σχόλιο για τη δήλωση του γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου: ««Είµαι αντικοµµουνιστής. Έτσι γεννήθηκα, έτσι θα πεθάνω»!
του Δημήτρη Γρηγορόπουλου
Η ακροδεξιά απόφυση της Ν∆ ισχυροποιείται. Αυτή η τάση είναι εγγενής στη Ν∆, που µε συνέπεια συγκροτεί το κράτος του ολοκληρωτικού κοινοβουλευτισµού. Έκφανση αυτής της πολιτικής είναι και η στάση απέναντι στη Χρυσή Αυγή. Αυτή η πολιτική ουσιαστικά άλλαξε στη µορφή όχι όµως και στο περιεχόµενο. Απ’ την πολιτική της ώσµωσης µε τη ΧΑ, που δεν απέκλειε ακόµη και κάποια µορφή πολιτικής σύµπραξης, η Ν∆ µετά τη σκλήρυνση της στάσης της απέναντι στην ηγεσία της ΧΑ (όταν αυτή υπερέβη τα εσκαµµένα) πέρασε στην επιχείρηση προσεταιρισµού των οπαδών της. Αυτή η πολιτική έχει όρο την υιοθέτηση της ακροδεξιάς ατζέντας (µεταναστευτικό, αντικοµµουνισµός κ.ά.), για να υιοθετήσει τα ορφανά της νεοναζιστικής οργάνωσης. Αυτή η τάση έχει πρωταρχικό φορέα το περιβάλλον του Σαµαρά που απολαµβάνει την προστασία και εύνοιά του. Απ’ τους κορυφαίους αυτού του χορού ο γραµµατέας του υπουργικού συµβουλίου Τάκης Μπαλτάκος. Την εποχή της προσέγγισης Ν∆ και ΧΑ λειτουργούσε σαν γεφυροποιός προλειαίνοντας µε δηλώσεις το έδαφος για την κυβερνητική σύµπραξή τους. Τώρα αποτελεί αιχµή του δόρατος για την προσέγγιση των ψηφοφόρων της ΧΑ ή ακόµη και την ενσωµάτωση ορισµένων ψοφοδεών βουλευτών της. Στη συνέντευξή του στο Βήµα FM επέµεινε ότι η κυβέρνηση θα επαναφέρει τη διάταξη για την αυτόµατη απέλαση των µεταναστών, που «ψευδώς» καταγγέλλουν Αστυνοµία και Λιµενικό για κακοποίησή τους, ενώ περιέπεσε σε αντικοµµουνιστικό παραλήρηµα εµφυλιοπολεµικής εποχής, δηλώνοντας µε παρρησία: «Είµαι αντικοµµουνιστής. Έτσι γεννήθηκα, έτσι θα πεθάνω»! Γενετήσιος λοιπόν ο αντικοµµουνισµός του Μπαλτάκου. Γι’ αυτό, παρά την απέχθεια που µας προκαλεί, πρέπει να τύχει ίσως της επιείκειας µαζί, αφού εκ γενετής φέρει τον ιό του αντικοµµουνισµού… Θα µπορούσε µάλιστα κάποιος να υπεραµυνθεί του δικαιώµατος του Μπαλτάκου να διακηρύσσει τον αντικοµµουνισµό του. Θα µπορούσε και να µας κατηγορήσει για υπερβολή και ασυνέπεια αφού, ενώ ψέγουµε τον Μπαλτάκο, µε τη σειρά µας µια χαρά διατυπώνουµε τις αντιδεξιές και αντικαπιταλιστικές αντιλήψεις µας.
Η αντιδραστικότητα όµως του αντικοµµουνισµού δεν έγκειται απλώς στην αντίθεση που εκφράζει κάποιος µε τις ιδέες και τις πολιτικές του κοµµουνισµού. Η αστική ιδεολογία είναι απ’ τον ταξικό χαρακτήρα της αντιδραστική διότι εξωραΐζει τον βάρβαρο και ανορθόλογο καπιταλισµό και δηµιουργεί αναχώµατα για την ανεύρεσή του απ’ την απελευθερωτική κοµµουνιστική κοινωνία. Όµως ο αντικοµµουνισµός, ο φασισµός, ο επεκτατικός πόλεµος, η στρατιωτική δικτατορία, ο ρατσισµός είναι οι πιο ακραίες αντιδραστικές αιχµές της αστικής ιδεολογίας. Ο αντικοµµουνισµός είναι κατεξοχήν συστατικό στοιχείο της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Έχει συνδεθεί ιστορικά µε τις πιο αντιδραστικές, απάνθρωπες και αυταρχικές εκφάνσεις του καπιταλισµού.
