Ο Μπόρις Τζόνσον δεν θα μείνει στην ιστορία για τις ιδιοτροπίες και τα σκάνδαλά του, τα οποία άλλωστε είναι συνηθισμένα φαινόμενα στη βρετανική αστική τάξη και πολιτική ελίτ. Θα μείνει για το Brexit που τον εκτίναξε στην κορυφή και για την οικονομική και κοινωνική κρίση που τον γκρέμισε.
Όσον αφορά το πρώτο, είναι σαφές ότι ο Τζόνσον κατάφερε να βρεθεί «καβάλα στο κύμα». Να ηγηθεί, δηλαδή, εκείνης της πτέρυγας του βρετανικού κεφαλαίου που επιθυμούσε την έξοδο από την ΕΕ, θεωρώντας ότι έτσι θα εξυπηρετούνταν καλύτερα τα συμφέροντά του και θα είχε μεγαλύτερες ευκαιρίες κερδοφορίας. Ταυτόχρονα, με τη βοήθεια των θλιβερών Εργατικών, πέτυχε να βάλει ανεξίτηλη συντηρητική και αντιδραστική σφραγίδα στις εργατικές-λαϊκές ανησυχίες και αγωνίες που οδήγησαν στο εντυπωσιακό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2016.
Τα δεδομένα, όμως, άλλαξαν σχετικά γρήγορα, καθώς οι κρίσεις διαδέχονταν η μία την άλλη, με τον Τζόνσον να πρωταγωνιστεί πάλι — αρνητικά αυτή τη φορά. Τόσο στην πανδημία, όταν με την πολιτική του επιτάχυνε τη διάλυση του βρετανικού ΕΣΥ και κυριολεκτικά καταδίκασε σε θάνατο χιλιάδες συμπατριώτες του. Όσο και στην περίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς μετέτρεψε το Ηνωμένο Βασίλειο σε αιχμή του δόρατος του ΝΑΤΟ και της Δύσης.
Δυστυχώς γι’ αυτόν, όμως, οι Βρετανοί δεν παραπλανήθηκαν. Οι διαρκείς επικλήσεις της δημοκρατίας και η αντιρωσική υστερία δεν κατάφεραν να θέσουν στο περιθώριο το κοινωνικό ζήτημα, που ήρθε με ορμή στο προσκήνιο λόγω της φτώχειας και της ακρίβειας, της απειλής δελτίου στην ενέργεια και τα τρόφιμα, της έντασης της εκμετάλλευσης. Υπό αυτή την έννοια, ο Τζόνσον αποτελεί το πιο ηχηρό, μέχρι στιγμής, θύμα αυτού του συνδυασμού των κρίσεων. Σίγουρα, δε, ακολουθούν και άλλοι, που πρέπει να πήραν ήδη το μήνυμα.