του Γιώργου Τσαντίκου
Το ένα µετά το άλλο έρχονται τα χτυπήµατα για τους παραγωγούς: ειδικά στην Ήπειρο αντιµετωπίζουν όχι µόνο το πρόβληµα ότι η ∆ωδώνη ιδιωτικοποιήθηκε και σταµάτησε τις τακτικές πληρωµές, αλλά και τώρα το γεγονός πως το γάλα που παράγουν σταµατάει να θεωρείται φρέσκο. ∆εκαέξι µήνες µετά το ξεπούληµα της ∆ωδώνης ό,τι ειπώθηκε τότε και για το οποίο προειδοποίησαν οι παραγωγοί και οι πολιτικές δυνάµεις που τους στήριξαν επιβεβαιώνεται µέχρι κεραίας. Πρώτα η γαλακτοβιοµηχανία, βασικός πυλώνας της πρωτογενούς παραγωγής στην περιοχή, άρχισε να καθυστερεί πληρωµές έως και τρεις µήνες, λέγοντας ότι η υποχρέωση εξόφλησης από µέρους της σε µηνιαία βάση είναι… εθιµική! Έπειτα η νέα ιδιοκτησία έριξε τις τιµές του γάλακτος κλιµακωτά, χτυπώντας κι άλλο το εισόδηµα των παραγωγών που ήδη είχε αρχίσει να µειώνεται εξαιτίας της κατακόρυφης αύξησης του κόστους παραγωγής, το οποίο παραµένει σε δυσθεώρητα επίπεδα. Περισσότερο επλήγησαν από αυτή την εξέλιξη οι µικροί και οι µεσαίοι παραγωγοί, τους οποίους η κυβέρνηση έχει βαλθεί να καταστρέψει ολοσχερώς και να συµπληρώσει το «έργο» της ΕΕ που εδώ και 15 περίπου χρόνια έχει επιβάλει και µεθοδεύσει την κατακόρυφη µείωση του αριθµού των αγροτοκτηνοτρόφων στην Ήπειρο σχεδόν στο µισό. Μετά ήρθαν οι φορολογικές ρυθµίσεις της κυβέρνησης Σαµαρά – Βενιζέλου, που ουσιαστικά κλείνουν κάθε πιθανή διέξοδο για τους ήδη χειµαζόµενους οικονοµικά παραγωγούς, οι οποίοι βλέπουν πλέον τις τράπεζες και την κυβέρνηση να τους απειλούν µε οικονοµική εξόντωση. Τελευταίο επεισόδιο στο «σαξές στόρι» ήταν οι αλλαγές που επέβαλε µέσω του νέου Μνηµονίου ο ΟΟΣΑ στη συµφωνία τρόικας-κυβέρνησης.
Εκεί, η νέα συµφωνία αγνοεί κάθε επιστηµονικό δεδοµένο και έχει µόνο κριτήριο το άνοιγµα της αγοράς στις εισαγωγές γάλακτος και την κερδοφορία των πολυεθνικών, αδιαφορώντας πλήρως για τη διατροφική επάρκεια του λαού, την ποιότητα του γάλακτος, την επιβίωση της πρωτογενούς παραγωγής. Η συµφωνία, έστω και µε τις «βελτιώσεις», ουσιαστικά θα οδηγήσει στην οριστική έξοδο τους µικρούς παραγωγούς, που ακόµα όµως έχουν την αγροκτηνοτροφία βασική προσοδό τους και χάνοντάς τη κυριολεκτικά θα µείνουν στο δρόµο.
