «διαγράψει» ούτε καν ένα μικρό μέρος του ελληνικού χρέους για να «ανακουφίσει» και την αστική και την εργατική τάξη, δίνοντας στους Σαμαρά και Βενιζέλο το πολυπόθητο επικοινωνιακό σωσίβιο του «βγαίνουμε από το μνημόνιο για να μείνουμε στην ουσία του». Αντίθετα, τους σπρώχνει στην πολιτική και κοινωνική αναμέτρηση, όπως ο Τσώρτσιλ τον Γεώργιο Παπανδρέου, το 1943-‘44. «Δώσαμε πολλά στον Στάλιν για να αφήσουμε την Ελλάδα στους κομμουνιστές», έγραψε ο τότε πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας προς τον στρατηγό Σκόμπι εξηγώντας του γιατί πρέπει να αντιμετωπίσει την Αθήνα ως κατεχόμενη πόλη και τον ΕΛΑΣ ως εχθρό, [παρότι η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ είχαν υπογράψει το Λίβανο και την Καζέρτα]. «Δώσαμε 340 δισεκατομμύρια ευρώ στην Ελλάδα για να την αφήσουμε στους αριστερούς», λέει το κεφάλαιο σήμερα, όσο κι αν αγγίζει τα όρια ιεροσυλίας η σύγκριση της σημερινής ομάδας από «τρυφερά πόδια» που απαρτίζει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ακροναυπλιώτες αγωνιστές ηγέτες του ΚΚΕ, που στο κάτω – κάτω πήραν τα όπλα στο χέρι και μεγαλούργησαν με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει υπογράψει ήδη το δικό της «Λίβανο» και τη δική της «Καζέρτα», με τις πράξεις και τις αποφάσεις των τελευταίων μηνών. Είναι έτοιμη να υπογράψει και τη δική της «Βάρκιζα», πριν τα «Δεκεμβριανά», όπως προέβλεψε ο Μπαλτάκος. Κι όμως, οι ίδιοι οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου που «αποδέχονται» στα σαλόνια τους το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ, τον αντιμετωπίζουν με εμφυλιοπολεμικές κραυγές, σαν να ήταν το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ. Πώς εξηγείται αυτή η αντίφαση;
Εξηγείται από το γεγονός ότι είναι τόσο βαθιά, γενική και ιστορική η πολιτική και ιδεολογική αντιδραστικότητα του κεφαλαίου εξαιτίας της κρίσης, που φοβάται να δοκιμάσει ακόμη και το ευρωατλαντικά προσαρμοσμένο και τρομαγμένο ηγετικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ. Όχι γιατί το κεφάλαιο δεν μπορεί να ελέγξει αυτό το επιτελείο, αλλά γιατί ξέρει ότι το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί εύκολα να ελέγξει τις οξύτατες, λόγω της κρίσης, λαϊκές απαιτήσεις και εκρήξεις. Εξάλλου, μπορεί η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να υπέγραψε την Καζέρτα και τον Λίβανο, αλλά το ίδιο το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, η ευρύτερη βάση του εργατικού και λαϊκού κινήματος προσπέρασαν του δισταγμούς, την υποχωρητικότητα και τους συμβιβασμούς των ηγεσιών τους και οδήγησαν στη μεγαλειώδη σύγκρουση του Δεκέμβρη και του ΔΣΕ. Ωστόσο, η νίκη ή έστω η νικηφόρα προοπτική σε αυτές τις μάχες, όπως έδειξε η ακριβοπληρωμένη πείρα του Άρη, προϋποθέτει τον [έγκαιρο και σαφή διαχωρισμό από κάθε πολιτική ήττας και ένα διαφορετικό μετωπικό και μαχόμενο σχέδιο], πριν τις μάχες και όχι μετά την ήττα.
Βεβαίως, η σημερινή κατάσταση του εργατικού λαϊκού και νεολαιίστικου κίνηματος στην Ελλάδα (και διεθνώς) είναι σε καθοδική πορεία, παρά τα όσα υποστηρίζει ένα τμήμα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς κάνοντας το λάθος να μετατρέπει τις επιθυμίες της σε πραγματικότητα. Όμως, από την άλλη, η παλιότερη (π.χ., δικτατορία) αλλά και η πριν από δυο χρόνια εμπειρία της ταξικής πάλης (δίχρονο 2010-’12), δείχνει ότι, ειδικά στη χώρα μας, το εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα μπορεί να αναγεννάται μέσα από τις στάχτες του. Ήδη, κάποιες νέες σπίθες (φοιτητές, εργοστάσια κ.α.) δείχνουν ότι πιθανά να βρισκόμαστε στο τέλος της προηγούμενης ή ίσως, στην αρχή μιας νέας φάσης ανόδου των αγώνων. Σε αυτήν ακριβώς τη στιγμή, οι αποφάσεις, η πολιτική γραμμή και η δράση των πρωτοποριών της σύγχρονης κομμουνιστικής θεωρίας, της επαναστατικής στρατηγικής και της αντικαπιταλιστικής πολιτικής, θα παίξουν εάν όχι αποφασιστικό, σίγουρα σημαντικό ρόλο προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση.
