του Θανάση Σκαμνάκη
Υπάρχουν πάντα χιλιάδες αφορμές για να μελαγχολήσεις. Κι άλλες τόσες, πιθανόν λιγότερες, για να πετάξεις. Κι όταν πετάξεις λίγο και κοιτάξεις, πάλι μπορεί να πολλαπλασιάζονται οι λόγοι της μελαγχολίας. Αλλά δεν καίγεσαι, γιατί στρέφεται αυτή η ρόδα του λούνα παρκ, της ζωής μας, στο κάτω και στο πάνω, ανάμεσα σε αετούς και έρποντα, για να μας κάνει να μην ξεχνάμε την αντινομία μας, τη δύναμη και την αδυναμία. Για να προεκτείνουμε τον εαυτό μας σε πολλαπλά εμείς, ώστε να μη μαραίνεται στις δύσκολες εποχές. Κι αυτό είναι ό,τι καλύτερο μας έτυχε ή φτιάξαμε, σε μια εποχή πολύ δύσκολη, μια εποχή αισθημάτων που εκπέμπονται με πολλούς τρόπους κι ύστερα αποσύρονται και κρύβονται επιμελώς, για να μην εκτεθούν και μας …εκθέσουν. Την προηγούμενη Κυριακή στο Αγρίνιο που πήρα μέρος σε μια ωραία συζήτηση λέξεων, εικόνων και βλεμμάτων, προσφέρθηκε, ως δώρο θα έλεγα, ένα ποίημα, μαρτυρία και απόδειξη των υπόγειων αυτών διαδρομών που διασταυρώνονται. Οι παραλήπτες θα διαβάσουν και θ’ αναγνωρίσουν σ’ αυτό τα αισθήματα συντρόφων, γι’ αυτό θεώρησα πως αξίζει να το μεταφέρω.
Ο τίτλος του ποιήματος είναι: «Για τους φίλους μου…365 Κυριακές το χρόνο….».
«Θα φτιάξω μήνες …γεμάτους Κυριακές / με φως, γαλήνη κι ηρεμία, αγάπη, χαρά, κουβέντες, μουσική, / βόλτες στην θάλασσα… / να τους χαρίσω στους φίλους μου που πονούν.
Οι φίλοι μου πονούν, οργίζονται, ξεσηκώνονται… / δεν αντέχουν να τους δυναστεύουν τη ζωή… / Νοιάζονται για όσους πεινούν, κρυώνουν, για όσους τρομοκρατούνται, / για όσους χάνονται, για όσους τρελαίνονται… / ή τους χτυπάν στη μέση του δρόμου και στα σκοτεινά κρατητήρια. / Παλεύουν μ’ όλη τους τη δύναμη και την συνέπεια, / για την ελευθερία των ανθρώπων, αψηφώντας τον εαυτό τους, / δεν κρύβονται, /ούτε σφαλίζουν την πόρτα τους στους αδικημένους / και τους πλάνητες της γης. / Κλαίνε από οργή για τις ημέρες και τις νύχτες που μας αρπάζουν / μέσα απ’ τα βλέφαρα. / Κλαίνε από οργή, για τα όνειρά μας, / που τα πουλάνε μισοτιμής στα παζάρια. / Πέφτουν, βρίζουν, ξανασηκώνονται και συνεχίζουν… / Τραβάνε πορείες μοναχικές και δηλητηριάζονται από αέρια, / Είναι άνεργοι …κι άλλοι φοβούνται μη χάσουν τις δουλειές τους, / δεν έχουν να κάψουν παρά μόνο τις μνήμες τους για να ζεσταθούν, / το ψωμί δε φτάνει για όλους… / Έχουν συρθεί πολύ μες το σκοτάδι και φίλιωσαν μαζί του, / γι’ αυτό η ματιά τους είν’ ευλογημένη από αλήθειες… / Δεν έχουν παρά μόνον έναν δρόμο να τραβήξουν… / μοναχικοί μπροστάρηδες και λίγοι…
Γι’ αυτό …θέλω να φτιάξω μήνες όλο Κυριακές με φως, / γαλήνη κι ηρεμία, αγάπη, χαρά, κουβέντες, μουσική, / βόλτες στην θάλασσα… / να τους χαρίσω στους φίλους μου που κουράστηκαν…. / Πρέπει να ξεκουραστούν….για να μπορέσουν να συνεχίσουν… / Θυμήσου την ώρα που στο λέω…αυτοί θα παλέψουν για τις λιγοστές μας / Κυριακές…».
Μάρω Λαχανά (24/02/13)