Απεργία των καθηγητών εισηγείται το ΔΣ της ΟΛΜΕ από την επόμενη Παρασκευή, πρώτη μέρα των εξετάσεων, προτείνοντας πενθήμερες επαναλαμβανόμενες απεργίες που η συνέχειά τους θα εγκρίνεται από γενικές συνελεύσεις.
γράφουν:
Γιώτα Ιωαννίδου
Γιώργος Κρεασίδης
Τα αιτήματα αφορούν τα βασικά σημεία της κυβερνητικής πολιτικής που ισοπεδώνουν εκπαίδευση και εκπαιδευτικούς: Αύξηση ωραρίου για δύο ώρες, υποχρεωτικές μεταθέσεις, βιομηχανία επίορκων, νομοσχέδια για λύκειο με εξετάσεις τύπου πανελλαδικών στις τρεις τάξεις και τεχνική εκπαίδευση με τη μαθητεία, δηλαδή τη φτηνή εργασία, στο επίκεντρο, μαζί με την αξιολόγηση που οδηγεί σε απολύσεις και χειραγώγηση, αποτελούν την ατζέντα για το σχολείο της αγοράς και συμπληρώνουν τη μέχρι τώρα υπονόμευση της δημόσιας δωρεάν παιδείας.
Η πρόταση θα κριθεί μεθαύριο Τρίτη στις γενικές συνελεύσεις των ΕΛΜΕ της χώρας, οι αποφάσεις των οποίων θα μεταφερθούν την Τετάρτη στη συνέλευση των προέδρων των ΕΛΜΕ όπου θα διαμορφωθεί και η τελική απόφαση.
Η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει σε επιστράτευση, επιλέγοντας το δρόμο του ωμού αυταρχισμού απέναντι σε έναν κλάδο 80.000 εργαζομένων. Τα κυβερνητικά κόμματα ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ και η Χρυσή Αυγή έχουν αρχίσει την προπαγάνδα απαξίωσης των εκπαιδευτικών, ενώ κλίμα «κοινωνικού αυτοματισμού» και υστερίας που καλλιεργούν τα στρατευμένα στα μνημόνια ΜΜΕ, θυμίζοντας πρακτικές Θάτσερ.
Η κυβέρνηση διακατέχεται από την αλαζονεία του εντεταλμένου. Ανύπαρκτη απέναντι στους ισχυρούς, ΕΕ, ΔΝΤ, κεφάλαιο. Ο στόχος είναι το φτηνό σχολείο που βγάζει εργαζομένους των 300 ευρώ και δεν μπορεί παρά να έχει καθηγητές των 300 ευρώ. Αυτόν το στόχο προωθεί εκβιαστικά η κυβέρνηση, επιλέγοντας τη στιγμή των εξετάσεων.
Δεν περιμένεις ευαισθησίες από αυτούς που μας οδήγησαν στη νεανική ανεργία του 60%, τη μετανάστευση 120.000 πτυχιούχων, αλλά και την απόγνωση των γονιών τους που τραγικά αποτυπώνεται στις 3.000 αυτοκτονίες του Μνημονίου.
Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να γίνουν η αιχμή του δόρατος στην πάλη για ένα σχολείο για τις ανάγκες του λαού, αλλά και η αρχή για μια ρωγμή ανατροπής της πολιτικής κυβέρνησης-ΕΕ-ΔΝΤ.
Μια τέτοια σύγκρουση δεν μπορεί να μείνει στα χέρια της ΟΛΜΕ. Οι συνελεύσεις και οι απεργιακές επιτροπές των εκπαιδευτικών είναι αναγκαία προϋπόθεση για να ξεκινήσει. Είναι ώρα για την κινητοποίηση των σωματείων καταρχάς στο Δημόσιο με απεργίες και άλλες μορφής αγώνα και αλληλεγγύης. Είναι ώρα επίσης για πολύμορφη δράση για πρωτοβουλίες γειτονιάς, συλλόγους γονέων. Είναι η στιγμή για το νεολαιίστικο – φοιτητικό κίνημα να μιλήσει ενάντια στο λύκειο εξεταστικό – εργασιακό κάτεργο, να απαιτήσει διορισμούς άνεργων εκπαιδευτικών, για την ελεύθερα σκεπτόμενη διανόηση να υπερασπιστεί αξίες και κοινωνικά αγαθά.