Καμιά «Βάρκιζα» και ποτέ δεν έφερε την «ειρηνική συμβίωση» ούτε οδήγησε σε «αριστερή κυβέρνηση». Από αυτή τη σκοπιά, παρότι δεν αποκλείεται, δεν είναι καθόλου δεδομένη η ήττα της συγκυβέρνησης στο κοινοβουλευτικό πεδίο των «180». Το αντίθετο: είναι μάχη στο κατεξοχήν ευνοϊκό για την αστική τάξη πεδίο της ταξικής πάλης. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει υποτάξει την πολιτική του σε αυτό το πεδίο ενώ χρησιμοποιεί το μαζικό κίνημα ως «εικόνισμα» στα γραπτά των συνεδρίων και των Κεντρικών Επιτροπών του ή, το πολύ, ως «λαϊκό λόμπι» πίεσης για να κερδίσει κάποια δημοσκοπικά ποσοστά.
Η κομουνιστική επαναστατική Αριστερά, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η ανατρεπτική, ριζοσπαστική και μαχόμενη Αριστερά κινείται στον αντίποδα αυτής της εκ των προτέρων ηττημένης πολιτικής του κοινοβουλευτικού κρετινισμού. Δίνει κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα στην κοινοβουλευτική «μάχη των 180», συνεπώς, δεν την υποτιμά, όπως κάνει ο αντικοινοβουλευτικός κρετινισμός. Βαδίζει με όπλο τη δύναμη του ταξικού μαζικού κινήματος και όχι με οδηγό τις δημοσκοπήσεις, σαν να έχει πέσει η συγκυβέρνηση. Προετοιμάζεται για τη συμπυκνωμένη χρονικά ιστορική «στιγμή» από σήμερα μέχρι τον Φεβρουάριο – Μάρτιο, για τις αποφασιστικές κοινωνικές και πολιτικές μάχες πριν την κοινοβουλευτική «μάχη των 180». Με αυτόν τον τρόπο θα παρέμβει αποτελεσματικά [και στις εκλογές], εφόσον και όποτε αυτές γίνουν. Μόνο εάν «εισβάλει» στο κοινοβούλιο το εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα μπορεί να κερδηθεί, όχι μόνον η «μάχη των 180», της πτώσης της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, όχι μόνον η εκλογική μάχη, αλλά και να τεθεί το μεγάλο ζήτημα της αντικαπιταλιστικής ανατροπής του αντιδραστικού μνημονιακού κεκτημένου του κεφάλαιου, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Αυτό είναι, αντικειμενικά, το ουσιαστικό περιεχόμενο της επικείμενης 3ης Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Άμεσο, κρίσιμο πολιτικό καθήκον της αντικαπιταλιστικής και ευρύτερα της ανατρεπτικής Αριστεράς είναι να διαλύσει το κοινοβουλευτικό και δημοσκοπικό προπέτασμα της επερχόμενης κρίσιμης κοινωνικής και πολιτικής μάχης των «180». Και, κυρίως, να συμβάλει αποφασιστικά στη γρήγορη προετοιμασία για μια πολιτική εφόρμηση του εργατικού, λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος, με νέο ενωτικό πνεύμα, αυτοπεποίθηση και νικηφόρα προοπτική, χωρίς να ξεχνά ότι είναι μια κρίσιμη μεν, αλλά όχι η τελική μάχη στον παρατεταμένο πόλεμο για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της συνολικής επίθεσης του κεφαλαίου που θα ανοίξει τον περίφημο «επαναστατικό δρόμο».
Ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της
Το βαθύτερο κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο της «μάχης των 180» και της πραξικοπηματικής παραμονής της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, είναι:
Πρώτο, ο «ξαφνικός θάνατος» της λαϊκής ελπίδας για την εκδίωξη της συγκυβέρνησης, για «ανακούφιση» από την εξαθλίωση με την τρομοκρατία των «αγορών», την απειλή εμφυλίου και τον εξοβελισμό του μαζικού κινήματος και των πρωτοπόρων ηγετών του στη γκρίζα ζώνη των ποινικών διώξεων και φυλακίσεων. Αλλά και με την απατηλή υπόσχεση της «ήρεμης εξόδου από τα μνημόνια», με τα ψίχουλα «ανακούφισης», μαζί με την ολοκληρωτική συμμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ και παράλληλα, με την αναγόρευσή του σε νομιμόφρονα «αξιωματική αντιπολίτευση» ενάντια στην εργατική λαϊκή ανατρεπτική αυτενέργεια, οργάνωση και δράση.
