του Διονύση Ελευθεράτου
«Αναβάπτιση» σε κολυμπήθρα «αντάρτικων» περιττωμάτων
Το χρήμα είναι το μοναδικό είδος που αναπαράγεται κάνοντας έρωτα με τον εαυτό του». Το έγραψε κάποτε ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, σαρκάζοντας τους κώδικες του λεγόμενου «καπιταλισμού-καζίνο». Ποιος είπε όμως ότι η σχετική αναπαραγωγική μέθοδος, που τόσο συχνά ευδοκιμεί στην οικονομική βάση του συστήματος, δεν εμπνέει και δυνάμεις του «εποικοδομήματος»;
Βάλτε στη θέση του καπιταλισμού-καζίνο τους πολιτικούς τζογαδόρους, φέρτε το ρήμα αναβαπτίζομαι στη θέση του αναπαράγομαι και θα έχετε την εικόνα της αηδιαστικής ελληνικής συγκυβέρνησης: πάλι θα «αναβαπτιστεί», λαμβάνοντας έγκριση από τον εαυτό της. Από τα «τάγματα» των «ημετέρων δυνάμεων», τόσο των εσαεί πειθαρχημένων όσο και των προσωρινών «ανταρτών». Ναι, εκείνων που αρχίζουν τα οργίλα «δεν πάει άλλο» και κατόπιν, στην ώρα της ψηφοφορίας, αποδεικνύουν ότι δεν τους πάει τίποτε άλλο πέραν της υποταγής.
Μια κυβέρνηση πλήρως καταρρακωμένη στη συνείδηση της κοινωνίας αναζητά αυτιστική «αναβάπτιση», σε μια κολυμπήθρα γεμάτη από πολιτικά πτώματα και από φρέσκα περιττώματα. Αφθονούν, αυτά τα τελευταία, στα παντελόνια των «ανταρτών» που κάθε τρεις και λίγο κηρύσσουν τον «πόλεμο» σε μεμονωμένες πτυχές της επιβαλλόμενης οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής θηριωδίας, καταλήγοντας πάντοτε εκεί που περιέγραφε η «Σωματική ανάγκη», το γνωστό τραγούδι του Σαββόπουλου. Με χειρότερο τρόπο, όμως. Διότι οι «πολεμιστές» του Σαββόπουλου είχαν κάποια δέντρα, για να καλυφθούν. Είχαν μαζί και τους αξιωματικούς τους. Τούτοι εδώ, οι σημερινοί, λερώνουν τα παντελόνια τους σε κοινή θέα και κατόπιν τα κατεβάζουν κιόλας, ενώπιον των «ανωτέρων» που τους εξευτελίζουν. Βαριά η καλογερική, βαρύτερες οι υποχρεώσεις στην αστική πολιτική.
Βαρύ όμως ήταν και το δίλημμα των «στρατηγών» Αντωνίου και Ευαγγέλου. Το «νηφάλιο» ψιθύρισμα διαφόρων συστημικών επιτελείων υπαγόρευε άλλο σενάριο: Εκλογές γρήγορα, μήπως και έχαναν μόνον αυτές κι όχι αβγά και πασχάλια. Μήπως και προέκυπταν υποφερτοί συσχετισμοί, με λιγότερο «κατράμι» για τις «δυνάμεις της ευθύνης» και περισσότερο… «Ποτάμι» στις καρέκλες του μετεκλογικού τοπίου. Διότι είναι σαφής η εκτίμηση των επιτελείων για τις επιπτώσεις του «πανδαμάτορος χρόνου» στις μελλοντικές εκλογικές επιδόσεις του νυν κυβερνώντος μπλοκ. Εκτιμήσεις που κάλλιστα συνοψίζονται σε ένα ποδοσφαιρικό σύνθημα: «Όσο νυχτώνει το αγγούρι μεγαλώνει».
