Βασίλης Μηνακάκης
Καπιταλισμός της επιτήρησης
Πώς το ψηφιακό περιβάλλον στο οποίο ζούμε επηρεάζει τόσο κρίσιμες οικονομικές παραμέτρους της ζωής (αν θα βρούμε δουλειά, με ποιους όρους, αν και με ποιους όρους θα κάνουμε ασφάλεια ζωής κ.ά.) –το «είναι» με μαρξιστικούς όρους– όσο και τη βούληση, τη συμπεριφορά –τη συνείδηση, την παράμετρο που, υπό δεδομένες συνθήκες-σχέσεις, τείνει να τις αναπαράγει ή να τις μετασχηματίζει;
Η «άκρη του νήματος» είναι τα λεγόμενα big data, ο τεράστιος όγκος πληροφοριών που συγκεντρώνονται από κάμερες ασφαλείας, αναζητήσεις στο διαδίκτυο, κλικ στα social media, mail και smartphone, κάρτες και ηλεκτρονικές πληρωμές, από τις ταινίες που επιλέγουμε στο Netflix και τις συσκευές παρακολούθησης στην εργασία, από αισθητήρες σε ό,τι μπορεί να ενσωματωθεί στο διαδίκτυο των πραγμάτων. Αυτές δημιουργούν έναν φάκελο με πλήθος στοιχείων για τις προτιμήσεις, την προσωπικότητα, τη σκέψη, τις συναναστροφές και τις διατροφικές προτιμήσεις (από τις οποίες αντλούνται συμπεράσματα για το θρήσκευμα). Έναν φάκελο τον οποίο σε μεγάλο βαθμό φτιάχνουμε και εμπλουτίζουμε μόνοι μας, προσφέροντας σωρεία προσωπικών δεδομένων με τις αναρτήσεις στο Facebook, το Instagram και το Twitter, τις αγορές μέσω Amazon, τις αναζητήσεις στο Google, τις παραγγελίες μέσω κάθε λογής eFood ή τις διαδρομές μέσω Uber.
Αυτές τις πληροφορίες, οι εταιρείες του διαδικτύου τις υφαρπάζουν (χωρίς τη συναίνεσή μας), τις αποθηκεύουν και τις επεξεργάζονται –συχνά σε πραγματικό χρόνο– ώστε να αντληθούν πολύτιμα στοιχεία. Γι’ αυτή τη διαδικασία χρησιμοποιείται συχνά η λέξη εξόρυξη — όχι τυχαία, γιατί πρόκειται πραγματικά για εξόρυξη χρυσού, οικονομικά και πολιτικά.
Τα στοιχεία που αντλούνται αποκρυπτογραφούν τον τρόπο ζωής, ακόμη και τη διάθεση ή τα συναισθήματα των χρηστών και έντεχνα επηρεάζουν, ελέγχουν, κατευθύνουν τη βούληση, τη συμπεριφορά τους, οδηγώντας την σε επιλογές που φαντάζουν ελεύθερες κι ατομικές αλλά στην πραγματικότητα είναι πιο ελεγχόμενες και χειραγωγημένες από ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Ενα πλήθος συγγραφέων –όχι μαρξιστών– κάνουν τελευταία λόγο για «ψηφιακό ή αλγοριθμικό ολοκληρωτισμό», «ψηφιακή τυραννία», «ψηφιακό πανοπτικόν», «έξυπνο ολοκληρωτισμό», «αυτοκρατορία της επιτήρησης». Ο Τζούλιαν Ασάνζ θεωρεί ότι «το ίντερνετ έχει μεταμορφωθεί στον πιο επικίνδυνο καταλύτη του ολοκληρωτισμού που εμφανίστηκε ποτέ», ενώ η Σοσάνα Ζούμποφ μιλά για κατασκοπευτικό καπιταλισμό, τον οποίο χαρακτηρίζει «πραξικόπημα από τα πάνω», θεωρώντας μάλιστα ότι αποτελεί «όχι μια ανατροπή του κράτους αλλά μια ανατροπή της αυτοκυριαρχίας των ανθρώπων».
