Άμα θέλεις να πεις κάτι για τα τρέχοντα, να σχολιάσεις την επικαιρότητα και να εξάγεις χρήσιμα, ως νομίζεις, συμπεράσματα, πρέπει να ασχοληθείς με πολλά φούμαρα. Αυτά που σκάνε σε ύποπτες γωνίες και κάνουν θόρυβο σε ακόμα πιο ύποπτες οθόνες. Κι άμα βουλιάξεις έτσι στην καθημερινότητα κινδυνεύεις να χαθείς μαζί της, σε μικρές δόσεις δηλητηριώδους νέφους: αιθαλομίχλης, μικροπολιτικής και ειδήσεων. Και στη φθορά που επιφέρει η ενασχόληση με τα μικρά, τα οποία προκαλούν αντιθέσεις και συχνά παρεξηγήσεις. Και σε εκθέτουν!
του Θανάση Σκαμνάκη
Όμως υπάρχει ένας ασφαλής τρόπος για να γλυτώσεις. Αναχωρείς προς κάποιο μέλλον. Εκεί μπορείς να εφαρμόσεις ανεμπόδιστος τα σχέδιά σου. Το χρειαζόμαστε πάντα οι άνθρωποι να φεύγουμε μπροστά. Τίποτα δεν μπορεί να μας κάνει να θυσιάσουμε αυτή τη διαφυγή, ακόμα κι όταν γύρω μας κατολισθαίνει το σύμπαν. Εκεί δεν επεμβαίνουν ζοφερές ποταπότητες κι ούτε ανόητοι, πουλημένοι, εξανδραποδισμένοι, υποταγμένοι, δουλοπρεπείς, ιδιοτελείς, καιροσκόποι κ.ο.κ. Είναι ένας ψυχοθεραπευτικός τρόπος. Ιδιαίτερα για ανθρώπους με πλούσια φαντασία και μαρξιστική επαναστατικότητα. (Προσωπικά ουκ ολίγες φορές καταφεύγω στη σχετική θεραπεία. Προσπαθώντας ταυτόχρονα, ή προσποιούμενος, πως κρατάω κάποια επαφή με την πραγματικότητα, επιδιώκοντας να δίνω στις φαντασίες μου σχήματα ρεαλισμού κ.λπ.). Το δυστυχώς, όμως με τις φαντασίες, τα σχέδια και τις ψυχαναλύσεις, είναι πως άμα φεύγεις συνεχώς από την πραγματικότητα, φεύγει κάποια στιγμή κι εκείνη από εσένα και έτσι μπορεί, στο τέλος, να πορεύεστε σε ασύμπτωτες τροχιές, ακόμα και σε διαφορετικούς κόσμους. Από την πάθηση αυτή, λόγω των πολλών δυσκολιών, υποφέρουν πολλοί στις μέρες μας, άνθρωποι, ομάδες, κινήματα, κόμματα ή απόπειρες κομμάτων. Νομίζουν πως φτάνει να εξαγγείλουν μια εξέγερση, μια επανάσταση, μια έφοδο στον ουρανό και να γίνει αίφνης ο ουρανός πιο προσιτός. Κι αν απογοητεύονται ξανά και ξανά που τα σχέδια δεν ευοδώνονται, κι αν ορισμένοι από τους οπαδούς τους χάνονται για άλλη πιο ασφαλή και γειωμένη περιπέτεια (ή απλώς για τη διαχείριση κατά μόνας της απογοήτευσής τους), εκείνοι δεν πτοούνται. Έχουν εφεδρικές επαναλήψεις σχεδίων και οδεύουν προς την επόμενη εξαγγελία. Οπότε η ζωή και η πράξη αποδεικνύονται εντελώς ανίκανες να τους διδάξουν. Στον αντίποδα, και ως απάντηση, εμφανίζεται ένας άλλος τρόπος θεραπείας. Η φυγή διά του «ρεαλισμού». Να αρκείσαι, και εν τέλει να βουλιάζεις στο ελάχιστο. Να αποφεύγεις το ταξίδι γιατί έχει απρόβλεπτους κινδύνους, να «ζεις τη στιγμή», χωρίς προσδοκίες, όνειρα, πετάγματα (γιατί τα πετάγματα έχουν και πτώσεις).
Αυτά σκεφτόμουν ξεκινώντας να συλλογίζομαι τα φούμαρα της καθημερινότητας, και κάπως τρόμαξα. Πώς να ισορροπήσω τώρα ανάμεσα στο τίποτα και το σύμπαν, χωρίς μια γέφυρα να τα ενώνει; Πολύ περισσότερο που κάποιοι μηχανικοί στην αγορά, σχεδιάζουν τόσο σαθρές κατασκευές ώστε δεν το εμπιστεύεσαι να βαδίσεις πάνω τους.
(Το πλεονέκτημα των κειμένων παρόμοιου είδους και ύφους, είναι πως διατηρούν το δικαίωμα μιας ασάφειας και επί πλέον δεν υποχρεούνται να δώσουν λύση στο κάθε φορά αναφερόμενο δράμα, ούτε να εφευρίσκουν μια «γραμμή» με ευτυχισμένο τέλος· κι έτσι γλυτώνουν από πολλά).