Ηλέκτρα Γεωργίου
Επιτυχημένη εκλογικά αλλά καταστροφική πολιτικά η τακτική που ακολουθεί
Τα δεδομένα είναι κάθε άλλο παρά αισιόδοξα για την Αριστερά, τις λαϊκές δυνάμεις και εργατικές οργανώσεις της Βραζιλίας, ενόψει των προεδρικών εκλογών στις 2 Οκτωβρίου. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν σαφές προβάδισμα στον πρώην πρόεδρο και υποψήφιο
του Κόμματος των Εργατών, που κατέρχεται όμως με μια συντηρητική-διαχειριστική ατζέντα.
Σε συνθήκες θολού πολιτικού κλίματος και οξείας κοινωνικής κρίσης, με 650.000 νεκρούς από την πανδημία και τον πληθωρισμό και τη φτώχεια να χτυπάνε κόκκινο, ο πρόεδρος Ζαΐχ Μπολσονάρο εξαντλεί θεσμικά και εξωθεσμικά μέσα για την πολιτική του επιβίωση ενώ, η ευρύτερη Αριστερά προετοιμάζεται πυρετωδώς για τις εκλογές στις 2 Οκτωβρίου. Πριν καν ανακηρυχθεί επίσημα η υποψηφιότητα του Λούλα ντα Σίλβα, λίγο μετά την αποκατάσταση των πολιτικών δικαιωμάτων του, οι δημοσκοπήσεις τον παρουσιάζουν ως φαβορί, δίνοντάς του ποσοστό πάνω από 40%. Ο Μπολσονάρο εμφανίζεται να διατηρεί γύρω στο 25% των ψήφων, ενώ ο επονομαζόμενος «τρίτος δρόμος» δεν αποδίδει μέχρι στιγμής. Ο Ζοάο Ντόρια, εκ μέρους του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSDB) και ο Σίρο Γκόμες εκ μέρους του Δημοκρατικού Εργατικού Κόματος (BDT) εμφανίζονται με μικρά ποσοστά. Η υποψηφιότητα του Σέρζιο Μόρο, του δικαστή που συνέβαλε στην καταδίκη του Λούλα και μετέπειτα έγινε υπουργός της κυβέρνησης Μπολσονάρο, φθίνει ως συνέπεια και της σχετικής αποδόμησης των δικαστικών πραξικοπημάτων σε βάρος των στελεχών του Κόμματος των Εργατών (PT).
Ο Λούλα έχει εδώ και μήνες υπερασπιστεί θερμά την επιλογή του Ζεράλντο Αλκμίν ως αντιπροέδρου, μια κίνηση που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας των προθέσεών του. Ο Αλκμίν, ηγετικό στέλεχος του PSDB και πρώην κυβερνήτης του Σάο Πάολο, παραιτήθηκε τον Δεκέμβριο, μετά από 33 χρόνια ένταξης στο κόμμα και θητείας στα ύπατα αξιώματα. Πρόκειται για συντηρητικό πολιτικό, που εδραίωσε τη νεοφιλελεύθερη γραμμή κατά τη διάρκεια των θητειών του στη μεγαλούπολη της Βραζιλίας, με ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές δαπανών, ενώ κατέστειλε ισχυρά το δυναμικό μαθητικό κίνημα ενάντια στο κλείσιμο σχολείων το 2015.
Κι ενώ η επιλογή του Αλκμίν έχει προκαλέσει πολλές αντιδράσεις εντός του PT, δεν φαίνεται να απέτρεψε τα κόμματα της Αριστεράς από το να διακηρύσσουν τον επείγοντα χαρακτήρα της διαμόρφωσης ενός πλατιού εκλογικού μετώπου ενάντια στον Μπολσονάρο, υπό την ηγεσία του Λούλα. To Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας (PcdoB – πρώην μαοϊκό) έχει ήδη δηλώσει «παρών». Το PSOL αποφάσισε στο συνέδριο του τον περασμένο Σεπτέμβρη ότι δεν θα ανακοινώσει ανεξάρτητη υποψηφιότητα και θα επιδιώξει προγραμματική συμφωνία 12 σημείων με τον Λούλα, μεταξύ των οποίων η ανάκληση των συνταξιοδοτικών και εργασιακών μεταρρυθμίσεων από το 2016, η κατάργηση του θεσπισμένου «πλαφόν» στις δημόσιες δαπάνες, η διάσωση του Αμαζονίου και η φορολόγηση των μεγάλων περιουσιών.