Πρώτον και κύριον: ο αντικοµµουνισµός αναιρώντας τις υποτιθέµενες καταστατικές αρχές της αστικής δηµοκρατίας θέτει εκτός νόµου τα κοµµουνιστικά κόµµατα, ακόµη κι όταν δρουν στο πλαίσιο της αστικής νοµιµότητας, ναρκοθετεί τη δραστηριότητά τους, παραβιάζοντας το ίδιο το νοµικό του σύστηµα (ίση αντιµετώπιση ατόµων και συλλογικοτήτων). Σκαιό παράδειγµα: η µηδενική προβολή της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς απ’ τα κυρίαρχα στη σύγχρονη κοινωνία ΜΜΕ ή τα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήµατα (όριο 3% στην Ελλάδα, 5% στη Γερµανία). Οι πιο αντιδραστικές δυνάµεις του συστήµατος, επικαλούµενες «τον κοµµουνιστικό κίνδυνο» (και όταν δεν αποτελεί άµεση πολιτική προοπτική), προχωρούν στην κατάργηση της αστικής δηµοκρατίας στην επιβολή στυγνού δικτατορικού πολιτεύµατος (παράδειγµα, η δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967 στη χώρα µας). Ούτε τον Αύγουστο του 1936 ούτε τον Απρίλη του 1967 υπήρχε ο συσχετισµός δυνάµεων για την ανάδειξη αριστερού καθεστώτος. Σ’ άλλες περιπτώσεις υπονοµεύονται ή και ανατρέπονται (Χιλή 1973, Βενεζουέλα σήµερα) προοδευτικά καθεστώτα που κινούνται στο πλαίσιο της αστικής νοµιµότητας και έχουν πραγµατοποιήσει απλώς ορισµένες προοδευτικές µεταρρυθµίσεις, απέχοντας πολύ απ’ τον σοσιαλιστικό µετασχηµατισµό της κοινωνίας.
Ο εξορκισµός του φαντάσµατος του κοµµουνισµού έχει κατ’ επανάληψη εξωθήσει τις αστικές εξουσίες όχι µόνο στη θέση εκτός νόµου των κοµµουνιστικών κοµµάτων αλλά και στις πιο απάνθρωπες αγριότητες: µαζική εξόντωση κοµµουνιστών και αριστερών απ’ την Παρισινή Κοµµούνα ως σήµερα, εξορίες συχνά χωρίς καν «αξιόποινες» πράξεις, µε αποκλειστικό κριτήριο το φρόνηµα, πιστοποιητικό πολιτικών φρονηµάτων για εξασφάλιση εργασίας, φακέλωµα που «στιγµατίζει» και την οικογένεια του κοµµουνιστή, αδυνατότητα εξέλιξης στην εργασία (αν υπάρχει). Υπό δίωξη είναι ακόµη και η κατηγορία των «συνοδοιπόρων».
Στα αστικά καθεστώτα συχνά δεν διώκεται η «αξιόποινη» (έστω µε τα κριτήρια του συστήµατος) πράξη αλλά το πολιτικό φρόνηµα, όπως αποδεικνύεται απ’ τις συλλήψεις, ακόµη και εκτελέσεις, µαζικές εκτοπίσεις κοµµουνιστών και αριστερών, ιδίως στα πραξικοπήµατα και τις δικτατορίες, προληπτικά, για να αποτραπεί η δράση τους κατά του καθεστώτος. Κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωµάτων συνιστούν οι βασανισµοί, ο αποκλεισµός των κοµµουνιστών απ’ την εργασία και την εξέλιξη σ’ αυτήν.
Ακραία βαρβαρότητα του αντικοµµουνισµού αποτελεί η καλλιέργεια µίσους, φανατισµού και προκαταλήψεων εις βάρος των κοµµουνιστών. Η πιο αγνή ιδεολογία παροµοιάζεται µε µίασµα, µολυσµατική ηθική ασθένεια. Σ’ αυτό το µήκος ψυχικής νοσηρότητας εκπέµπει και ο Μπαλτάκος, που επαίρεται για τη… βιολογική τουκαθαρότητα: «Γεννήθηκα αντικοµµουνιστής».