του Δημήτρη Σταμούλη
Οι χιλιάδες εργαζόµενοι και απεργοί σε δηµόσιο και ιδιωτικό τοµέα που βγήκαν στους δρόµους την περασµένη Τετάρτη κατά την πανελλαδική πανεργατική απεργία επανέφεραν και πάλι στο προσκήνιο τη µόνη ρεαλιστική διέξοδο από την σηµερινή ασφυκτική καθεστωτική πολιτική που υλοποιεί απαρέγκλιτα το µαύρο µπλοκ κυβέρνησης, ΕΕ, ∆ΝΤ, ντόπιων και ξένων βιοµηχάνων και τραπεζιτών. Την αγωνιστική, ανυποχώρητη εισβολή στο πεδίο της ταξικής πάλης των εκατοµµυρίων εργατών, ανέργων, απελπισµένων και εξαθλιωµένων που έχει αφήσει πίσω της η πολιτική των Μνηµονίων και της τρόικας, µε διαρκείς και αποφασιστικούς αγώνες, µέχρι την ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της.
Βέβαια, η απεργία αυτή είχε προδιαγεγραµµένη πορεία, καθώς οι ΓΣΕΕ-Α∆Ε∆Υ την ενέταξαν στο γνωστό πλαίσιο εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας. Είχαν άλλωστε το θράσος να την προκηρύξουν µετά την ψήφιση των νέων αντεργατικών µέτρων, για την τιµή των όπλων. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία και οι κυβερνητικές παρατάξεις ΠΑΣΚΕ-∆ΑΚΕ απέδειξαν και πάλι ότι είναι συνοδοιπόροι της κυβέρνησης, λειτουργούν προς όφελος των καθεστωτικών δυνάµεων, επιδιώκουν να καθυποτάξουν τις τάσεις χειραφέτησης των εργαζοµένων, όπως εκφράζονται σε µια σειρά κλάδους, όπως π.χ. στους εκπαιδευτικούς που αγωνίζονται κατά της αξιολόγησης, τις απολυµένες καθαρίστριες, τους σχολικούς φύλακες κ.ά.
Η απεργία της Τετάρτης επαναβεβαίωσε ωστόσο ότι το βασικό στοιχείο της σηµερινής κατάστασης αποτελεί το γεγονός πως, ενώ η λαϊκή δυσαρέσκεια διευρύνεται (τόσο σε νέα κοινωνικά στρώµατα, όσο και σε βάθος), δεν εκδηλώνεται µαζικά στο πεδίο των κοινωνικών αγώνων. Παρά ορισµένους σηµαντικούς αγώνες του διαστήµατος που ανέδειξαν και χαρακτηριστικά διάρκειας, αποφασιστικότητας, σύγκρουσης (καταλήψεις κ.λπ.), δεν υπήρξε µαζική σύγκρουση µε τις απολύσεις στο ∆ηµόσιο, το πολυνοµοσχέδιο, το Εκοφίν κ.λπ.
Μια βασική εξήγηση, όπως έχει εκτιµήσει το ΝΑΡ για την Κοµµουνιστική Απελευθέρωση και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι ότι ο κόσµος δεν έχει πειστεί πως υπάρχει άλλος δρόµος, δρόµος ο οποίος µπορεί να χαραχτεί µε τον αγώνα του. Κυριαρχεί η λογική του «µη χειρότερα», των µικρών βελτιώσεων, µέσω της ψήφου. Σωστά καταλαβαίνει ότι το ζήτηµα είναι συνολικό και θέλει πολιτική απάντηση, αλλά αυτή µεγάλο µέρος των εργαζοµένων τη βλέπει κυρίως µε όρους «ποιο κόµµα θα είναι στην κυβέρνηση» (και όχι «ποια τάξη στην εξουσία») και αποκλειστικά µέσω του κοινοβουλευτικού δρόµου. Έτσι όµως εξασθενεί το περιεχόµενο της ανατροπής, ποιες ταξικές δυνάµεις θα το επιβάλλουν και πώς. Αν δεν σπάσει η εκλογική αναµονή, σε σύγκρουση µε τις ευλογίες του ΣΥΡΙΖΑ («στις 25 ψηφίζουµε, στις 26 φεύγουνε»), αλλά και την εκλογολαγνεία του ΚΚΕ, που τα δίνει όλα για την εκλογική άνοδο, οι όποιοι αγώνες θα παραµείνουν επετειακοί…
Απαίτηση για αγώνα, κόντρα στην εκτόνωση
Η αίσθηση της απεργίας χωρίς σχέδιο και προοπτική ήταν φανερή ενόψει της 9ης Απρίλη στους χώρους εργασίας ανάµεσα στους εργαζόµενους. Τέτοιες απεργίες δεν µπορούν να εµπνεύσουν, δεν απαντούν στην αναγκαιότητα σχεδιασµένου αγώνα για τη νίκη, ούτε στα ερωτήµατα «πώς θα νικήσουµε, πώς θα τους ανατρέψουµε, πώς δεν θα πάνε χαµένοι οι αγώνες µας».
