Η ταινία του Άνταμ ΜακΚέι περιγράφει με μορφή οικονομικού θρίλερ τη χρηματοπιστωτική φούσκα του 2008 που με αφετηρία την αγορά των ΗΠΑ μεταλλάχτηκε σε διεθνή ύφεση και δημοσιονομικό εφιάλτη.
του Δημήτρη Γρηγορόπουλου
Το οικονομικό έγκλημα της χρηματιστηριακής φούσκας προετοιμάζεται στα πολυτελή γραφεία της Wall Street και στα χρηματιστήρια. Η φούσκα των ενυπόθηκων δανείων όλο και διογκώνεται και μια σταγμή αναπόφευκτα θα σκάσει. Τραπεζίτες, οικονομολόγοι, αναλυτές, χρηματιστές, golden boys, πολιτικοί, ΜΜΕ στη μέθη της άκοπης κερδοφορίας και στην υπεροψία της βεβαιότητας αγνοούν τον επερχόμενο Αρμαγεδώνα. Απ’ την άλλη, ο κόσμος παραμυθιάζεται ποντάροντας στα σκουπίδια. Όργανα εντεταλμένα για τον έλεγχο της αγοράς, πολιτικοί, εποπτικά όργανα, οίκοι αξιολόγησης, ποιούν την νήσσαν, διαπλέκουν τα άνομα συμφέροντά τους, συγκαλύπτουν και συγκαλύπτονται. Γλαφυρά ο σκηνοθέτης παρουσιάζει ανώτερο στέλεχος οίκου αξιολόγησης που κυνικά ομολογεί ότι δίνει ΑΑΑ σε τράπεζες που εμπορεύονται ομόλογα – σκουπίδια, γιατί αν δεν του δώσει τα τρία Α, θα τα δώσει ο ανταγωνιστικός οίκος αξιολόγησης.
Ο σκηνοθέτης, κόντρα στην υστερία και την παράνοια της κερδοσκοπίας, επικεντρώνεται σε τέσσερις μικροεπενδυτές, ενσωματωμένους βέβαια στο σύστημα, αλλά και σε σχετικά κριτική απόσταση απ’ αυτό. Ο εκκεντρικός πρωταγωνιστής παρουσιάζεται ως πνεύμα αντιλογίας, που απ’ την παιδική ηλικία αμφισβητεί τη δογματική εβραϊκή θρησκευτική παράδοση. Παράλληλα, στο ίδιο μήκος κύματος κινείται ένας γιατρός με ταλέντο στα μακροοικονομικά, αν και έχει ισχυρή αίσθηση δικαίου. Η παρέα των αμφισβητιών συμπληρώνεται από δύο εκκολαπτόμενους γιάπηδες. Ο πρωταγωνιστής έχοντας βιώσει την κατάρρευση των εταιριών – dot com (νέας τεχνολογίας) και από χαρακτήρα σκεπτικιστής θεώρησε παράλογη την υπερμεγέθυνση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων απ’ τους τραπεζίτες και στράφηκε στη μελέτη της. Η μελέτη του έδειξε ότι το Ελντοράντο των ενυπόθηκων δανείων στην πραγματικότητα ήταν ένας σκουπιδότοπος. Η κερδοσκοπική μανία των τραπεζιτών τους έσπρωξε να διευρύνουν την αγορά στεγαστικών δανείων και στα φτωχότερα στρώματα. Ο Μπέρι με συστηματική έρευνα διαπίστωσε ότι οι εγγυήσεις ήταν αδύναμες ή και σχεδόν ανύπαρκτες, ενώ η εξυπηρέτηση των δανείων έβαινε συνεχώς μειούμενη. Παράλληλα, διαπίστωσε την τεράστια έκταση των πιο τοξικών ομολόγων, των SDD (δομημένα ομόλογα), που δομούνταν σε διαφόρων ειδών δάνεια (στεγαστικά, επαγγελματικά, καταναλωτικά κ.ά.) και διαφορετικής φερεγγυότητας. Έτσι, τα δάνεια – σκουπίδια ή οι φέτες που λαμβάνονταν απ’ αυτά αναμιγνυόμενα με τα φερέγγυα συγκαλύπτονταν. Η επένδυση σ’ αυτά τα ομόλογα θεωρούνταν πολύ μικρού ρίσκου, στη βάση της υπόθεσης ότι η ταυτόχρονη πτώχευση διαφορετικών δανείων ήταν απίθανη.
Στην αρχή, τα CDO απέδιδαν τεράστια κέρδη. Όταν όμως το 2008 η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ ανέβασε τα επιτόκια πολλοί απ’ τους φτωχούς δανειολήπτες δεν μπορούσαν να πληρώσουν τις δόσεις τους. Τότε επήλθε ο πανικός. Άρχισε η μαζική πώλησή τους και μεγάλες τράπεζες με κορυφαία τη Lehman Brothers, που ήταν φορτωμένες μ’ αυτά τα τοξικά παράγωγα, καταστράφηκαν ή έφτασαν στο χείλος της καταστροφής.
Κόντρα στην ευφορία που επικρατούσε, ο διορατικός Μπέρι και οι άλλοι χρηματιστές, διείδε την επερχόμενη καταστροφή και άρχισε να σορτάρει, να στοιχηματίζει σε CDS για την κατάρρευση των ενυπόθηκων δανείων και των CDO.
Η βόμβα άργησε λίγο να σκάσει, γιατί παρά την εμφάνιση των προβλημάτων οι οίκοι αξιολόγησης συνέχιζαν σκανδαλωδώς να δίνουν ΑΑΑΑΑΑΑΑΑ στα ομόλογα που συγκάλυπταν τα επισφαλή δάνεια. Στο τέλος, δικαιώθηκε, κερδίζοντας κολοσσιαία ποσά.
Ο σκηνοθέτης προσπάθησε να καταστήσει κατανοητές τις οικονομικές έννοιες, συνδυάζοντας μυθοπλασία και ντοκιμαντέρ. Την ταινία χαρακτηρίζει γρήγορος ρυθμός και υποδόριος σαρκασμός, ώστε να μη γίνεται ανιαρή και δυσνόητη. Προειδοποιεί το θεατή για την ασυδοσία και τον παραλογισμό των καπιταλιστικών οικονομικών κέντρων. Το μήνυμα όμως είναι ημιτελές. Αμφισβητούν οι εκκεντρικοί χρηματιστές την παντοδυναμία και τη «σοφία» της καπιταλιστικής αγοράς, όχι για να συμβάλουν στην ανατροπή, αλλά απλώς για να επωφεληθούν οι ίδιοι…