Όχι δεν πρόκειται για τις… «2 ώρες δουλειά παραπάνω»
Η αναμενόμενη διάλυση για το δημόσιο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς είναι προ των πυλών. Γιατί περί αυτού πρόκειται και όχι φυσικά για μια απλή αύξηση στις ώρες διδασκαλίας…
Η αύξηση του διδακτικού ωραρίου δεν είναι μια αποσπασματική ενέργεια αλλά ένα κορυφαίο συμβάν, το οποίο κουμπώνει με όλο το αντιδραστικό πλέγμα των αντι-εκπαιδευτικών μέτρων στα οποία προβαίνουν οι τροϊκανές κυβερνήσεις και δεν μπορεί να συζητηθεί έξω από αυτό. Κύμα συγχωνεύσεων σχολείων, οικονομικός στραγγαλισμός μέσω περικοπής λειτουργικών δαπανών, τορπίλη σε μουσικά και αθλητικά σχολεία όπως και στην ειδική αγωγή, κατάργηση πρόσθετης και ενισχυτικής, κόψιμο σε βιβλιοθήκες, εκδρομές, αθλητικούς αγώνες, επιχορηγήσεων σε προγράμματα, αδιαφορία για τις μετακινήσεις των μαθητών, μηδενισμός διορισμών, κενά μέχρι τέλους της σχολικής χρονιάς, αύξηση των μαθητών ανά τμήμα κ.ά.
Εναρμονίζεται με την πλήρη αποδιάρθρωση του δημόσιου τομέα. Εκποίηση δημόσιας περιουσίας – κερδοφόρων επιχειρήσεων για ένα κομμάτι ψωμί, μαχαίρι σε ό,τι δημόσιο – κοινωνικό φορέα έχει απομείνει (νοσοκομεία, ασφαλιστικό σύστημα κ.ά.). Αν εξαιρέσουμε τους 150.000 ένστολους και κληρικούς, δηλαδή τις πολυποίκιλες δυνάμεις κοινωνικής, πολιτικής και πνευματικής, ηθικής αστυνόμευσης αντίστοιχα, που για ευνόητους λόγους θα πειραχτούν τελευταίοι, μας απομένουν 450.000 δημόσιοι υπάλληλοι. Εξ αυτών, η κυβέρνηση προγραμματίζει την απόλυση των 180.000, δηλαδή το 40%, διαλύοντας ό,τι θεωρείται ως δημόσιο αγαθό και δωρίζοντάς το στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Κι όλα αυτά, στο φόντο της συνεχιζόμενης κοινωνικής ερήμωσης, της διαρκούς πτώσης του ΑΕΠ σε επίπεδα εφάμιλλα περιόδων πόλεμου, της καλπάζουσας ανεργίας, της λεηλασίας μισθών και συντάξεων. Κανένας δεν πρέπει να ξεχνά ποιος νομοθετεί και ενάντια σε ποιον. Η εργατική οικογένεια απαριθμεί όχι ένα αλλά ήδη πέντε χρόνια ασφυξίας και κοινωνικής καταβύθισης.
