Μετάβαση από το αντιμνημονιακό στρατόπεδο
στο μεταμνημονιακό έμπεδο
και συμμαχία με μεταμεληθέντες μνημονιακούς
του Γιώργου Λαουτάρη
Με σύνθετο πολυφωνικό μυθιστόρημα, από τη διπλή γλώσσα της ηγεσίας και τη διφορούμενη στάση της μειοψηφίας, μοιάζει ο προεκλογικός ΣΥΡΙΖΑ. Το αντικειμενικά ανατρεπτικό εργατικό αίτημα για την κατάργηση του Μνημονίου και την ανακοπή της επίθεσης, ο Αλέξης Τσίπρας και το ηγετικό του επιτελείο το συνδυάζει με το πλέον συμβιβαστικό πολιτικό πρόγραμμα: Τάζοντας ελάφρυνση στη φορολογία των επιχειρήσεων και αναπτυξιακά κίνητρα. Επιχείρηση κολακείας ενός ετερόκλιτου ακροατηρίου, που περιλαμβάνει από μετανάστες ως τον πρόεδρο του ΣΕΒ; Ισορροπία τρόμου για ανταγωνιστικά ταξικά συμφέροντα; Ή μήπως επικοινωνιακή διαχείριση ενός προγράμματος – λάστιχο που αποσκοπεί αποκλειστικά στη συγκυριακή εξασφάλιση της εκλογικής πλειοψηφίας; Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει γρήγορα να μας φανερώσει “τη μάσκα που κρύβει, κάτω από τη μάσκα που φορά”, πριν είναι αργά για όλη την Αριστερά.
Το φόβο αυτόν τον επισημαίνουν πλέον στελέχη του ίδιου του κόμματος, όπως ο Παναγιώτης Λαφαζάνης. Στην ομιλία του σε εκδήλωση της ιστοσελίδας iskra.gr στον κινηματογράφο “Κεραμεικός”, ο άτυπος επικεφαλής της Αριστερής Πλατφόρμας ευθαρσώς διατύπωσε τον προβληματισμό ότι κύκλοι της αστικής τάξης “σπρώχνουν” τον ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση με σκοπό μια σύντομη και δραματική παρένθεση, που μπορεί να φέρει χρεοκοπία της χώρας και γρήγορη πτώση. Αποτέλεσμα τότε θα είναι μια στρατηγική ήττα των αριστερών ιδεών και απόλυτη απαξίωση του εργατικού προγράμματος για έξοδο από την κρίση.
Τα ρεπορτάζ μετά την εκδήλωση ασφαλώς ασχολήθηκαν κυρίως με την κριτική της αριστερής αντιπολίτευσης στο ζήτημα των συμμαχιών του κόμματος. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης καυτηρίασε τις συμμαχίες με “τα αποκαΐδια του ΠΑΣΟΚ”, ενός κόμματος που εκτίμησε ότι βρίσκεται σε απόλυτη ανυποληψία, όπως και τα προερχόμενα από αυτό στελέχη. Εξέφρασε την άποψη ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργήσει ως πλυντήριο μνημονιακών πολιτικών δεν θα επιτύχει την πλατύτητα που επιδιώκει και αντιθέτως, πρέπει να κινηθεί προς τα αριστερά του, προτάσσοντας συμμαχία με ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Η διαχείριση των συνεργασιών από τον Αλέξη Τσίπρα και το ηγετικό επιτελείο με αφορμή τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, πιστοποιεί άλλωστε τη νέα φάση που διανύει ο ΣΥΡΙΖΑ, από το αντιμνημονιακό στρατόπεδο στο μεταμνημονιακό έμπεδο. Πιο παραστατικά θα μπορούσαμε να περιγράψουμε την αλλαγή αυτή από την εποχή της Σοφίας Σακοράφα, της βουλευτίνας του ΠΑΣΟΚ που πρώτη καταψήφισε το 2010 το Μνημόνιο για να διαγραφεί πάραυτα, στην εποχή του Οδυσσέα Βουδούρη, του Μεσσήνιου βουλευτή του ΠΑΣΟΚ που υπερψήφισε το Μνημόνιο για να διαφοροποιηθεί μόλις το 2012 μεταπηδώντας στην κυβερνητική ΔΗΜΑΡ. Όπως το έθεσε με ειλικρίνεια ο γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος, Νίκος Βούτσης, σε συνέντευξή του (Βήμα FM), το κριτήριο για την αποδοχή συνεργασιών πλέον δεν είναι “η στάση που είχε κάποιος μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή”, ακόμη κι αν αυτή η στιγμή ήταν η δραματικότερη στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας, η υπερψήφιση δηλαδή του πρώτου Μνημονίου από την κυβέρνηση και το κόμμα του Γιώργου Παπανδρέου.