Αλλά, βέβαια, αυτή είναι η μία πλευρά. Η άλλη είναι ότι με τη λειτουργία αυτού του «ψηφιακού πανοπτικού» έχει δημιουργηθεί μια γιγάντια αγορά προσωπικών δεδομένων, τα οποία έχουν μετατραπεί σε εμπορεύματα. Μάλιστα, τούτα τα εμπορεύσιμα προϊόντα πρόγνωσης φέρνουν κέρδη, πολλά κέρδη. Η Google, από κάθε κλικ στις διαφημίσεις κερδίζει 25-50 σεντς, ενίοτε και 1-2 δολάρια. Το Facebook αντλεί το 98% των κερδών του από τη διαφήμιση με τα κέρδη ανά χρήστη να αυξάνονται όσο αυξάνεται ο αριθμός των χρηστών.
Πρόκειται για έναν σχετικά παρθένο τομέα της καπιταλιστικής παραγωγής, της παραγωγής άυλων προϊόντων και υπηρεσιών, στον οποίο συντελούνται διαδικασίες πρωταρχικής συσσώρευσης και κυριαρχούν απόλυτα μονοπώλια –οι λεγόμενες GAFAM– χωρίς εναλλακτική παράκαμψής τους. Δεν ζητούν λεφτά από τον χρήστη, ακριβώς γιατί το επιχειρηματικό μοντέλο τους βασίζεται στην εμπορική αξιοποίηση των δεδομένων του.
Ποιοι πελάτες ενδιαφέρονται να αγοράσουν αυτά τα εμπορεύματα; Τεράστια η γκάμα τους: Κρατικές υπηρεσίες ασφάλειας, στρατός, εργοδότες, εταιρείες καταναλωτικών προϊόντων, αλυσίδες εφοδιασμού, ασφαλιστικές εταιρείες, πολιτικά κόμματα, πιστωτικά ιδρύματα. Να υπογραμμίσουμε εδώ την αιμομικτική, διπλής κατεύθυνσης, σχέση αυτών των εταιρειών με τον στρατό ή τις κρατικές υπηρεσίες ασφαλείας. Διπλής κατεύθυνσης είτε γιατί οι εν λόγω υπηρεσίες ήταν το εκκολαπτήριο, ο ανάδοχος που ανέθετε δουλειές στις εταιρείες του χώρου είτε γιατί ήταν ο πρώτος και καλύτερος πελάτης προϊόντων που ταίριαζαν στους στόχους τους και παράγονταν από τους διαδικτυακούς γίγαντες ή νεοφυείς επιχειρήσεις.
Ας επανέλθουμε, όμως, στη χειραγώγηση, τη συμπεριφορική τροποποίηση που προκύπτει ως δυνατότητα για όποιον κατέχει αυτά τα δεδομένα. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, αυτή αφορούσε κυρίως τη στοχευμένη διαφήμιση. Σήμερα η βεντάλια έχει ανοίξει πολύ – με τη μικροστόχευση, την εξατομίκευση του μηνύματος (καταναλωτικού ή πολιτικού) να έχει περάσει σε άλλα επίπεδα, να γίνεται πολύ πιο επιθετική, να πουλά ψευδείς ή υπερτιμημένες υποσχέσεις με βάση την ανίχνευση μιας επιθυμίας, παρόρμησης ή ανάγκης μας, σε σημείο που η διαφήμιση στην τηλεόραση να φαντάζει αθώα και νηπιακή.
Στις ΗΠΑ, ιδιωτικές εταιρείες συλλέγουν και πωλούν έως και 75.000 επιμέρους σημεία δεδομένων για κάθε μέσο Αμερικανό καταναλωτή. Μια έρευνα του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ κατέληγε: «Αρκούν 68 likes στο Facebook για να μπορεί κάποιος να προβλέψει με 95% ακρίβεια το χρώμα του δέρματός σου και με 88% και 85% πιστότητα αντίστοιχα τη σεξουαλική ταυτότητα και το αν ψηφίζεις Δημοκρατικούς ή Ρεπουμπλικανούς… Δέκα likes είναι αρκετά για να σε γνωρίσει ένας διαδικτυακός “φίλος” καλύτερα από τον συνεργάτη σου… Με 150 likes ξεπερνιέται η γνώση που έχει η οικογένειά σου για σένα και με 300 εκείνη που έχει ο/η σύντροφός σου».
