ΚΙΜΩΝΑΣ ΜΠΟΥΚΑΣ,
ΧΑΡΑ ΧΑΡΣΟΥ, Σκωτία
Στις 18 Σεπτεμβρίου με ένα τεράστιας σημασίας δημοψήφισμα οι κάτοικοι της Σκωτίας (στην οποία λειτουργεί κοινοβούλιο με περιορισμένες αρμοδιότητες από το 1999) θα κληθούν να αποφασίσουν εάν θα προχωρήσουν στη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους, αφήνοντας πίσω τους την ένωση με τη Μεγάλη Βρετανία. Όποια κι αν είναι η έκβαση του δημοψηφίσματος, είναι βέβαιο πως θα προκαλέσει πολιτικό σεισμό, καθώς κάποια απ’ τις δύο πλευρές θα υποστεί ιστορική ήττα. Με την πλευρά του «Όχι» στην ανεξαρτοποίηση τάσσονται τα τρία μεγαλύτερα βρετανικά κόμματα, τα οποία μαζί με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ έχουν επιδοθεί σε ένα όργιο τρομοκρατίας προειδοποιώντας για τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες της ανεξαρτησίας.
Είναι προφανές ωστόσο ότι αυτός που φοβάται στην πραγματικότητα είναι η άρχουσα τάξη, για την οποία η Βρετανία, ένα ιμπεριαλιστικό και πρωτοπόρο στην εφαρμογή νεοφιλελεύθερων δογμάτων κράτος, με τα εργατικά συνδικάτα να μην έχουν ακόμα συνέλθει από την ήττα που υπέστησαν την εποχή της Θάτσερ, αποτελεί πραγματικό παράδεισο. Παρόλο που η πλειοψηφία της Αριστεράς έχει ταχθεί ενεργά με το «Ναι», υπάρχουν αριστερές οργανώσεις και φωνές που στηρίζουν το «Όχι», αντιτείνοντας πως η επιθυμία για ανεξαρτησία είναι έκφραση εθνικιστής, οπισθοδρομικής εκτροπής. Ο κυρίαρχος εθνικισμός στο νησί ωστόσο είναι ο βρετανικός και όχι ο σκοτσέζικος.
Χαρακτηριστικό είναι πως με την πλευρά του «Όχι» έχουν ταχθεί όλες οι ακροδεξιές οργανώσεις, ενώ δεν υπάρχει ακροδεξιά οργάνωση με αναφορά στον σκωτσέζικο εθνικισμό. Άλλο επιχείρημα είναι ο κίνδυνος της διάσπασης του εργατικού κινήματος. Η ενότητα των εργατών όμως δεν υπαγορεύεται από τη συνταγματική μορφή του κράτους αλλά από την αλληλεγγύη και την κοινή δράση. Υπέρ της ανεξαρτησίας τάσσεται το κεντροαριστερό κυβερνών Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP), ενώ στα αριστερά του βρίσκεται η Καμπάνια Ριζοσπαστικής Ανεξαρτησίας (RIC), ένα μέτωπο στο οποίο συμμετέχουν οι Πράσινοι, οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς καθώς και ανεξάρτητοι αγωνιστές. Δεδομένου ότι ο σκοτσέζικος λαός ασχολείται πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια τόσο έντονα με την πολιτική, το δημοψήφισμα είναι μια χρυσή ευκαιρία για την αδύναμη σκοτσέζικη Αριστερά να έρθει σε επαφή με τον κόσμο και να διαδώσει τις ιδέες και το πρόγραμμά της. Κάτι τέτοιο πιθανότατα δεν έγινε σε ικανοποιητικό βαθμό αφενός λόγω του μικρού της μεγέθους, αφετέρου προκειμένου να διατηρηθούν στοιχειώδεις ισορροπίες με τον μεγάλο «κατά περίσταση σύμμαχο».
