του Δημήτρη Γρηγορόπουλου
Πόλεμος και τάξεις – Τα γράμματα του Νίκου Ζαχαριάδη
Διεξάγεται ενδιαφέρουσα συζήτηση τελευταία για τα περίφημα γράμματα του Νίκου Ζαχαριάδη, το χαρακτήρα του πολέμου, της επανάστασης, το ζήτημα των συμμαχιών, των σταδίων κ.ά. Τα ζητήματα αυτά πέρα από την αυτόνομη ιστορική σημασία και αξιολόγησή τους, τίθενται και στη σύγχρονη περίοδο, αφού αποτελούν δομικά στοιχεία της ταξικής πάλης, σε διαφορετικές βέβαια ιστορικές συνθήκες. Η δημοσιοποίηση του Β΄ και του Γ΄ γράμματος του Ν. Ζαχαριάδη επιτρέπει τη σφαιρική αξιολόγηση της στάσης του ίδιου και του ΚΚΕ απέναντι στον πόλεμο αλλά και την εκτίμηση της αξιολόγησης της αστικής ιστοριογραφίας και ιδεολογίας.
Στο Α΄ γράμμα του Ν. Ζαχαριάδη συνυπήρχε η ταξική σκοπιά του αγώνα με την εθνικοενωτική, που τελούσε μάλιστα υπό την ηγεμονία του μεταξικού φασιστικού καθεστώτος. Απ’ τη μία, ο Ν. Ζαχαριάδης τόνιζε το στόχο «για μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, μ’ ένα πραγματικό παλλαϊκό πολιτισμό». Θεωρούσε, δηλαδή, τον πόλεμο αντιφασιστικό, αντιιμπεριαλιστικό, αλλά και αντικαπιταλιστικό («από κάθε εκμετάλλευση»). Αυτή όμως η διατύπωση συνυπάρχει με τη διατύπωση που καλεί τους κομμουνιστές να διεξαγάγουν εθνικό αγώνα υπό την ηγεμονία της αστικής τάξης και του φασιστικού καθεστώτος: «Στον πόλεμο αυτόν που διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις δίχως καμιά επιφύλαξη».
Η αστική ιστοριογραφία αποσιωπά ή υποβαθμίζει το Β΄ και Γ΄ γράμμα, στα οποία ο Ν. Ζαχαριάδης διορθώνει το λάθος, χαρακτηρίζει τον πόλεμο ιμπεριαλιστικό και απ’ τις δύο πλευρές (Αγγλία, