Μπάμπης Συριόπουλος
Το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ με τις Θέσεις του και τις δηλώσεις στελεχών του ολοκληρώνει μια πορεία περίπου δέκα ετών, από τις υποσχέσεις για αντιμνημονιακή ανατροπή στον στόχο της «προοδευτικής κυβέρνησης» σοσιαλδημοκρατικής-κεντροαριστερής κατεύθυνσης αυστηρά στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Οι αόριστες υποσχέσεις για αναίρεση των πεπραγμένων της ΝΔ εξαρτώνται από τη… μεγαλοψυχία του κεφαλαίου.
Οι αδυναμίες του κινήματος και η «λύση ΣΥΡΙΖΑ»
Το 1ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ έγινε τον Ιούλιο του 2013. Είχαν προηγηθεί οι εκλογές του Μαΐου 2012 που είχε αποσπάσει 17,8% των ψήφων και του Ιουνίου της ίδιας χρονιάς με 26,9%. Το λαϊκό κίνημα του ‘10-12 είχε δείξει τα όριά του. Παρά την πρωτοφανή μαζικότητα και μαχητικότητά του, η στοχοποίηση της «τρόικας» και της Γερμανίας αντί του κεφαλαίου και της ΕΕ, η καθήλωση του εργατικού κινήματος στα όρια της ΓΣΕΕ, η αδυναμία του αγωνιζόμενου λαού να συγκροτήσει τα δικά του όργανα και θεσμούς σαν αντίπαλο δέος απέναντι στο αστικό κράτος οδήγησαν στην κοινοβουλευτικοποίηση και στην αναζήτηση κυβερνητικών λύσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσώπησε ακριβώς αυτές τις συμβιβαστικές τάσεις του κινήματος. Στο 1ο Συνέδριο αποφασίστηκε η διάλυση των «συνιστωσών» μέσα στο ενιαίο κόμμα, καθώς είχαν κάνει τη δουλειά τους και ήταν πλέον βαρίδι στην κυβερνητική πορεία.
Το 2ο Συνέδριο πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2016, όταν πια ο ΣΥΡΙΖΑ είχε υπογράψει το 3ο Μνημόνιο στις 13 Ιουλίου 2015, μετατρέποντας το «Όχι» του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου σε «Ναι». Το τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ που διαφώνησε είχε αποχωρήσει. Παρ’ όλα αυτά το κόμμα ήταν στην κυβέρνηση μετά τις εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015. Η τρόικα είχε μετονομαστεί πια σε «θεσμούς». Το Συνέδριο επιβεβαίωσε τον ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα αντιδραστικής αστικής διαχείρισης χωρίς άρωμα ρήξης ή ανατροπής.
Το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ έχει ως κέντρο του τις επόμενες εκλογές και τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση, σύμφωνα με δηλώσεις κορυφαίων στελεχών του και του ίδιου του κειμένου των Θέσεων για το Συνέδριο: «Άμεσος πολιτικός στόχος του κόμματος είναι η νίκη στις επόμενες εκλογές και ο σχηματισμός μιας ισχυρής προοδευτικής κυβέρνησης…». Απευθύνεται στο Κίνημα Αλλαγής με τον πιο επίσημο τρόπο. Εξάλλου η κεντροαριστερά είναι ήδη στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, μετά τη «διεύρυνση» με τους πασοκογενείς.
Από τις Θέσεις δεν λείπουν και οι αντικαπιταλιστικές διαπιστώσεις. Για παράδειγμα, η πανδημία είναι «μια ακόμη έκφανση του ότι οι σχέσεις που έχουν επιβληθεί ανάμεσα στον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής και τη φύση έχουν φτάσει να καταστρέφουν την οικολογική ισορροπία ολόκληρου του πλανήτη», ενώ η «ολιγωρία» των κυβερνήσεων στην αντιμετώπιση της πανδημίας και της περιβαλλοντικής καταστροφής «συνδέεται ευθέως με την κρίση του τρόπου κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης και τη συνεπόμενη αναδιάρθρωση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής». Στο κείμενο αναφέρεται (μια φορά) και η λέξη «σοσιαλισμός»: «Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι κόμμα προσηλωμένο στον στρατηγικό στόχο του, τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα, όπως έχει αποτυπωθεί στη διακήρυξή του». Ο «σοσιαλισμός» είναι ανεκτός στις στρατηγικές διακηρύξεις.
Σε αντίθεση με τον διακηρυκτικό ριζοσπαστισμό, στις «συγκεκριμένες δεσμεύσεις», οι Θέσεις είναι πολύ πιο συγκρατημένες και αόριστες: «Απλοποίηση και κωδικοποίηση της υφιστάμενης φορολογικής νομοθεσίας και νομοθέτηση ενός δικαιότερου φορολογικού συστήματος με σταθερά προοδευτικούς συντελεστές φορολογίας». Με ποιους φορολογικούς συντελεστές; 30%, 40% ή 45%; Πώς θα κλιμακώνονται ανάλογα με τα κέρδη; Τίποτα «συγκεκριμένο». Οι εφοπλιστές δεν αναφέρονται ούτε μια φορά στο (πάνω από 21.000 λέξεις) κείμενο. Η φορολογική δικαιοσύνη δεν τους αφορά. Ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχει άμεσο κόστος για το κεφάλαιο, αλλά πρόκειται για το σύστημα της αστικής αξιακής-ιδεολογικής ηγεμονίας, ο ΣΥΡΙΖΑ προσέχει πολύ τα λόγια του: «Αποσαφήνιση των διακριτών ρόλων κράτους και ορθόδοξης ελληνικής εκκλησίας και εξορθολογισμός των σχέσεών τους σε όλα τα επίπεδα, μέσω ειλικρινούς και αμοιβαία επωφελούς διαλόγου». Καμία νύξη για τον αναγκαίο χωρισμό εκκλησίας και κράτους —
οικονομικό και θεσμικό.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ, ενόψει του Συνεδρίου, για τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Οι Θέσεις αναφέρονται στην «εκτυλισσόμενη αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας με επίδικο την παγκόσμια ηγεμονία», τη «νέα στρατιωτική συμφωνία ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας (AUKUS)» και τη σύνδεσή τους με την «επιδείνωση του κλίματος στην Ουκρανία» (ο πόλεμος δεν είχε αρχίσει, όταν δημοσιεύτηκε το κείμενο). Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, γραμματέας του κόμματος, σε συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών (9/4) είναι πιο αιχμηρός: «Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η ένταση των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, η αναβίωση της πυρηνικής απειλής, η ενεργειακή παγκόσμια κρίση σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και την πανδημική κρίση και τη διαχείρισή της έχουν φέρει στην επιφάνεια με εκρηκτικό τρόπο όλα τα αδιέξοδα του ύστερου καπιταλισμού και της απόλυτης κυριαρχίας της αγοράς». Πώς, λοιπόν, θα αντιμετωπιστεί από τους λαούς αυτή η επικίνδυνη κλιμάκωση των «ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων» που προκύπτουν από τον «ύστερο καπιταλισμό»;
Για την εξισορρόπηση της έντασης των ανταγωνισμών ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την αμυντική αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης κι αυτό, ενώ 21 από τα 27 μέλη της ΕΕ είναι και μέλη του ΝΑΤΟ!
Σύμφωνα με τις Θέσεις, «η αμυντική πολιτική της ΕΕ οφείλει να είναι στρατηγικά αυτόνομη από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ». Ο Γιώργος Κατρούγκαλος, τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής, δηλώνει σε συνέντευξή του στην Εφσυν (11/4) ότι η αποφυγή του διπολισμού Δύσης και Κίνας-Ρωσίας «μπορεί να συμβεί, μόνον εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανιστεί στη διεθνή σκηνή με τη δική της εξωτερική πολιτική και τη δική της άμυνα, στρατηγικά αυτόνομη από ΝΑΤΟ και ΗΠΑ, ασκώντας έναν εξισορροπητικό ρόλο».
