Μηνάς Καραγιάννης, ειδικευόμενος γιατρός στο Αττικό Νοσοκομείο, μέλος του Ενωτικού Κινήματος για την Ανατροπή
Η έναρξη της πανδημίας στην Ελλάδα βρήκε το σύστημα υγείας σε πλήρη ανεπάρκεια. Η κυβέρνηση αρνήθηκε να ενισχύσει τη δημόσια υγεία, προωθώντας τις ιδιωτικοποιήσεις. Γιατροί και υγειονομικοί των νοσοκομείων έπρεπε να δώσουν τη διπλή μάχη: Και να σώσουν τους ασθενείς και να διεκδικήσουν ριζική βελτίωση των συνθηκών.
Πέρασαν ήδη δύο χρόνια από τη στιγμή που ο SARS-CoV-2 εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, από την ημέρα που μπορούμε τυπικά να χαρακτηρίσουμε ως έναρξη της πανδημίας στη χώρα μας. Όταν, λοιπόν, έφτασε ο ιός στα μέρη μας, δεν βρήκε ένα δημόσιο σύστημα υγείας σωστά επανδρωμένο, εξοπλισμένο, με κατάλληλο αριθμό κλινών που να αντιμετωπίζει ολιστικά τους ασθενείς. Δεν βρήκε ένα δημόσιο, δωρεάν και καθολικό σύστημα υγείας. Ήδη πριν την υγειονομική κρίση, το δημόσιο σύστημα υγείας ήταν υποστελεχωμένο. Στις 30.000 υπολογίζονταν τότε οι ελλείψεις σε προσωπικό, με ελλείψεις σε υλικά και σε κλίνες.
Ταυτόχρονα, οι κυβερνώντες προωθούσαν και προωθούν την πολιτικής της ιδιωτικοποίησης, της εμπορευματοποίησης της υγείας. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε ανοίξει τον δρόμο στις ιδιωτικοποιήσεις με μία από τις πρώτες Συμπράξεις Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) στο νοσοκομείο Σαντορίνης, ενώ η τωρινή κυβέρνηση, στη συζήτηση για την υγεία είχε ως πρώτη προτεραιότητα τη γενίκευση των ΣΔΙΤ. Γι αυτό το λόγο μέσα στην κρίση του κορονοιού, επέλεξε να μην ενισχύσει τα δημόσια νοσοκομεία σε προσωπικό και κλίνες, να κλείσει για πολλούς μήνες τα χειρουργεία και τα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων ώστε να γιγαντωθεί ο ιδιωτικός τομέας και τα ΣΔΙΤ να παρουσιαστούν ως ο από μηχανής θεός που θα λύσει τα προβλήματα των νοσοκομείων. Σε αυτό το πνεύμα, τώρα κατατίθενται από την κυβέρνηση μία σειρά προτάσεων, που θα αποτελέσουν την ταφόπλακα του δημόσιου συστήματος υγείας (νοσοκομεία κόμβου-ακτίνας, κατάργηση αποκλειστικότητας γιατρών του ΕΣΥ κ.λπ.).
Με λίγα λόγια, το σύστημα υγείας βρέθηκε απροετοίμαστο στην υγειονομική κρίση του κορονοιού, η οποία οδηγεί σε χιλιάδες νοσηλείες σε ΜΕΘ και κοινούς θαλάμους. Οι κυβερνώντες άφησαν αδύναμο το σύστημα υγείας και οι υγειονομικοί κλήθηκαν να δώσουν έναν αγώνα με δύο όψεις. Από τη μία, υπό τις άθλιες συνθήκες των νοσοκομείων να προσφέρουν όσο το δυνατόν πιο ποιοτική και αξιοπρεπή περίθαλψη στους νοσηλευόμενους. Από την άλλη, να διεκδικήσουν αλλαγή των συνθηκών ώστε να νοσηλεύονται οι ασθενείς με ποιότητα και αξιοπρέπεια και να εργάζονται οι εργαζόμενοι στην υγεία με ανάλογες συνθήκες.
Ένας ειδικός παθολόγος βρέθηκε να είναι υπεύθυνος για 30 και 35 ασθενείς covid. Οι συνάδελφοι στις κλινικές covid δούλευαν 10-12 ώρες καθημερινά
Ως προς την πρώτη πλευρά, γιατροί, νοσηλευτές και λοιποί εργαζόμενοι στην υγεία για να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες αναγκάστηκαν να δουλέψουν χωρίς ωράριο, να είναι υπεύθυνοι για δεκάδες ασθενείς και πολλές φορές να προσφέρουν υπηρεσίες μακριά από το αντικείμενο τους. Όλα αυτά, είναι συνέπεια της απόφασης των κυβερνώντων να μην ενισχύσουν το ΕΣΥ σε προσωπικό και κλίνες. Ξαφνικά τα δημόσια νοσοκομεία βρέθηκαν να εισάγουν καθημερινά έναν τεράστιο αριθμό ασθενών με κορονοιό. Για να ανταποκριθούν σε αυτές τις ανάγκες κλείσανε τμήματα όπως τα χειρουργεία και τα εξωτερικά ιατρεία και μεταφέρανε προσωπικό από εκεί στις «κοβιντοκλινικές».