Δεύτερο, η αδιατάρακτη συνέχεια του αντεργατικού, αντιλαϊκού και αντιδημοκρατικού μνημονιακού κεκτημένου με τις υποτελείς δανειακές συμβάσεις, τους 400 εφαρμοστικούς νόμους και τις νέες αντιδραστικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, ώστε να συνεχιστεί ομαλά η συλλογή φόρων, μισθών, σπιτιών, γης, δασών και ανθρώπινων ζωών υπέρ των τραπεζών, των πολυεθνικών επενδυτών και των πολυκλαδικών μονοπωλιακών επιχειρήσεων.
Τρίτο, η εφαρμογή νέων αντιδραστικών μέτρων και κυρίως, ο αντισυνδικαλιστικός αντιδημοκρατικός νόμος, η απελευθέρωση των απολύσεων, οι νέες μειώσεις μισθών και συντάξεων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, η προώθηση του ενδοεργατικού – ενδολαϊκού εμφυλίου με τις νέες σκόπιμες ανισότητες των μισθών και τον κατακερματισμό των εργασιακών σχέσεων, το περαιτέρω ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων και περιουσίας, τις κατασχέσεις της λαϊκής στέγης κ.α.
Τέταρτο, η αδιατάρακτη παραμονή της χώρας στο ευρώ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και, ταυτόχρονα, η ομαλή είσοδος και μόνιμη ένταξη στο αντιδραστικό νέο υπερμνημόνιο της ευρωσυνθήκης, στην ευρωπαϊκή υπερτράπεζα και στην μυστική αντιδημοκρατική ευρωατλαντική συνθήκη της σιδηράς περιφρούρησης των ληστρικών επενδύσεων, των κερδών και της περιβαλλοντικής καταστροφής, μαζί με την ένταξη στο νέο στρατιωτικό, επιθετικό δόγμα του ΝΑΤΟ.
Σε αυτή την ιστορική στιγμή, η μετωπική εργατική και λαϊκή δράση έχει σαν πολιτική βουκέντρα την αποτροπή του αντιδημοκρατικού κοινοβουλευτικού πραξικοπήματος των «180» και την ανατροπή της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ «από τα κάτω κι αριστερά». Όλα τα συνθήματα τακτικής δεν κάνουν για όλες τις στιγμές. Αλλά τώρα, κάθε υποχώρηση από αυτά τα δυο συνθήματα, θα μετατρέψει όλη τη μαχόμενη Αριστερά και το μαζικό κίνημα, είτε σε αριστερό ψάλτη της συγκυβέρνησης, είτε σε ουραγό του ΣΥΡΙΖΑ και σε κάθε περίπτωση, σε κοιμισμένο τηλεθεατή του καναλιού της Βουλής.
Με αυτή την βουκέντρα, η εργατική λαϊκή πάλη, επιδιώκοντας ένα μετωπικό εργατικό «Στάλιγκραντ», θα πρέπει να κινηθεί «από σήμερα» στην κατεύθυνση της ματαίωσης, ήττας ή κλονισμού ενός έστω από τα βάρβαρα μέτρα που προωθεί η συγκυβέρνηση για να βαθύνει την κρίση της. Οι σπίθες των νέων αγώνων που ξεσπούν, μπορούν να μετατραπούν σε πυρκαγιές, μόνο εάν ενωθούν σε ένα γενικό σχέδιο κοινής δράσης, ενότητας, αντεπίθεσης και ανατρεπτικής προοπτικής. Αλλά και κάποιες θετικές κινήσεις του ΠΑΜΕ, εάν δεν επιδιώκουν απλώς την κοινοβουλευτική ενίσχυση του «κόμματος», ή οι διαφοροποιήσεις της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ, εάν δεν υποτάσσονται στα όρια της πειθαρχίας των «δανειστών» και της ΕΕ, μπορούν να ενταχθούν σε ένα κοινό, συμφωνημένο, γενικό σχέδιο ταξικής ανασυγκρότησης και αντεπίθεσης του εργατικού κινήματος.
Αυτός ο προσανατολισμός μπορεί να δώσει νέο περιεχόμενο, μαχητική φυσιογνωμία και βαθύτερο εργατολαϊκό χαρακτήρα στις προσπάθειες για κοινή δράση, συσπείρωση, συμπόρευση, συμμαχία και συνεργασία της ανατρεπτικής Αριστεράς. Αλλά, κυρίως το αντίστροφο: αυτή η συσπείρωση αποτελεί την πολιτική προϋπόθεση για μια νέα νικηφόρα εκτίναξη των εργατικών λαϊκών αγώνων, για τον ανατρεπτικό πολιτικό ρόλο του μαζικού κινήματος.