Όλα αυτά, για την αυτονομία και τον εξισορροπητικό ρόλο της ΕΕ απέναντι στις ΗΠΑ και στο ΝΑΤΟ, λέγονται τη στιγμή που οι 21 από τις 27 χώρες-μέλη της ΕΕ είναι ταυτόχρονα και μέλη του ΝΑΤΟ και μάλιστα, εάν μπουν Σουηδία και Φινλανδία στο ΝΑΤΟ, θα γίνουν 23 στις 27. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της ΕΕ, «οι δεσμεύσεις και η συνεργασία των κρατών μελών της ΕΕ στο πλαίσιο της ΚΠΑΑ εναρμονίζονται με τις δεσμεύσεις τους στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ».
Η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας της ΕΕ (ΚΠΑΑ) συμπεριλαμβάνει και ενσωματώνει τις υποχρεώσεις των χωρών-μελών που είναι και στο ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τον Δ. Τζανακόπουλο το πρόβλημα είναι «η τυφλή πρόσδεση στον ατλαντισμό», σύμφωνα με τις Θέσεις, «η συμφωνία για εκχώρηση επ’ αόριστον, για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση», βάσεων των ΗΠΑ κάνει την Ελλάδα «δεδομένη».
ΝΑΤΟϊσμός με αστερίσκους.
Η προοδευτική κυβέρνηση εντάσσεται «σε ένα ολιστικό πολιτικό σχέδιο με στόχο την παραγωγική ανασυγκρότηση, την οικολογική αναδιάρθρωση και τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό της χώρας». Προϋπόθεση για την υλοποίηση της «προγραμματικής πρότασης» του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ΕΕ, που τώρα «εξαντλείται στην προστασία της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου» (Θέσεις), να συμπεριλάβει την «Κοινωνική, την Οικολογική και τη Φεμινιστική Ευρώπη» και «το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης οφείλει να μετατραπεί σε Σύμφωνο Σύγκλισης, Ανθεκτικότητας και Βιώσιμης Ανάπτυξης».
Αντίστοιχα, «η ΕΚΤ, οφείλει να μετεξελιχθεί σε ολοκληρωμένη κεντρική τράπεζα […], της οποίας οι παρεμβάσεις θα στοχεύουν, όχι μόνο στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού αλλά και στην υποβοήθηση των ρυθμών βιώσιμης ανάπτυξης με πιστή τήρηση των όρων της κλιματικής ουδετερότητας, στην αύξηση της απασχόλησης και στη σύγκλιση των οικονομιών». Η κατάργηση των κέντρων εγκλεισμού των προσφύγων και η κοινωνική ένταξή τους θα γίνει «με βάση τις διεθνείς συνθήκες και τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της χώρας». Παρά τις καταγγελίες για την πολιτική της ΝΔ απέναντι στη ΔΕΗ, ο Δ. Τζανακόπουλος το μόνο που μπορεί να υποσχεθεί είναι «εξάντληση των δυνατοτήτων για την επαναφορά της ΔΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο», ούτε δημόσια ιδιοκτησία ούτε κατάργηση του Χρηματιστήριου Ενέργειας.
Όλες οι «συγκεκριμένες δεσμεύσεις», μεταξύ των οποίων και η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ, προϋποθέτουν ότι η ΕΕ θα γίνει φιλειρηνική, κοινωνική και οικολογική, δύναμη δημοκρατίας και διαφωτισμού και η ΕΚΤ θα στοχεύει στην αύξηση της απασχόλησης. Και μετά λένε εμάς ουτοπικούς!
«Αντιπολίτευση» μόνο στα σημεία
Ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει τη κυβέρνηση για τον «νεοφιλελεύθερο μονόδρομο» που ακολουθεί (Θέσεις), για διαμόρφωση συνθηκών ανθρωπιστικής κρίσης και θεσμική παρακμή (Δ. Τζανακόπουλος).
