Γιώργος Τσαντίκος
Στα σοβαρά, μπορεί όντως να ταυτιστεί ένας ηγέτης του ελληνικού πολιτικού στερεώματος με το κοινό του με μόνο όχημα την επικοινωνιακή διαχείριση της εικόνας; Ή μήπως το χάσμα μεγαλώνει όλο και περισσότερο;
Θέλουμε οι πολιτικοί να μοιάζουν σε εμάς; Να είναι δηλαδή καθ’ εικόνα και ομοίωση, όπως επιτάσσει το θεολογικό lifestyle; Να «κάθονται με τη νεολαία» και να ντύνονται όπως η Σάνα Μαρίν, πρωθυπουργός Φινλανδίας με σημιτικό ΠΑΣΟΚ, όταν πάει (και κυρίως, όταν φωτογραφίζεται να πηγαίνει) σε μουσικό φεστιβάλ;
Καταρχάς, να ξέρετε ότι το 90% των σκανδιναβικών fests είναι ή έχουν black metal μπάντες, οπότε όσοι-ες είστε πιστοί της σοσιαλδημοκρατίας αλλά και του χριστιανικού δόγματος, μην χαίρεστε πρώιμα.
Δεύτερον, αν ήταν υποχρεωτική η επιλογή, θα προτιμούσα τον Πέπε Μουχίκα, που μοιάζει ο άνθρωπος με κτηνοτρόφο στο λεκανοπέδιο Ιωαννίνων ή τον Τζακ Νίκολσον στο Mars Attacks, για λόγους που δεν είναι της παρούσης.
Τη δεκαετία της ύφεσης, οι ηγέτες-θυρωροί του καπιταλισμού –αν εξαιρεθούν οι μοναρχικές εκδοχές τύπου Ερντογάν, Πούτιν, Μέρκελ κ.λπ.– έχουν αναθέσει ένα σημαντικό κομμάτι της πολιτικής τους στη διαχείριση της εικόνας. Και επειδή πλέον η ζωή μας είναι μια εικόνα ή καλύτερα, μια ατέλειωτη διαδοχή από εικόνες που αποτυπώνονται διαρκώς, παντού, κάθε λεπτό, σε μια διαδοχή που χρειάζεται σκηνοθεσία, οι ηγέτες μπαίνουν και στο στοίχημα της ταύτισης.
O Τσίπρας εισήγαγε το άσπρο πουκάμισο (στα μαύρα θα το βάψω), ο Μητσοτάκης πολέμησε το συγκεκριμένο outfit, αλλά τώρα το χρησιμοποιεί πλέον σε πλήρη ανάπτυξη, ο Ανδρουλάκης έχει την εξέλιξη μέσου ΠΑΣΠίτη και τώρα που είναι σε σοβαρή θέση φοράει κοστούμι κ.ο.κ.
Καθένας τους θέλει να ταιριάξει σε ένα προφίλ, όσο πιο κοντινό πιστεύει ότι είναι στη μέση εικόνα που είναι οικεία στον πολίτη. Η δεδομένη αγωνία τους είναι παντελώς αδιάφορη, εκτός αν π.χ,, μετά την εμφάνιση της πρωθυπουργού της Φινλανδίας, ο έλληνας ομόλογός της έσκαγε στους Cradle of Filth με corpse paint ή ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης πήγαινε στην Κουμουνδούρου με αμφίεση Ανάφης και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επιχειρούσε να παραθέσει ένα κάποιο υπαρκτό στυλ και όχι τη βιτρίνα του Βάρδα, το 1996. Τότε, θα είχαμε κάτι να σχολιάζουμε.
Στα σοβαρά, όμως, μπορεί όντως να ταυτιστεί ένας ηγέτης του ελληνικού πολιτικού στερεώματος με το κοινό του, με μόνο όχημα την επικοινωνιακή διαχείριση της εικόνας, ακόμα και όταν ο κόσμος των social media είναι έτοιμος να «αγκαλιάσει» μια υποτιθέμενη ξένοιαστη, καθημερινή στιγμή ενός εξουσιαστή που γίνεται «απλός άνθρωπος»;
Γίνεται αυτό μετά από 11 συναπτά χρόνια που είναι ζήτημα να υπάρχουν 30-40 κοινοβουλευτικοί-ες που έμειναν σταθεροί-ες σε μια θέση, εκτός μνημονιακών χειρισμών, «υποχωρήσεων», διατάξεων που πέρασαν χωρίς να απαιτούνται στην πραγματικότητα αλλά επειδή βρήκαν χώρο οι πιο μύχιες βλέψεις του ελληνικού κεφαλαίου και δεν χρειάστηκε καν να πειστούν τρόικες και δανειστές, γιατί δεν έμαθαν ποτέ περί τίνος πρόκειται; Περικοπή είναι; Βάλ’ τη μέσα να υπάρχει.
Η κανονικότητα, που ακόμα και η ευρύτερη Αριστερά φαντασιώνεται, έχει πεθάνει εδώ και καιρό
Μπορεί να ταυτιστεί –πέρα από το dress code– ένας πρωθυπουργός Ελλάδας των τελευταίων 11 ετών, με δεδομένο πλέον το γεγονός ότι τον ερχόμενο χειμώνα η υπόθεση της οικιακής θέρμανσης θα είναι χειρότερη από ό,τι εννέα χρόνια πριν; Το χάσμα μεγαλώνει όλο και περισσότερο. Η κανονικότητα που ακόμα και η ευρύτερη Αριστερά φαντασιώνεται (είναι αυτό που γουστάρουμε Σρι Λάνκα-αντιμετωπίζουμε με σκεπτικισμό όταν συμβαίνει δίπλα μας) έχει πεθάνει εδώ και καιρό.
Δεν υπάρχουν κανονικότητες, όταν ένας εργάτης πεθαίνει κάνοντας τη δουλειά του στην πιο καθημερινή υποτιθέμενη εκδοχή της, επειδή είναι μόνος εκεί που χρειάζονται δύο και τρεις εργαζόμενοι-ες και δεν έχει τα διαβόητα ΜΑΠ (Μέσα Ατομικής Προστασίας).
Απουσιάζουν εντελώς και ανεπιστρεπτί οι κανονικότητες, όταν στα σοβαρά το οικονομικό κριτήριο είναι η «βαριά βιομηχανία, ο τουρισμός», που παραμένει η μεγαλύτερη και πιο επικίνδυνη ανοησία από καταβολής καπιταλισμού. Δεν υφίσταται τίποτε κανονικό, όταν δουλειά θεωρείται το λιώσιμο για τέσσερις και πέντε μήνες της σεζόν, με ψίχουλα, ούτε καν υποδεκαπλάσια από τα κέρδη.
Κανονικότητες τέλος. Με πουκάμισο, αρβύλα ή γραβάτα.