Από την άλλη, ανυπόστατα εντελώς είναι τα επιχειρήµατα της κυβέρνησης, τόσο τα «επεξηγηµατικά» περί µείωσης της τιµής του γάλακτος για τον καταναλωτή, όσο και τα επικλητικά στον κοινωνικό αυτοµατισµό περί «συντεχνιών» που αναφωνεί κάθε τρεις και λίγο ο υπουργός Ανάπτυξης Κ. Χατζηδάκης. Η τιµή στο ράφι δεν πρόκειται να µειωθεί. Και αν αυτό συµβεί, θα γίνει µόνο για προϊόντα µε χαµηλότερη διατροφική αξία από αυτή του γάλακτος µικρής παστερίωσης, αυτού που γνωρίζουν οι καταναλωτές ως φρέσκο. Εδώ και µια δεκαπενταετία περίπου οι τιµές που λαµβάνουν οι παραγωγοί οι οποίοι δίνουν το γάλα τους στις εταιρείες είναι πολύ µικρότερες από αυτές που πληρώνουν οι καταναλωτές. Οι βιοµηχανίες καρτελοποίησαν την αγορά και κρατάνε δέσµιους τους κτηνοτρόφους µε εξευτελιστικές τιµές που πλέον υπολείπονται έως και 30% του κόστους παραγωγής. Η µόνη εταιρεία που έδινε καλές τιµές ήταν η κρατικοσυνεταιριστική ∆ωδώνη, ακόµα και όταν οι «προύχοντες» του ΠΑΣΟΚ και της Ν∆ άρχισαν να την ιδιωτικοποιούν λίγο λίγο, είτε µε σχέδια εισόδου στο χρηµατιστήριο, που απέτυχαν, είτε µε την πώληση µετοχικών πακέτων από «ηµέτερες» συνεταιριστικές ενώσεις, ανοίγοντας το δρόµο για την τελική ιδιωτικοποίηση. Σήµερα, που ακόµα και οι παραγωγοί της ∆ωδώνης έχουν δει το εισόδηµά τους να περιορίζεται από 10% έως και 20%, το γάλα που παράγει η ιδιωτική πλέον εταιρεία δεν έχει φτηνύνει ούτε σεντ στο ράφι για τον καταναλωτή.
Έτσι κι αλλιώς, είναι «κοινό µυστικό» πλέον ότι η παραγωγή γάλακτος για τη διοχέτευση φρέσκου στην αγορά δεν ενδιαφέρει τόσο πολύ τις βιοµηχανίες πλέον, που προσανατολίζονται περισσότερο στην κερδοφόρα αγορά των τυριών και των γιαουρτιών. Πέρα από τις προσχηµατικές περισσότερο αντιδράσεις κυβερνητικών βουλευτών που βλέπουν ότι οι εκλογές παραµονεύουν και η πίεση από τους πολίτες είναι τεράστια, στην πραγµατικότητα η κυβέρνηση και η τρόικα έχουν συµµάχους τους στην επιχείρηση ξεκληρίσµατος των παραγωγών τα µεσαία, «καλλικρατικά» στελέχη, τα οποία λειτουργούν σαν φερέφωνα κυβέρνησης-τρόικας προετοιµάζοντας το έδαφος για τις «ενδιάµεσες» λύσεις, και πάλι εις βάρος και των παραγωγών αλλά και των καταναλωτών.
Ο χρόνιος αγώνας των κτηνοτρόφων, ειδικά στην Ήπειρο, ο οποίος συνεχίζεται, δείχνει το δρόµο. Ο Νίκος Ζήκος, µέλος των επιτροπών των παραγωγών στον αγώνα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της ∆ωδώνης και υποψήφιος περιφερειάρχης µε την Αριστερή Παρέµβαση στην Ήπειρο, τονίζει ότι ζηµιωµένος θα βγει και πάλι ο λαός, αν δεν αντιδράσει. «Η συµφωνία που “έτρεξε” από κοινού η τρόικα µε την κυβέρνηση Σαµαρά-Βενιζέλου θα καταστρέψει εντελώς την παραγωγή στην Ελλάδα. Οι παραγωγοί θα βγουν εντελώς από το επάγγελµα, οι καταναλωτές θα έχουν πρόσβαση σε γάλα χαµηλής διατροφικής αξίας και ποιότητας και οι µόνοι που θα κερδίσουν θα είναι οι πολυεθνικές και το ελληνικό καρτέλ γάλακτος» αναφέρει σχετικά.