Για τους εκπαιδευτικούς ειδικά δεν πρόκειται για μια απλή χειροτέρευση. Μαζί με τα υπόλοιπα κομμάτια του πάζλ (προεδρικό διάταγμα για την αξιολόγηση, μισθολόγιο και βαθμολόγιο νέο πειθαρχικό δίκαιο, υποχρεωτικές μεταθέσεις) τα τελευταία μέτρα συνιστούν μια πλήρη ανατροπή. Το σχολείο του Mνημονίου απαιτεί –εκτός των άλλων– πλήρη ελαστικοποίηση της εργασίας. Το προσωπικό πρέπει να βγάλει τη δουλειά, να γυρίσει τη ρόδα. Όπως για τον ιδιωτικό τομέα νομιμοποιείται η εργοδοτική ασυδοσία να προσλαμβάνει όποιους και όποτε θέλει, να απολύει όποιους και όποτε θέλει, να πληρώνει όσο και όποτε θέλει, ανάλογη πρέπει να είναι και η προσαρμογή του δημόσιου τομέα. Άλλωστε, από τα πιο επίσημα χείλη, πρωθυπουργού, υπουργών, οικονομικών παραγόντων εγχώριων και αλλοδαπών, η συνισταμένη είναι μια: Να σπάσει το ταμπού, να απολυθούν δημόσιοι υπάλληλοι… Από τον Σεπτέμβριο τίποτε δεν θα θυμίζει το σχολείο που ξέραμε.
«Μα σας ενοχλεί τόσο πολύ 2 ώρες δουλειά παραπάνω, έτσι και αλλιώς και άλλοι κλάδοι έχουν πληρώσει το τίμημα της κρίσης» μας λένε άλλοι κουτοπόνηρα, άλλοι αφελώς. Στόχος της κυβέρνησης δεν είναι να αυξηθεί το ωράριο για να δουλέψει καλύτερα η εκπαίδευση με λιγότερους π.χ. μαθητές στην τάξη. Αντίθετα, μαζί με τις συμπτύξεις τμημάτων και τις συγχωνεύσεις σχολείων, καθώς και τις αλλαγές στο Νέο Λύκειο και την τεχνική εκπαίδευση, περίπου 25.000 εκπαιδευτικοί επιδιώκεται να μετακινηθούν υποχρεωτικά οπουδήποτε και τελικά να οδηγηθούν στην απόλυση εντός της διετίας (αναπληρωτές και μόνιμοι). Υπάρχει απόφαση να μη γίνει καμιά πρόσληψη των άνεργων, αδιόριστων νέων εκπαιδευτικών που (τι ειρωνεία!) είναι οι ίδιοι που ετοιμάζονται να δώσουν πανελλαδικές ή έδωσαν και πέτυχαν πριν κάποια χρόνια και περιμένουν στα αζήτητα. Κανέναν δεν φαίνεται να ενοχλεί ένας όλο και πιο γερασμένος εκπαιδευτικός πληθυσμός, σε όλο και μεγαλύτερες τάξεις, σε ξεχαρβαλωμένα λειτουργικά σχολεία. Οι «έκτακτες» ανάγκες της εκπαίδευσης θα καλύπτονται από ολιγόμηνες προσλήψεις με αμοιβή 200 και 300 ευρώ, μέσω των προγραμμάτων «κοινωνικής οικονομίας» ή «κοινωφελούς εργασίας», κάτι σαν το κόψιμο των χόρτων ή το μάζεμα των αποτσίγαρων.
Κι όλα αυτά για να πληρώσουμε όλοι οι εργαζόμενοι αλλά και τα παιδιά μας, τα σπασμένα της κρίσης τους κι όχι αυτοί που τη δημιούργησαν: κεφάλαιο, ΕΕ, καπιταλιστές, τραπεζίτες.