Παρακολουθώντας τη συζήτηση στο εσωτερικό της Αριστεράς, μένει συχνά κανείς με την εντύπωση ότι η ανεξαρτησία αυτόματα θα μετατρέψει τη Σκωτία σε έναν σοσιαλδημοκρατικό παράδεισο. Δεν χρειάζεται ωστόσο να ανατρέξουμε σε παλιότερα παραδείγματα τραγωδιών κεντροαριστερής διαχείρισης για να καταλάβουμε τι θα σημαίνει μια κυβέρνηση SNP σε μια ανεξάρτητη Σκοτία. Το ίδιο το SNP άλλωστε επιχειρηματολογεί υπέρ ενός φορολογικού συστήματος με χαμηλούς φόρους για τις επιχειρήσεις και την «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας» κάνοντας σημαντική δεξιά στροφή και στηρίζοντας ακόμη και την ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ σε αντίθεση με παλιότερα. Η εμμονή του μάλιστα στη μοναρχία και τη στερλίνα έκανε ακόμα και δεξιούς σχολιαστές να αναρωτηθούν ποιο το νόημα της ανεξαρτησίας αν στην πράξη δεν αλλάξει τίποτα ουσιαστικό.
Η συντριπτική πλειοψηφία των υποστηρικτών της ανεξαρτησίας δεν τη βλέπουν σαν αυτοσκοπό αλλά σαν μέσο για την αλλαγή της προς το καλύτερο. Διαισθανόμενοι τη δαμόκλειο σπάθη της πολιτικής του Γουέστμινιστερ να κρέμεται απειλητικά από πάνω τους, είναι έτοιμοι να αρπάξουν από τα μαλλιά την ευκαιρία που τους δίνεται. Γι’ αυτό κι ένας τεράστιος αριθμός υποστηρικτών του «Ναι», χωρίς προηγούμενη πολιτική εμπειρία, φαίνεται να ασχολείται ενεργά συμμετέχοντας συχνά σε τοπικές επιτροπές οργανωμένες από τα κάτω. Ένα ενδεχόμενο «Ναι», παρά τους κινδύνους εφησυχασμού που κρύβει, είναι πιθανό να αυξήσει την αυτοπεποίθηση του κόσμου, να αποδείξει ότι η συμμετοχή έχει νόημα και να τον πείσει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και στο μέλλον. Επιπλέον θα ξαναθέσει μια σειρά από ερωτήματα τα οποία στο παρόν έχουν «λυθεί» προς όφελος του κεφαλαίου. Στην περίπτωση που αυτά απαντηθούν υπέρ των εργαζομένων στη Σκωτία, το όφελος θα είναι τεράστιο όχι μόνο για τους Σκωτσέζους αλλά για όλους τους λαούς του Ηνωμένου Βασιλείου, που θα συνειδητοποιήσουν τη δύναμή τους και πως υπάρχει άλλος, συλλογικός και νικηφόρος δρόμος. Άλλωστε και μόνο το γεγονός ότι μια ενδεχόμενη ανεξαρτησία θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα στον βρετανικό ιμπεριαλισμό απωθεί από την επιλογή του «Όχι», το οποίο θα επιβεβαιώσει το στάτους κβο και θα φέρει απογοήτευση. Γι’ αυτό και υποστηρίζουμε την ανεξαρτησία, όχι ως θέση αρχής λόγω κάποιας εθνικής καταπίεσης αλλά ως κίνηση τακτικής. Πραγματική ανεξαρτησία βέβαια θα σημαίνει πως στις συνελεύσεις γειτονιάς που έχουν στηθεί θα γίνουν πυρήνες αντίστασης. Πως οι νέοι άνθρωποι που πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα μιλώντας για «Μια άλλη Σκωτία» θα οραματιστούν αυτή τη Σκωτία σαν μια κοινωνία δίκαιη και μέσα από μια διεθνιστική σκοπιά θα παλέψουν όχι μόνο μαζί με τους εργαζομένους, άνεργους και νέους της υπόλοιπης Βρετανίας αλλά και διεθνώς για την αντικαπιταλιστική ανατροπή.