Βρέθηκε ένας ειδικός παθολόγος να είναι υπεύθυνος για 30 και 35 ασθενείς. Οι συνάδελφοι στις κλινικές του κόβιντ για να ανταποκριθούν στις ανάγκες άρχισαν να δουλεύουν 10 και 12 ώρες καθημερινά σε μια προσπάθεια να βοηθήσουν τον άρρωστο. Όμως, αυτή η προσπάθεια των εργαζομένων στα νοσοκομεία, όσο ηρωική και αν είναι, δεν μπορεί από μόνη της να καλύψει τα κενά που συνειδητά αφήνει η πολιτεία. Όσο και να τρέχουν οι νοσηλευτές και οι γιατροί στους ορόφους, αν δεν υπάρχει οξυγόνο (που τέλειωσε σε κάποια φάση στη Θεσσαλονίκη) δεν μπορούν να το καλύψουν, αν δεν υπάρχει κλίνη ΜΕΘ δεν μπορεί να σώσουν αυτόν που θα διασωληνωθεί. Ταυτόχρονα, αυτή η υπερπροσπάθεια έχει οδηγήσει όλους τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία να πάσχουν από σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης, το γνωστό σε όλους μας burnout. Και εδώ έρχεται η δεύτερη πλευρά του αγώνα των υγειονομικών.
Αντίστοιχα σημαντική με την προσπάθεια για την περίθαλψη του αρρώστου υπό αυτές τις συνθήκες, είναι η μάχη των υγειονομικών για να αλλάξουν οι συνθήκες. Οι υγειονομικοί πρωτοστάτησαν σε κινητοποιήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Οι πρώτες κιόλας συγκεντρώσεις έγιναν στις πύλες των νοσοκομείων στις 7 Απρίλη του 2020. Ήδη είχε φανεί ότι τα νοσοκομεία θα ενισχυθούν μόνο με… χειροκροτήματα. Αυτές οι συμβολικές κινητοποιήσεις αποτέλεσαν μια πρώτη αντίδραση απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, σε μία εποχή που τεράστιο μέρος της κοινωνίας στήριζε τις αποφάσεις της κυβέρνησης και ένα μεγάλο τμήμα της αριστεράς έλεγε ότι «θα λογαριαστεί μετά».
Στα δύο χρόνια που ακολούθησαν από τότε, τα συσσωρευόμενα προβλήματα των νοσοκομείων ώθησαν σε δράση τους εργαζομένους με πολλές και διαφορετικές μορφές: Κινητοποιήσεις των συμβασιούχων, για τα ράντζα στο Αττικό, στον Ερυθρό ενάντια στη μετατροπή του σε νοσοκομείο covid, στο Παίδων Πεντέλης, ενώ υπήρχαν και οι διάφορες συνελεύσεις και κινητοποιήσεις ειδικευόμενων. Σε όποιο σωματείο έγιναν εκλογές, ανέβηκε η συμμετοχή και η αριστερά.
Μας αρκούν αυτές οι κινητοποιήσεις; Μας αρκεί το αποτέλεσμα των εκλογών των σωματείων; Μπορούμε με αυτά να δώσουμε απάντηση στη λαίλαπα που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση απέναντι στην υγεία και τους εργαζόμενους σε αυτή; Νομίζω ότι η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι ξεκάθαρα αρνητική. Οι διάφοροι επιμέρους και συμβολικοί αγώνες που πραγματοποιήθηκαν, αν και είχαν και έχουν τη σημασία τους, δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τον οργανωμένο πολιτικοσυνδικαλιστικό αγώνα των εργαζομένων. Το ζήτημα για την περίοδο που ανοίγει μπροστά μας είναι να περάσουμε από τους συμβολικούς στους μαζικούς αγώνες με ανατρεπτικό περιεχόμενο. Εδώ και αρκετό καιρό οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς θέτουν τέτοιες προτάσεις όπου παρεμβαίνουν αλλά τις μπλοκάρουν οι δυνάμεις του εργοδοτικού συνδικαλισμού και του ΠΑΜΕ. Η απάντηση στη διάλυση και το ξεπούλημα του συστήματος υγείας δεν είναι οι οργανωμένοι από τη γραφειοκρατία συμβολικοί αγώνες αλλά ο οργανωμένος από τα κάτω μαζικός αγώνας για τη διεκδίκηση δημόσιου, δωρεάν και καθολικού συστήματος υγείας!