«Είναι αλήθεια όμως ότι 16-21 ώρες εργασία την εβδομάδα είναι πολύ λίγες σε σχέση με την ΕΕ και διεθνώς» μηρυκάζουν οι γνωστοί …τρομοκράτες των «δελτίων των 8», οι εισαγγελείς κάθε κοινωνικού αγώνα και κάθε απεργού. Κάνουν ότι «ξεχνούν» ότι το διδακτικό ωράριο δεν ταυτίζεται με το πραγματικό ωράριο, που ονομαστικά είναι 30 ώρες ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 27,5. Ότι ο εκπαιδευτικός κάνει «δύο δουλειές» αφού απασχολείται και ως διοικητικός υπάλληλος. Αν ρίξουν μια ματιά σε ένα πρακτικό καταμερισμού εργασιών σαν αυτό που γίνεται στην αρχή κάθε διδακτικής χρονιάς, θα δουν γύρω στις 35(!) εξωδιδακτικές αρμοδιότητες που επιμερίζονται στους εκπαιδευτικούς. Ξεχνούν επίσης ότι με τα διεθνή στάνταρ (UNESCO) κάθε διδακτική ώρα ισοδυναμεί με 3-4 ώρες εργασίας γραφείου. Ότι το ωράριο στο σχολείο βγαίνει απνευστί, χωρίς περιόδους ύφεσης, ότι ο εκπαιδευτικός καλείται να είναι μόνιμα στο μάξιμουμ της απόδοσής του και σε διαρκή εγρήγορση αφού έχει να κάνει με παιδιά και εφήβους. Αν, όμως, αρέσκονται τόσο πολύ σε ευρωπαϊκές αναγωγές, γιατί δεν σχολιάζουν αντίστοιχα και τις αμοιβές των καθηγητών, που είναι τόσο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (τρίτοι από το τέλος πριν από τη Σλοβενία και τη Σλοβακία) τις υποδομές, το περιβάλλον εργασίας;
«Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών είναι αδιάφοροι, ασυνεπείς και ιδιαιτεράκηδες», υποστηρίζουν, όπως οι γιατροί παίρνουν φακελάκια, οι αγρότες μαϊμού επιδοτήσεις, οι υδραυλικοί μαύρα χρήματα κ.λπ. θα συνεχίζαμε εμείς. Στην πραγματικότητα, η μεγάλη πλειοψηφία των εκπαιδευτικών δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους στο σχολείο και τους μαθητές τους, πολύ πέρα από το σχολικό ωράριο και την αμοιβή. Ο καθένας θυμάται τέτοιους δάσκαλους από τα σχολικά του χρόνια. Η υπαρκτή τάση του συμβιβασμού, του αριβισμού και της κερδοσκοπίας, όπου υπάρχει στο σώμα των εκπαιδευτικών, ξεπηδά από τα σπλάχνα της ασκούμενης αντιδραστικής πολιτικής και τις αξίες της, είναι σύμμαχος και αρωγός της και εχθρός των κινηματικών διαδικασιών. Αποδέχεται τα ιερά και τα όσια της αγοράς, του ευρωπαϊσμού, του ανταγωνισμού, της αξιολόγησης. Είναι και κοινωνικά διακριτή από τη μεγάλη μάζα που φτωχοποιείται ραγδαία. Και φυσικά δεν απεργεί, γιατί συμφωνεί με την ουσία των τεκταινομένων. Η χειροτέρευση των όρων αμοιβής και εργασίας των εκπαιδευτικών καθώς και η προϊούσα απαξίωση του σχολείου, εξαλείφει ή πολλαπλασιάζει τα υπαρκτά φαινόμενα αλλοτρίωσης από το αντικείμενο εργασίας, αδιαφορίας για την ουσία της παιδείας, συμβιβασμού και υποταγής.