Η απεργία της Τετάρτης είχε περιορισµένη συµµετοχή τόσο στον διαλυµένο συνδικαλιστικά ιδιωτικό τοµέα όσο και στον δηµόσιο, που βιώνει σκηνές από το µέλλον µιας άγριας εργασιακής πραγµατικότητας. ∆υστυχώς σοβαρές είναι και οι ευθύνες των δυνάµεων της επίσηµης Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ σύρθηκε στην υπερψήφιση µιας απεργίας έξω από κάθε συνολικό αγωνιστικό σχεδιασµό, χωρίς προοπτική κλιµάκωσης και σύγκρουσης. Το οξύµωρο είναι δε ότι το ΠΑΜΕ και η συνδικαλιστική ηγεσία του ΚΚΕ παρουσιάστηκαν «βασιλικότεροι του βασιλέως» προασπιζόµενοι την απεργία της «ξεπουληµένης» κατά τα άλλη ΓΣΕΕ, καταγγέλλοντας µε πηχυαίους τίτλους µέσω του Ριζοσπάστη την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ότι καλούσε σε… απεργοσπασία! Την απάντηση την έλαβε βέβαια από τη µαζική συµµετοχή στην απεργία και την απεργιακή συγκέντρωση του Μουσείου των αγωνιστών της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, µαζί µε ταξικά πρωτοβάθµια σωµατεία, εργατικές συλλογικότητες κ.ά.
Η πορεία από το Μουσείο ξεκίνησε µε µαζικά µπλοκ να φτάνουν στο Υπουργείο Εργασίας και έπειτα στο Σύνταγµα. Στην πορεία συµµετείχαν µπλοκ του Σωµατείου Μισθωτών Τεχνικών, του ΣΕΦΚ, του Συλλόγου Υπαλλήλων Βιβλίου-Χάρτου, η συνέλευση µηχανικών, η νέα πρωτοβουλία Αttack Ενάντια στην Επισφάλεια και τις Ελαστικές Εργασιακές σχέσεις», που δραστηριοποιείται σε χώρους εργασίας µε πενταµηνίτες, κατόχους βάουτσερ, ΚΟΧ κ.ά. νέες ευέλικτες σχέσεις εργασίας. Εκεί ήταν επίσης η ΑΣΕ-ΟΤΕ, εργατικά σχήµατα και συλλογικότητες, συνελεύσεις από γειτονιές. Μαζικά ήταν τα µπλοκ φοιτητικών συλλόγων και εκπαιδευτικών που δίνουν σηµαντικό αγώνα για να ανατρέψουν την πολιτική της αξιολόγησης η οποία θα φέρει χιλιάδες απολύσεις και λουκέτα στην εκπαίδευση. Ακολούθησαν πανό και µπλοκ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του ΕΕΚ, της Ροσινάντε και αυτόνοµων συλλογικοτήτων.
Νωρίτερα τα µπλοκ του ΠΑΜΕ είχαν ξεκινήσει από την Οµόνοια και µε µαζική πορεία είχαν φτάσει στη Βουλή. Ακολούθησε η συγκέντρωση των ΓΣΕΕ-Α∆Ε∆Υ, που πραγµατοποιήθηκε στην πλατεία Κλαυθµώνος. Τα µπλοκ οµοσπονδιών, σωµατείων και του ΣΥΡΙΖΑ κατευθύνθηκαν µέσω Σταδίου προς το Σύνταγµα.
Στη Θεσσαλονίκη µαζικές ήταν οι συγκεντρώσεις και οι πορείες που πραγµατοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της απεργίας. Συγκεκριµένα, τα πρωτοβάθµια σωµατεία ξεκίνησαν από την Καµάρα και στη συνέχεια, αφού συναντήθηκαν µε τους απεργούς του Εργατικού Κέντρου, έκαναν πορεία προς το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης. Το ΠΑΜΕ ξεκίνησε από το άγαλµα Βενιζέλου και κατέληξε επίσης στο υπουργείο, ενώ υπήρξε και µία ακόµα µικρότερη συγκέντρωση και πορεία του Σωµατείου Εργαζοµένων της ΒΙΟΜΕ, που κατευθύνθηκε από την Καµάρα προς το υπουργείο, αλλά σε ξεχωριστή πορεία µε όλα τα υπόλοιπα απεργιακά µπλοκ.