Να θυμίσουμε εδώ την περίπτωση της Cambridge Analytica, στις «υπηρεσίες» της οποίας στηρίχτηκε σε σημαντικό βαθμό η εκλογή του Τραμπ το 2016: η εν λόγω εταιρεία καταχράστηκε τα δεδομένα 270.000 αρχικών χρηστών του Facebook και μέσω αυτών έφτασε να φακελώσει 87 εκατομμύρια ανθρώπους. Εννοείται ότι σε αυτό τον χορό το Facebook δεν είναι μόνο: πριν τέσσερα χρόνια υπολογιζόταν ότι η Yahoo συλλέγει κατά μέσο όρο 2.500 ενδείξεις τον μήνα για κάθε χρήστη της.
Στην Αγγλία αντιστοιχεί μία κάμερα ανά 14 κατοίκους, στην Κίνα μία ανά 7 κατοίκους
Στοιχεία μας, βέβαια, δεν αντλούνται μόνο από το διαδίκτυο και τα social media. Τεράστια πηγή δεδομένων είναι και οι έξυπνες κάμερες ασφαλείας σε δημόσιους χώρους ή εμπορικά κέντρα. «Κάμερες-δεσμοφύλακες» τις αποκαλεί ο Ιγνάσιο Ραμονέ και μάλλον έχει δίκιο. Εξοπλισμένες με λογισμικό αναγνώρισης προσώπων και τεχνολογία video analytics, κι αξιοποιώντας τις δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης, αυτές δεν καταγράφουν απλώς την εικόνα, επεξεργάζονται παράλληλα σε πραγματικό χρόνο τα δεδομένα. Για να έχουμε μια αίσθηση: το αμερικανικό υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας εκτιμά ότι μέχρι το 2023 η χρήση τους στα αεροδρόμια θα καλύπτει το 97% των επιβατών. Συνολικά στην Αγγλία αντιστοιχεί μία κάμερα ανά 14 κατοίκους, ενώ στο Λονδίνο ένας πεζός μπορεί να βιντεοσκοπηθεί έως και 300 φορές τη μέρα! Πρωταθλήτρια σ’ αυτό το πεδίο είναι η Κίνα, με 1 κάμερα ανά 7 κατοίκους. Εδώ το πρόγραμμα βιοεπιτήρησης ονομάζεται «κοινωνική πίστωση» και παρακολουθεί εξαντλητικά κι ανά πάσα στιγμή τους πολίτες και τη συμπεριφορά τους, τροφοδοτώντας με στοιχεία ένα σύστημα κοινωνικής βαθμολόγησης και ωθώντας τους προς συγκεκριμένη στάση — αν δεν θέλουν να υποστούν τις συνέπειες μιας μη επιθυμητής από τους κρατούντες στάσης. Μάλιστα, η Κίνα διαθέτει το πιο εξελιγμένο σύστημα εξωτερικής κι εσωτερικής επιτήρησης και λογοκρισίας των πολιτών και μάλιστα με τη συνδρομή… αμερικανικών εταιρειών, όπως η Cisco, η Microsoft και η Yahoo.
Ακόμη και στη Βενετία, πρόσφατα έγινε γνωστό ότι οι Αρχές έχουν ήδη αρχίσει να παρακολουθούν κάθε άτομο που εισέρχεται στην πόλη. Χρησιμοποιώντας 468 κάμερες, οπτικούς αισθητήρες και ένα σύστημα εντοπισμού κινητών τηλεφώνων, μπορούν να διακρίνουν τους κατοίκους από τους επισκέπτες, τους Ιταλούς από τους ξένους, από πού έρχεται ο καθένας, πού κατευθύνεται και πόσο γρήγορα κινείται. Κάθε 15 λεπτά οι Αρχές λαμβάνουν στοιχεία που δείχνουν πόσο γεμάτη είναι η πόλη, καθώς και πόσες γόνδολες πλέουν στο Μεγάλο Κανάλι.
Στην περίπτωση της Βενετίας, η επιλογή δικαιολογήθηκε στο όνομα της αντιμετώπισης του συνωστισμού και του υπερτουρισμού. Στις άλλες περιπτώσεις, δικαιολογείται στο όνομα της πρόληψης και της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας ή της παραβατικότητας. Στο πλαίσιο αυτό, η αντιμετώπιση της Covid-19 αξιοποιήθηκε από τα κράτη ως ευκαιρία για να εξοικειωθούν, να συμφιλιωθούν οι πολίτες με αυτές τις πρακτικές, να τις θεωρήσουν αυτονόητες για… «το καλό τους».