«Έχετε χίλια δίκια, αλλά όχι μέσα στις εξετάσεις απεργία. Σεβαστείτε το μόχθο των παιδιών και των γονέων τους», χύνουν κροκοδείλια δάκρυα οι μεγαλοδημοσιογράφοι καλώντας τον απλήρωτο, τον απολυμένο, τον άνεργο, τον επιστρατευμένο, το χαρατσωμένο γονιό να ξεχάσει ποιος επέλεξε τη χρονική στιγμή της επίθεσης στη δημόσια εκπαίδευση και στους εκπαιδευτικούς. Φυσικά, κανείς από αυτούς δεν πρόκειται να εγκαλέσει την κυβέρνηση γι’ αυτό. Ούτε για την υποκρισία της, όταν όλη η χρονιά βγήκε χάρη στη φιλοτιμία των εκπαιδευτικών, όταν αδιαφορούσε για τις χιλιάδες κενές θέσεις στα σχολεία, τις χιλιάδες διδακτικές ώρες που χάνονταν. Το μόνο αδιαπραγμάτευτο γι’ αυτούς είναι οι εξετάσεις, όχι το σχολείο, όχι η εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά ο υπέρτατος θεσμός των πανελλαδικών! Υπάρχει άλλη αποκαλυπτικότερη ομολογία για τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης; Οι εκπαιδευτικοί ήταν μαζί με τα παιδιά σε όλο το Γολγοθά τους, πολλές φορές και με μαθήματα αλληλεγγύης, έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία! Όχι τα κυβερνητικά χαλκεία και οι τηλεδικαστές! Έχουν κάθε λόγο λοιπόν να μη βάλουν πλάτη στην υποβάθμιση δώδεκα χρόνων δουλειάς, στην ακύρωση του δικού τους έργου και της δουλειάς των παιδιών. Στη στρέβλωση της εκπαίδευσης μέσω της εξεταστικής καρμανιόλας. Ποιος παίζει με τον πόνο των παιδιών αν όχι αυτοί που τους έχουν έτοιμο το μέλλον της ανεργίας και της περιθωριοποίησης;
Η κυβέρνηση, η ΕΕ, η τρόικα και το πολιτικό τους προσωπικό θα νικούν όσο ο «μόνιμος» γυρίζει την πλάτη στον αναπληρωτή, ο άνεργος εχθρεύεται τον τετραωρίτη και ο ωρομίσθιος το μισθωτό, αν ο φορτηγατζής την πέφτει στον αγρότη και ο συνταξιούχος στον εργάτη καθαριότητας και όλοι μαζί στον πακιστανό.
Να καθίσουμε στο σκαμνί τους πραγματικούς υπεύθυνους. Να σηκώσουμε το γάντι της αντιπαράθεσης εν ονόματι της δημόσιας εκπαίδευσης και της κοινωνικής πλειοψηφίας που στενάζουν. Να αποσυρθεί τώρα το πολυνομοσχέδιο. Καμιά συγχώνευση σχολείου, 20 μαθητές στην τάξη. Καμιά απόλυση στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα εκπαίδευσης. Μαζικοί διορισμοί και αύξηση των δαπανών για να λειτουργήσουν τα σχολεία. Όχι στην «αξιολόγηση» που οδηγεί σε χειραγώγηση – απόρριψη και σε απολύσεις. Καμιά ιδιωτικοποίηση δημόσιου οργανισμού. Να διασφαλιστεί το δημόσιο συμφέρον και όχι το ιδιωτικό κέρδος. Δημόσια παιδεία και υγεία για όλους. Ελεύθερη πρόσβαση των μαθητών στην Ανώτατη Εκπαίδευση χωρίς εξεταστικούς και οικονομικούς φραγμούς. Όχι στο σχέδιο «Αθηνά». Κατάργηση όλων των μνημονίων και των μεσοπρόθεσμων, όλων των αντεργατικών νόμων. Όχι στην πολιτική κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ. Μια νίκη των εκπαιδευτικών, θα είναι νίκη όλων!
Όλοι κρίνονται από την στάση τους απέναντι στους αγώνες των καθηγητών
Η στάση των πολιτικών και συνδικαλιστικών δυνάμεων είναι ενδεικτική και εξηγεί σε ένα βαθμό γιατί παρά την κοινωνική οργή, η κυβέρνηση αντέχει.
Η ΔΑΚΕ ως βασικός εκφραστής του κυβερνητικού συνδικαλισμού σήμερα, είναι πολιτικά εκτεθειμένη, καθώς η κυβέρνηση Σαμαρά δείχνει αποφασισμένη στην εφαρμογή της μνημονιακής επιταγής για λιγότερους, φτηνότερους και χωρίς δικαιώματα εκπαιδευτικούς. Τα περιθώρια αυτονομίας της είναι περιορισμένα. Τα στελέχη της εδώ και δεκαετίες εναλλάσσονται σε ρόλους συνδικαλιστή και στελέχους της διοίκησης, εκπρόσωπου δηλαδή της εργοδοσίας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον περιφερειακό διευθυντή εκπαίδευσης στην Αττική, Δημ. Γκίνη, που μέχρι πρότινος ήταν ταμίας της ΟΛΜΕ και συνυπέγραφε καταγγελίες της πολιτικής που εφαρμόζει. Αυτές τις ημέρες όμως εισπράττουν την οργή πολλών ψηφοφόρων τους που είναι κι αυτοί θύματα της μνημονιακής πολιτικής.