Αξιοσηµείωτο είναι το ότι µετά το υπουργείο οι φοιτητικοί σύλλογοι µαζί µε εργαζόµενους πορεύτηκαν µέχρι την επιχείρηση Φούρνος του Λάµπρου σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους απολυµένους εργαζόµενους που διεκδικούν τα δεδεδουλευµένα τους. Στη συνέχεια πέρασαν από το τούρκικο προξενείο, όπου οι φώναξαν συνθήµατα υποστήριξης στους τούρκους πολιτικούς κρατούµενους
Αρκετά µαζική ήταν η απεργιακή συγκέντρωση στο Εργατικό Κέντρο Ηρακλείου, στην οποία συµµετείχε και το µπλοκ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πολύ κόσµο είχαν τα µπλοκ των εργαζοµένων στα δηµόσια νοσοκοµεία και των εκπαιδευτικών, ενώ περιορισµένη ήταν η συµµετοχή από ιδιωτικούς εργασιακούς χώρους. Η πορεία κατέληξε στα δικαστήρια σε συµπαράσταση της κούρδης αγωνίστριας Κοζάν Νιχαγιέτ. Εκεί συνεδρίαζε το Συµβούλιο Εφετών Ανατολικής Κρήτης για να αποφασίσει εάν η αγωνίστρια θα εκδοθεί στην Τουρκία. Τελικά το δικαστήριο αποφάσισε οµόφωνα την αποφυλάκισή της από το σωφρονιστικό κατάστηµα της Νεάπολης όπου κρατείται εδώ και µήνες. Το ΠΑΜΕ, όπως συνηθίζει, διοργάνωσε ξεχωριστή συγκέντρωση στην πλατεία Ελευθερίας.
Στα Γιάννενα πραγµατοποιήθηκαν δύο συγκεντρώσεις. Στο Εργατικό Κέντρο της πόλης συµµετείχαν περίπου 1.000 άτοµα, από σωµατεία και συλλογικότητες, µε πολύ δυναµικό και µαζικό µπλοκ από τις δυνάµεις της Αριστερής Παρέµβασης Ηπείρου και της Αριστερής Παρέµβασης Ιωαννίνων που παρεµβαίνουν αντίστοιχα στις περιφερειακές και δηµοτικές εκλογές, µε τη στήριξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλων ανένταχτων αγωνιστών της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Ο επόµενος σταθµός του µαχόµενου εργατικού κινήµατος είναι η σηµερινή απεργία στο χώρο του εµπορίου, όπου ένας κλάδος περίπου 600.000 εργαζοµένων βιώνει τα αποτελέσµατα της διάλυσης βασικών εργατικών δικαιωµάτων, όπως η κυριακάτικη αργία, µετά την ψήφιση του αντιδραστικού νόµου για το άνοιγµα των καταστηµάτων. Ο Συντονισµός ∆ράσης ενάντια στην Κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας που αποτελείται από πολλά πρωτοβάθµια σωµατεία και συλλογικότητες εργατικών χώρων και γειτονιών καλεί σε απεργιακή συγκέντρωση και περιφρούρηση σήµερα Κυριακή στις 11 π.µ. στην αρχή της οδού Ερµού, στο Σύνταγµα.
Το κρίσιµο ζητούµενο για όλη την επόµενη περίοδο στο εργατικό κίνηµα είναι πώς θα γίνουν απτά βήµατα στην κατεύθυνση της ταξικής ανασυγκρότησης, του αγωνιστικού συντονισµού πρωτοβάθµιων σωµατείων και αγωνιστικών οµοσπονδιών κόντρα στη γραφειοκρατία των ΓΣΕΕ-Α∆Ε∆Υ και των εκπροσώπων του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισµού. Αλλά και στη συγκρότηση νέων εργατικών συλλογικοτήτων στο ραγδαία ανερχόµενο αριθµητικά και ποιοτικά τµήµα της ελαστικής και ευέλικτης ζώνης εργασίας, που παραµένει συνδικαλιστικά ακάλυπτο, και ευάλωτο στον εξανδραποδισµό από το κράτος και την εργοδοσία· στην κατεύθυνση της συγκρότησης ενός ανεξάρτητου κέντρου αγώνα, που µε περιεχόµενο ανατροπής της κυβέρνησης και κάθε επίδοξου διαχειριστή της πολιτικής των Μνηµονίων, θα δηµιουργήσει από τα κάτω µια πραγµατικά επικίνδυνη εργατική αντεπίθεση.