Κι αν κάνουμε λόγο ειδικά για τον Οδυσσέα Βουδούρη είναι επειδή το πρόσωπό του ταυτίστηκε στην εσωκομματική αντιπαράθεση με αυτό του Θόδωρου Καρυπίδη, του για λίγες ημέρες υποψηφίου Περιφερειάρχη Κοζάνης από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτές τις δύο υποψηφιότητες έδωσε μάχη η πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στην Κεντρική Επιτροπή, εκβιάζοντας για μια “απόφαση πακέτο”, φέρνοντας απέναντί της ακόμη και μετριοπαθή στελέχη. Τελικώς, μετά τις αποκαλύψεις για τις θέσεις και την πολιτική ταυτότητα του Θ. Καρυπίδη, η απόφαση καρατόμησης λήφθηκε με συνοπτικό τρόπο, όχι όμως και “πακέτο” με τον Βουδούρη, ο οποίος επιβίωσε από την κρίση, αν και δεχόμενος ισχυρά εσωκομματικά πυρά από τις τοπικές κομματικές οργανώσεις στην Πελοπόννησο. “Αν η λογική είναι ότι κάποιος πήρε κάποια στιγμή κάποιες αποφάσεις και σήμερα, με βάση την εμπειρία, αλλάζει αποφάσεις, τότε νομίζω ότι συνεννοούμαστε”, δήλωσε γλαφυρά ο γραμματέας του κόμματος Δημήτρης Βίτσας μιλώντας για τον Βουδούρη, η υποψηφιότητα του οποίου κατά τον ίδιο “είναι όχι απλώς μια χαρά, αλλά προσθέτει”. “Η Αριστερά είναι ενωτική και όχι διαιρετική, δημιουργική και όχι εκδικητική”, συμπλήρωσε με αρκετές δόσεις ηθικολογίας. Με βάση όμως την ηθική αυτή, το αριστερό συγχωροχάρτι μπορεί χωρίς καμία διάκριση να δοθεί σε κάθε μεταμεληθέντα μνημονιακό που απλώς κυνηγά καιροσκοπικά την πολιτική του προσωπική επιβίωση, όπως κάνει η Λούκα Κατσέλη και όχι μόνο.
Η πολιτική συμμαχιών συμβαδίζει με ένα αντίστοιχα ανοιχτό πολιτικό πρόγραμμα, το οποίο επιδιώκει έναν ανάλογο ιδεολογικό συγκρητισμό. Δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερο σήμερα δείγμα αυτής της επιλογής από την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα την Πέμπτη στην εκδήλωση που διοργάνωσε η ιστοσελίδα tvxs για την παραγωγική ανασυγκρότηση, όπου βασικοί ομιλητές ήταν ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ο πρόεδρος του ΣΕΒ. Το βασικό στίγμα της τοποθέτησης Τσίπρα ήταν η υιοθέτηση του όρου “παραγωγικός κόσμος της χώρας”, με τον οποίο περιέγραφε διαταξικά εργοδότες και εργαζόμενους. “Επιλογή επιβίωσης για τον παραγωγικό κόσμο της χώρας είναι να συνομιλήσει και με αυτούς που υποστήριζαν από την αφετηρία της κρίσης ότι η νεοφιλελεύθερη λιτότητα και η απορρύθμιση δεν είναι η λύση – είναι η ίδια η κρίση”, είπε χαρακτηριστικά.
Αν όμως μετά την αντίθεση μνημόνιο – αντιμνημόνιο, καταργηθεί και η αντίθεση κεφάλαιο – εργασία, τότε τι ακριβώς μένει; Η θεωρητική και νεφελώδης αντίθεση λιτότητα – όχι λιτότητα. “Η πρώτη πράξη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι η ακύρωση του Μνημονίου και ο τερματισμός της λιτότητας”, τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας. Κι ο υπεύθυνος Οικονομικής Πολιτικής του κόμματος, Γιάννης Μηλιός συμπλήρωσε με συνέντευξή του: “Επί της ουσίας, εμείς δεν μιλάμε για επαναδιαπραγμάτευση μιλάμε για σταμάτημα της λιτότητας. Λέμε ότι ο βραχνάς του δανεισμού και το χρέος πρέπει να τελειώνει και να πάμε σε μια πολιτική την οποία θα επιλέξει ο λαός”.
Με τα λόγια του Αλέξη Τσίπρα, το κυβερνητικό πρόγραμμα με “αναπτυξιακό πρόσημο” συνίσταται στα εξής τρία στοιχεία σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους: “Τέλος στην ελεύθερη πτώση” μισθών και συντάξεων, επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ και ενίσχυση των ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως έχει και για τις επιχειρήσεις πρόβλεψη: Ο Τσίπρας μίλησε για ένα “δίκαιο πλαίσιο φορολογικών υποχρεώσεων” εντός του οποίου φορολογούνται “τα κέρδη και όχι η παραγωγή” (με βάση τους εικονικούς ισολογισμούς που δημοσιεύουν τα λογιστήρια των εταιρειών;) ενώ ανέφερε και την υπόσχεση για “μείωση του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας”.
Ενώπιον των εκπροσώπων του ΣΕΒ, ο Αλέξης Τσίπρας εμφάνισε τον ΣΥΡΙΖΑ ως το γνήσιο εκφραστή των αρχών της ελεύθερης οικονομίας, οι οποίες υποτίθεται ότι έχουν αθετηθεί στις μέρες μας από το “καρτέλ της διαπλοκής”. Υιοθετώντας την επιχειρηματολογία του φιλελευθερισμού για τις ευεργετικές επιδράσεις του ανταγωνισμού και το ρυθμιστικό ρόλο του κράτους σε μια ιδανικά ελεύθερη οικονομία, εξήγγειλε μια “σύγχρονη αντιολιγοπωλιακή νομοθεσία”, μια “πραγματικά ανεξάρτητη, ακηδεμόνευτη, πλήρως λειτουργική και θεσμικά ενισχυμένη Επιτροπή Ανταγωνισμού” και κατηγόρησε το “καρτέλ της διαπλοκής” ότι “εκτοπίζει την ιδιωτική πρωτοβουλία”, “νοθεύει τους κανόνες της αγοράς” και “αποτρέπει τις παραγωγικές πρωτοβουλίες”. Στο πνεύμα αυτό, υποσχέθηκε “στοχευμένες πολιτικές χρηματοδότησης επιχειρήσεων” και “συνθήκες κερδοφορίας για το ιδιωτικό κεφάλαιο”, με την υποσημείωση ότι αν είναι ευχαριστημένοι οι εργοδότες, τότε θα δημιουργηθούν και “νέες σταθερές και αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας”.
Τις θέσεις αυτές συμπλήρωσε η πρόταση του έτερου μέλους στο οικονομικό επιτελείο του κόμματος, Γιώργου Σταθάκη, στην ίδια εκδήλωση για αύξηση των φόρων: “Η Ελλάδα έχει μια μόνιμη τρύπα στη φορολόγηση των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων, θα τολμούσα να πω πιο πολύ των φυσικών προσώπων, παρά των επιχειρήσεων”, υπογράμμισε ο Σταθάκης για να συμπληρώσει πως “η ιδέα για λιγότερους φόρους είναι παραπλανητική”. Για όσους απορούν με το υβρίδιο αυτό οικονομικής πολιτικής, ο πρόεδρος του κόμματος το περιέγραψε επιγραμματικά: “Το δικό μας πρωτογενές πλεόνασμα θα στηρίζεται στην αύξηση των δημόσιων εσόδων και όχι στην περικοπή των δημόσιων δαπανών και την κοινωνική καταστροφή”. Ένα μείγμα λοιπόν κρατικού σοσιαλισμού α λα Μπρέζνιεφ και οικονομικών αρχών Άνταμ Σμιθ…
Ακόμη κι αν ίσχυαν στο ακέραιο οι καινοφανείς για αριστερό κόμμα αυτές θέσεις, ο Αλέξης Τσίπρας δεν απαντά πώς θα εφαρμόσει την πολιτική αντι-λιτότητας και αύξησης δημόσιων δαπανών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το Σύμφωνο Σταθερότητας εν ισχύ, με την επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας μόνιμη και με νόμισμα το ευρώ. Εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει από το προφανές αδιέξοδο υπερβατικά. Κάνει το λογικό άλμα ότι παλεύει για ανατροπή των συσχετισμών πανευρωπαϊκά και ως “όχημα” για την ανατροπή αυτή παρουσιάζει την ούτως ή άλλως καταδικασμένη υποψηφιότητα Τσίπρα για την Κομισιόν. Αν όμως η εκλογική μάχη του Τσίπρα στο ευρωπαϊκό πεδίο είναι εικονική, μιας και οι συσχετισμοί στο ευρωκοινοβούλιο είναι δεδομένα αρνητικοί, τα αδιέξοδα που θα βιώσουν οι Έλληνες εργαζόμενοι από την εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι οδυνηρά υπαρκτά.