Χαρακτηριστική η επιλογή ως υποψήφιου αντιπροέδρου του Ζεράλντο Αλκμίν, του νεοφιλελεύθερου πρώην κυβερνήτη του Σάο Πάολο
Το πολιτικό σχέδιο του Λούλα δεν φαίνεται καθόλου σαφές. Το μόνο ξεκάθαρο είναι η προσπάθεια να στηθεί η εκλογική στρατηγική με έμφαση στις αντιθεσμικές ενέργειες του Μπολσονάρο και τον κλονισμό της οικονομικής και πολιτικής αξιοπιστίας της χώρας. Ο ίδιος προειδοποιεί ότι θα παραλάβει δυσκολότερη κατάσταση από το 2003, επικαλείται αφηρημένα τις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης και των εργατικών δικαιωμάτων και υπερασπίζεται επιλεκτικά τη διάσωση από τις ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων του «στρατηγικού τομέα της οικονομίας», όπως η Petrobras, η πώληση της οποίας βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Ενδεικτική είναι η ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο τον περασμένο Νοέμβριο, όπου, μεταξύ άλλων, μίλησε για την πρόθεσή του να αποκαταστήσει τις σχέσεις της Βραζιλίας με την ΕΕ (αυτό το «μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς για την διαμόρφωση της ειρήνης των λαών», όπως είπε) και να συμβάλει στο τέλος του «Ψυχρού πολέμου» και στη δημιουργία ενός κόσμου πλουραλισμού, αλληλεγγύης και δικαιοσύνης…
Η τακτική του Λούλα, στην οποία έχει προσδεθεί σχεδόν όλη η Αριστερά, μπορεί να είναι αποτελεσματική εκλογικά, αλλά θα αποδειχθεί καταστροφική πολιτικά, εξαντλώντας το εναπομείναν πολιτικό κεφάλαιό της, υποστηρίζει ο βραζιλιάνος καθηγητής Βλαντιμίρ Σαφάτλε. Επισημαίνει ότι η Αριστερά καθορίζεται ακόμα αποκλειστικά από την ατζέντα που φτιάχνει ο Μπολσονάρο, ενώ στάθηκε ανίκανη να οργανώσει τα χρόνια της προεδρίας του μια αποτελεσματική διαδήλωση ή απεργία. Ακόμα χειρότερα, όσο περισσότερο μετατοπίζεται προς το κέντρο και τον «λεγκαλισμό» τόσο αυξάνεται η ριζοσπαστικοποίηση της Δεξιάς και βαθαίνουν οι οργανικοί δεσμοί της.
Η δυνατότητα του Μπολσονάρο να κινητοποιεί στον δρόμο τον φασιστικό εσμό που τον στηρίζει, όπως έδειξε η συγκέντρωση 120.000 οπαδών του στο Σάο Πάολο στις 7 Σεπτεμβρίου 2021, ημέρα της Ανεξαρτησίας της Βραζιλίας, αποδεικνύει ότι η Ακροδεξιά έχει ρίζες και δεν θα ηττηθεί με τις προσεχείς εκλογές άνευ άλλου τινός. Από την άλλη, οι διαδηλώσεις της 29ης Μαΐου, με σύνθημα «να σταματήσει η γενοκτονία», και της 2ας Οκτωβρίου 2021 για την υποστήριξη πρότασης μομφής εναντίον του Μπολσονάρο, σηματοδότησαν την επιστροφή των κινημάτων στο δρόμο, αλλά ούτε η μαζικότητά τους ήταν αξιόλογη, ούτε έφεραν κάποιο αποτέλεσμα.
Σημειώνεται ότι έως το τέλος του 2021 είχαν κατατεθεί 143 προτάσεις μομφής σε βάρος του Μπολσονάρο, καμία εκ των οποίων δεν παραπέμφθηκε για εξέταση, παρότι ο ίδιος είχε μείνει για μεγάλο διάστημα χωρίς κόμμα. To περιβόητο «centrão» (μια ετερόκλητη ομάδα κομμάτων χωρίς ιδεολογικές και πολιτικές δεσμεύσεις που μετακινούν τη στήριξη τους από τον ένα εκπρόσωπο στον άλλο, παρέχοντας ad hoc συμμαχίες με πολιτικά ανταλλάγματα) τον διέσωσε για άλλη μια φορά τους τελευταίους μήνες. Φαίνεται ότι ο Μπολσονάρο δεν είναι ούτε τόσο γραφικός ούτε τόσο απομονωμένος όσο παρουσιάζεται. Έτσι κι αλλιώς, όπως τονίζει ο δημοσιογράφος και ακτιβιστής Ιγκόρ Φελίπε Σάντος, παρά την αλλαγή συγκυρίας, «ο συσχετισμός δύναμης παραμένει δυσμενής για τις λαϊκές δυνάμεις και τις οργανώσεις της εργατικής τάξης», καθώς η Βραζιλία τα τελευταία οκτώ χρόνια βίωσε την εφαρμογή του δόγματος του σοκ με τα δικαστικά πραξικοπήματα και εμπέδωσε τις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες αλλαγές. Ο διχασμός στις ανώτερες τάξεις για την υποστήριξη της υποψηφιότητας του Μπολσονάρο ή άλλων υποψηφίων της Δεξιάς, κυρίως λόγω της καταστροφικής διαχείρισης της πανδημίας, καθόλου δεν σημαίνει ότι αυτές απομακρύνθηκαν, έστω κατ’ ελάχιστο, από το ίδιο ακραίο νεοφιλελεύθερο σχέδιο.