Παρά τις μεγαλόφωνες καταγγελίες και την πρόταση μομφής, ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε ουσιαστικά διαφορετική πολιτική είχε ούτε κοινωνική αντιπολίτευση έκανε. Την περίοδο της καραντίνας του 2020 τηρούσε πιστά τα μέτρα, πειθαρχώντας στην Επιτροπή Ειδικών. Στην επέτειο του Πολυτεχνείου το 2020 ούτε που εμφανίστηκε στον δρόμο να αμφισβητήσει έμπρακτα τον κυβερνητικό αυταρχισμό που τόσο καταγγέλλει. Για τον αποκλεισμό της Αττικής Οδού τον φετινό χειμώνα, παρά τις κορώνες για «φαινόμενα ντροπής» και ανυπαρξία του κράτους, τίποτα δεν ειπώθηκε για δημόσια Αττική Οδό και κατάργηση των διοδίων.
Στην απεργία των εκπαιδευτικών ενάντια στην αξιολόγηση, παρά τη μεγαλειώδη συμμετοχή στην απεργία και στις διαδηλώσεις, οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ καταψήφιζαν την απεργία παρά και ενάντια στις αποφάσεις των συνελεύσεων. Για την αγορά των 24 Ραφάλ συμφώνησε για τα 18, διαφώνησε για τα 6 (διαμετρική αντίθεση!).
Για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ελληνική εμπλοκή, ο ΣΥΡΙΖΑ εξάντλησε την αντιπολίτευσή του στην αποστολή όπλων και όχι στη μετατροπή της Ελλάδας σε πολεμικό ορμητήριο σε έναν άδικο πόλεμο.
Το Μανιφέστο και ο αστικός σοσιαλισμός στην εποχή μας
Τα κείμενα και οι διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι γεμάτα αντιφάσεις στο εσωτερικό τους, αλλά κυρίως σε σχέση με την πολιτική του πρακτική. Από τη μια πλευρά αταλάντευτος ευρωατλαντισμός, από την άλλη συνθήματα τύπου «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». από τη μια αστική διαχείριση υπέρ του κεφαλαίου, από την άλλη υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας. από τη μια θεσμολαγνεία και κυβερνητισμός και από την άλλη επίκληση στα «νέα πολύμορφα κινήματα […] ισχυρά ‘πράσινα’, αντιρατσιστικά, φεμινιστικά, και πολύπλευρα δημοκρατικά κινήματα, όπως και κινήματα υπέρ των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων» (Θέσεις).
Το κέντρο βάρους σ’ αυτή την επιτηδευμένη σύγχυση το έθεσε ο Αντώνης Λιάκος, ιστορικός, στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, σε άρθρο του στην Εφσυν: «Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί και πρέπει να επιστρέψει στην τακτική και στη στρατηγική τού 2012-2015. Όσο και τραυματικό να ήταν το καλοκαίρι του χρόνου αυτού, πρέπει να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι δεν μπορείς να κυβερνήσεις στη σημερινή Ευρώπη με ρητορική ρήξεων και αντιπαράθεσης, αλλά με μια προσεκτικά σχεδιασμένη και με επαρκή τεκμηρίωση των δυνατοτήτων πολιτική».
Οι Μαρξ και Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο αφιέρωσαν ένα κεφάλαιο στον αστικό σοσιαλισμό: «Ελεύθερο εμπόριο! – προς όφελος της εργατικής τάξης. Προστατευτικοί δασμοί! – προς όφελος της εργατικής τάξης. Αναμόρφωση των φυλακών! – προς όφελος της εργατικής τάξης. […] Ο σοσιαλισμός της αστικής τάξης συνοψίζεται στον ισχυρισμό ότι οι αστοί είναι αστοί – προς όφελος της εργατικής τάξης».
Χωρίς ουσιαστική δια-πάλη στο Ταεκβοντο, καθώς τα βασικά είναι ληγμένα