Προτιμούν όμως να το «νυχτώσουν» ο -Ζίγδης εν αναμονή- Ευάγγελος και ο Αντώνιος που φιλοδοξεί προτού τον βρει κανένας όλεθρος τύπου «ναυμαχία στο Άκτιο» να μην έχει αφήσει απούλητο κανένα στρέμμα παράκτιο. Το προτιμούν, πρωτίστως διότι οι δουλειές «πρέπει» να κλείσουν. Κι αν νιώθουν χαμένοι για χαμένοι, γιατί να μην κρατούν τουλάχιστον τη διαπλοκή ικανοποιημένη; Ναι, «όσο νυχτώνει το αγγούρι μεγαλώνει». Μα «έχει ο Θεός»: νυχτώνει, αλλά ποιος ξέρει τι σου ξημερώνει, αν βγάλεις τη νύχτα; Στο κάτω κάτω τόσοι καρεκλοκένταυροι που έχουν χάσει προ πολλού την ελπίδα ότι θα κυκλοφορούν στις εκλογικές τους περιφέρειες με καθαρό κούτελο, γιατί να χάσουν και τους μισθούς μερικών μηνών ακόμη; Ποιος λέει ότι δυο απώλειες φτιάχνουν ένα «συν»; Γιατί να μη μείνουν στην καρέκλα κολλημένοι όσοι νιώθουν ούτως ή άλλως πολιτικά «τελειωμένοι»;
Η αστική πολιτική έχει τη «μεγαλόπνοη» στρατηγική της, έχει όμως και τις αγωνίες του «στρατεύματος», των ηγετών συμπεριλαμβανομένων. Έχει λοιπόν τη λογική της και η τελική επιλογή Σαμαρά-Βενιζέλου, να ρισκάρουν την επιμήκυνση του αγγουριού, το οποίο σε τελική ανάλυση θα γίνει απειλητικό μόνο έπειτα από την απομάκρυνση εκ της καρέκλας.
Αφήστε το άλλο: ποιος μπορούσε να εγγυηθεί ότι μια τωρινή εκλογική ήττα θα ήταν οπωσδήποτε «αξιοπρεπής», ότι θα οδηγούσε σε καταστάσεις, πράγματα και «τάγματα» που θα μπορούσαν σίγουρα να μαζευτούν; Προϋπόθεση για κάτι τέτοιο θα ήταν μια παντομίμα σύγκρουσης με την τρόικα. Ένα θεατρικό «ως εδώ». Ε, πόσο απίθανο θα ήταν να αποδειχθεί μπούμερανγκ μια τέτοια παράσταση του συγκεκριμένου θιάσου; Επί 2,5 χρόνια έπρηξαν τα συκώτια των πάντων με τον ισχυρισμό ότι θα αποδεικνυόταν ολέθριος κάθε άλλος δρόμος πέραν της συμμόρφωσης προς τις βουλήσεις δανειστών και «εταίρων». Να πουν τώρα στον κόσμο που έχει χάσει δουλειές, μισθούς, συντάξεις κι όνειρα, τι; Πως ξύπνησαν ένα πρωί και διαπίστωσαν ότι νοείται και κάτι άλλο; Ότι το… παίρνουν αλλιώς και αρθρώνουν ένα «ως εδώ», αφού προηγουμένως έφεραν την ελληνική κοινωνία στο «μη περαιτέρω»; Αυτό θα κουβαλούσε περισσότερο σουρεαλισμό κι από όσον αποπνέει η πολιτική μιας κυβέρνησης που ζητά ψήφο εμπιστοσύνης για να… γιορτάσει το «τέλος των Μνημονίων» – με το ασφαλιστικό πρώτο στο ρόλο του «μόσχου του σιτευτού», στο «γλέντι».
Γι’ αυτούς, «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Για την ελληνική κοινωνία, για τον κόσμο της εργασίας, μπρος χαμός και πίσω αίμα. Χαμός, διότι οι εγχώριες ελίτ και οι «υπερεθνική» τυραννία εκτιμούν πως δεν τα απωλέσαμε ακόμη όλα. Αίμα, διότι ήδη έχουμε χάσει πολύ, πάρα πολύ. Και ίσως χάσουμε κι άλλο, εάν συνεχίσουμε να απολαμβάνουμε το πολιτικό τους αδιέξοδο άπραγοι και αναμένοντες.