Το «χακάρισμα της βούλησης» και η ψευδαίσθηση της επιλογής
Παρ’ όλα αυτά, έχουμε την ελευθερία να κάνουμε αυτό ή εκείνο, η επιλογή είναι ατομική υπόθεση. Αυτό είναι γενικά σωστό. Εν τούτοις, στο νέο ψηφιακό περιβάλλον, έννοιες όπως ατομική επιλογή ή ελεύθερη βούληση είναι κενές περιεχομένου περισσότερο από ποτέ, έτσι που όποιος ασκεί κριτική στον σύγχρονο καπιταλισμό με τέτοια αφετηρία να εξαντλείται σε ηθικά καλέσματα και μια διορθωτική λογική ή να νοθεύει τον όποιο ριζοσπαστισμό του με αξίες (ατομικότητα) ταυτοτικές για τον φιλελευθερισμό.
Πριν μερικά χρόνια, ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ δήλωνε: «Αν συνδέσουμε τα τέσσερα δισεκατομμύρια ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση στο ίντερνετ, έχουμε μια ιστορική ευκαιρία να γαλουχήσουμε όλο τον πλανήτη τις επόμενες δεκαετίες»! Να γαλουχήσουμε — να ποιος είναι ο στόχος, μαζί με το να κερδίσουμε.
Αλλά για να γαλουχήσουμε, πρέπει να ξέρουμε και τι θέλουμε «εμείς» και τι θέλουν τα εκατομμύρια ανθρώπων. Η αρχή αυτής της γνώσης είναι η στρατηγική επιτήρηση, η μαζική παρακολούθηση στο διαδίκτυο — κι όχι μόνο. «Η παρακολούθηση είναι το κρισιμότερο στοιχείο του αλγορίθμου της διακυβέρνησης […]. Ο στόχος τους είναι να προβλέψουν με ακρίβεια τις επόμενες κινήσεις σου, να προβλέψουν το μέλλον», σημειώνει ο Μ. Ανδριωτάκης. Και συνεχίζει: «Η πρόοδος της τεχνολογίας επιτρέπει το χακάρισμα της βούλησης», έτσι που «η ελεύθερη βούληση είναι πλέον ευφημισμός. […] Από τη στιγμή που χαρτογραφείται λεπτομερώς ο ψυχικός μας κόσμος, είναι πολύ εύκολο, με τα κατάλληλα ερεθίσματα, να γίνεις μαριονέτα, πάντα εν αγνοία σου. Πάντα πιστεύοντας ότι η επιλογή είναι δική σου, ατομική». Ο Φρ. Φόερ εκτιμά ότι ζούμε υπό καθεστώς το οποίο «μασκαρεύει τα πάντα και δημιουργεί την ψευδαίσθηση του ατομικού ελέγχου και της προσωπικής ελευθερίας». Ταυτόσημες είναι και οι απόψεις της Ζούμποφ: «Στόχος του κατασκοπευτικού καπιταλισμού δεν είναι να μας καταστρέψει. Στόχος του είναι απλώς να ενορχηστρώσει τις πράξεις μας και να δρέψει τα οικονομικά [και πολιτικά] οφέλη αυτής της ενορχήστρωσης. […] Εδώ δεν υπάρχει βία, μόνο η αδιάκοπη εκτόπιση της βούλησης να υλοποιήσουμε τη βούλησή μας». Πρόκειται, για πραξικόπημα από τα πάνω, αλλά: «Παραδόξως αυτό το πραξικόπημα εξωραΐζεται ως θρίαμβος της εξατομίκευσης, ενώ στην πραγματικότητα μολύνει, αγνοεί, καταπατά και εξοστρακίζει οτιδήποτε μας είναι αληθινά προσωπικό».
Για ποιο σκοπό γίνεται το «χακάρισμα της βούλησης»; Για να στραφούν οι άνθρωποι, οδηγημένοι από τα αδιόρατα νήματα των αλγορίθμων, προς συγκεκριμένες καταναλωτικές και πολιτικές συμπεριφορές, που εμφανίζονται ως προϊόν ατομικής επιλογής, ελεύθερης βούλησης αλλά στην πραγματικότητα είναι κάθε άλλο πάρα αυτό.