Έτσι παρόλο που από τη μια ανοίγει το δρόμο ιδεολογικά στην αποδοχή σημαντικών πλευρών της κυβερνητικής πολιτικής, από την αξιολόγηση μέχρι την προτεραιότητα της αγοράς, τώρα προσπαθεί παράλληλα να εκπροσωπήσει ένα είδος συνδικαλισμού που παλεύει για μικροδιορθώσεις μέσα από τη σχέση με τη ΝΔ, την πολιτική ηγεσία και τα στελέχη του υπουργείου Παιδείας, το πολιτικό σύστημα συνολικά.
Όταν βέβαια η προσπάθειά της αυτή κινδυνεύει από τη σαρωτική επίθεση της κυβέρνησης και την επιδίωξή της να τσακίζει ό,τι αγωνιστικό εν τη γενέσει του με οποιοδήποτε τρόπο, ιδίως ενόψει και του συνεδρίου της ΟΛΜΕ, η αγωνιστικότητά της θα φτάνει μέχρι εκεί που θα εξασφαλίζει κάποια αγωνιστικά εύσημα .
Σήμερα βρίσκεται σε διπλό αδιέξοδο όχι μόνο γιατί αναγκάζεται να συγκρουστεί με τη ΝΔ, αλλά και γιατί δεν μπορεί να απεγκλωβιστεί από μια γραμμή άμυνας στα τελευταία μέτρα συντεχνιακού τύπου, χάνοντας το συνολικό ορίζοντα των επιλογών της κυβέρνησης.
Η ΠΑΣΚ, σκιά του μηχανισμού που έπαιρνε πάνω του τον εκφυλισμό των αγώνων, αναζητά συμπληρωματικό ρόλο δίπλα στη ΔΑΚΕ, εκπροσωπώντας κυρίως την αγωνία των στελεχών της. Ουσιαστικά, αντιμετωπίζει παράλληλα προβλήματα με αυτά του απαξιωμένου ΠΑΣΟΚ που διεκδικεί ρόλο φτωχού συγγενή δίπλα στη ΝΔ, με πολλά στελέχη του να συνομιλούν απευθείας με τον Σαμαρά.
Χαρακτηριστική των παραπάνω ήταν η στάση και των δύο δυνάμεων στο ΔΣ της ΟΛΜΕ για την απεργιακή απόφαση. Η συζήτηση περί κάλπης και ευρείας πλειοψηφίας, έκλειναν το μάτι στην κυβέρνηση, για τη σύμπραξή τους σε ένα συνδικαλισμό – εταίρο. Οι Συνεργαζόμενες Εκπαιδευτικές Κινήσεις (ΣΥΝΕΚ), η συνδικαλιστική έκφραση του ΣΥΡΙΖΑ, στήριξαν τη γραμμή της σύγκρουσης με την κυβέρνηση, εκφράζοντας έτσι και τη δυναμική που τις έχει ενισχύσει στον κλάδο μετά την κατάρρευση της ΠΑΣΚ και τη φθορά της ΔΑΚΕ. Διαφοροποιείται έτσι από τη γραμμή της εκλογικής αναμονής και του ώριμου φρούτου που θα οδηγήσει σε κυβερνητική αλλαγή, ώστε να σταματήσει η μνημονιακή λαίλαπα. Αυτή η γραμμή μέχρι τώρα έβαζε σε δεύτερη μοίρα τον αγωνιστικό ξεσηκωμό και επέβαλλε την αποδοχή του προγραμματισμού της ΑΔΕΔΥ που τελικά δεν είναι άλλος από τις συμβολικές διαμαρτυρίες και τη μεθοδευμένη ήττα των εργαζομένων στο δημόσιο.
Η στάση αυτή των ΣΥΝΕΚ αναγκάζει το ΣΥΡΙΖΑ να ταλαντεύεται μεταξύ της επιλογής υπόκλισης στη λογική του εκλογικού κόστους και της στήριξης μιας απεργίας στις εξετάσεις. Μια λογική βλέπει την κοινωνία μέσα από το παραμορφωτικό πρίσμα των δημοσκοπήσεων, μέσα στο κλίμα τρομοκρατίας των τηλεπαραθύρων. Έτσι μετά από «διαρροές» ή δηλώσεις όπως λ.χ. αυτές του Στρατούλη κατά μιας απεργίας στις πανελλήνιες και τις υποβαθμισμένες ανακοινώσεις του τμήματος Παιδείας, ήρθε η επίσημη στήριξη του κόμματος. Μένει όμως η στήριξη να γίνει έμπρακτη, με πρωτοβουλίες κινητοποίησης στο εργατικό και μαζικό κίνημα, ξεκινώντας από τα σωματεία του δημόσιου τομέα, ιδίως μπροστά στην απειλή της επιστράτευσης.
Το ΚΚΕ φανερώνει τα αδιέξοδα των επιλογών του στη φάση της κρίσης. Με μια κατεύθυνση που δεν έχει στον ορίζοντά της την αμφισβήτηση των συσχετισμών από τον ανατρεπτικό αγώνα του λαού και προτάσσει την αντοχή του κόμματος, η ηγεσία του ΚΚΕ με δηλώσεις κορυφαίων στελεχών, βαφτίζει εκβιασμό την απεργία στις εξετάσεις και χαϊδεύει τα αυτιά των πιο συντηρητικών αντανακλαστικών της κοινωνίας. Αυτών που στην εποχή μας δεν προτάσσουν τη σύγκρουση με την πολιτική της κυβέρνησης. Μια λογική κοντόφθαλμη, που παραγνωρίζει και το χαρακτήρα του αγώνα των εκπαιδευτικών, αλλά και αφήνει στο απυρόβλητο στον πραγματικό εκβιασμό της νεολαίας, η οποία με «χαρτί» ή δίχως, στοιβάζεται στο 60% της νεανικής ανεργίας… Καθόλου τυχαία λαμβάνει τα εύσημα από τα καθεστωτικά ΜΜΕ ή φωνές όπως αυτή της ΔΗΜΑΡ που έχει στρατεύσει στην ήττα των καθηγητών τις αναιμικές της δυνάμεις στην εκπαίδευση, μέσα από μια σκληρά κομματική παράταξη.
Η απαράδεκτη και διαλυτική στάση των εκπροσώπων του ΠΑΜΕ σε όλες τις συνεδριάσεις του ΔΣ της ΟΛΜΕ, έδινε το πρόσχημα στη ΔΑΚΕ και την ΠΑΣΚ να αναβάλουν για μέρες την αγωνιστική απόφαση. Η αποκάλυψη των χαρακτηριστικών της πολιτικής των κεφαλαίου – ΕΕ και η ανάγκη ανατροπής της κυβερνητικής επίθεσης, που επαγγέλλονται οι εκπρόσωποι του ΠΑΜΕ, κονταίνουν και αναιρούνται όταν δεν συναντιούνται με την αποφασιστική σύγκρουση, τη στιγμή της επίθεσης, αλλά υποχωρούν κάτω από το βάρος των εκβιασμών τους. Η τακτική αυτή έχει οδηγήσει τις συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΚΚΕ, να είναι απούσες σε πολλές κορυφαίες συγκρούσεις του παρελθόντος, έχει βαρύ κόστος για το κίνημα και δεν είναι πλέον διαχειρίσιμη εντός των κομματικών τοίχων. Η αρθρογραφία ορισμένων κορυφαίων στελεχών του ΠΑΜΕ δείχνει ότι υπάρχει συνείδηση της ανάγκης για ένα αποφασιστικό βήμα αγώνα άμεσα.