του Μιχάλη Ψύλου
Μέχρι τώρα ήταν µόνο σύνθηµα της Μαρίν Λεπέν, φόβος των ηγετών των παραδοσιακών κοµµάτων και εφιάλτης για τη µεγάλη πλειοψηφία του γαλλικού λαού. Σήµερα, πέντε µήνες πριν από τις δηµοτικές και επτά πριν από τις ευρωπαϊκές εκλογές, ο εφιάλτης αυτός απειλεί ανοικτά πλέον τη Γαλλία και όχι µόνο. Το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της 48χρονης Μαρίν Λεπέν είναι σήµερα πρώτη δύναµη στη Γαλλία στην πρόθεση ψήφου, σύµφωνα µε δηµοσκόπηση που δηµοσιεύθηκε από το περιοδικό Νουβέλ Οµπσερβατέρ. Σχεδόν ένας στους τέσσερις ψηφοφόρους (24%) δηλώνει ότι θα ψηφίσει την ακροδεξιά στις ευρωεκλογές. Ακολουθεί το δεξιό UMP µε 22% και το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόµµα έρχεται τρίτο µε 19%, ενώ το Μέτωπο της Αριστεράς δεν ξεπερνά το 11%. «Η έρευνα δεν αποτελεί καθόλου έκπληξη», λέει ο κοινωνιολόγος Ερίκ Φασάν, καθηγητής στο Πανεπιστήµιο Paris VIII. «Επιβεβαιώνει ότι το Εθνικό Μέτωπο δεν είναι πλέον στη συνείδηση του κόσµου ένα είδος άγριας συµµορίας, που τοποθετείται εκτός του συνταγµατικού τόξου, αλλά βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο του πολιτικού παιχνιδιού». Άλλωστε, προηγήθηκε και η συντριπτική νίκη του Εθνικού Μετώπου στον πρώτο γύρο των τοπικών εκλογών στο καντόνι Μπρινιόλ της επαρχίας Βαρ την περασµένη Κυριακή, µε έναν στους δύο ψηφοφόρους να δίνουν την ψήφο τους στην ακροδεξιά.
Το χειρότερο είναι ότι πρόκειται για τρίτη κατά σειρά τοπική εκλογή µέσα στο 2013 στην οποία το Εθνικό Μέτωπο πέρασε στο δεύτερο γύρο και είναι πολύ πιθανό σήµερα να κερδίσει άνετα. «Η στρατηγική της Μαρίν Λεπέν έχει επιτύχει το στόχο της», λέει ο καθηγητής Φασάν: «Το Εθνικό Μέτωπο δεν θεωρείται πλέον ένας δαίµονας, αλλά µια πραγµατική εναλλακτική λύση απέναντι στα δύο µεγάλα κόµµατα, τα οποία ενίσχυσαν το παιχνίδι του Εθνικού Μετώπου στα αγαπηµένα θέµατά του: τη µετανάστευση, την ασφάλεια και την εγκληµατικότητα. Ταυτόχρονα όµως µε την οικονοµική πολιτική που εφαρµόζει η σοσιαλιστική κυβέρνηση Ολάντ, έχει δώσει δυστυχώς το δικαίωµα στη Μαρίν Λεπέν να λέει ότι σοσιαλιστές και κεντροδεξιοί είναι ίδιοι, γιατί προασπίζονται τις αγορές και όχι τους ανθρώπους».
Με τη γερµανική πολιτική της αυστηρής λιτότητας και του κοινωνικού αποκλεισµού που εφαρµόζεται σε όλη την Ευρώπη σε αγαστή συνεργασία µε τις κυρίαρχες τάξεις των επιµέρους χωρών, το πολιτικό έδαφος σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, αλλού περισσότερο αλλού λιγότερο, είναι γόνιµο για την καλλιέργεια και την άνθηση ακόµη και των πιο αποκρουστικών ακροδεξιών ιδεών και θέσεων. Πολλές απόψεις των κοµµάτων της ακροδεξιάς έχουν πλέον γίνει αποδεκτές στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό, έχουν ενσωµατωθεί στον πολιτικό λόγο και την πολιτική πρακτική των κοµµάτων εξουσίας και έτσι επηρεάζουν τις συνειδήσεις εκατοµµυρίων ανθρώπων.
Όπως λέει ο ηγέτης του Αριστερού Μετώπου, Ζαν Λικ Μελανσόν, ο Ολάντ αποτελεί «το βασικό προµηθευτή ψηφοφόρων της ακροδεξιάς λόγω της καταστροφικής πολιτικής λιτότητας που εφαρµόζει». Ταυτόχρονα µε την ξενόφοβη πολιτική του υπουργού Εσωτερικών, Μανουέλ Βαλς, που θέλει να απελάσει τους Ροµά, «η σοσιαλιστική κυβέρνηση κατέστησε 17.000 ατυχείς Ροµά –οι µισοί εκ των οποίων είναι παιδιά– αποδιοποµπαίους τράγους για όλα τα δεινά της χώρας, στηρίζοντας τα ρατσιστικά επιχειρήµατα του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου», λέει ο Μελανσόν.
Οι έρευνες δείχνουν ότι τη µεγαλύτερη αύξηση το Εθνικό Μέτωπο την εµφανίζει µεταξύ των ηλικιωµένων, των εργαζοµένων και µεταξύ εκείνων που ψήφισαν στις προεδρικές εκλογές τον Ολάντ. Ανίκανος να αντιταχθεί στο ψυχρό πνεύµα της ευρωπαϊκής γερµανικής λογιστικής, ο Ολάντ ανακοίνωσε τις µεγαλύτερες περικοπές κοινωνικών δαπανών στην ιστορία της Γαλλίας (14 δισ. ευρώ για το 2014). Το κοινωνικό και οικονοµικό του µήνυµα δεν απέχει πολύ από εκείνο της Μάργκαρετ Θάτσερ ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση».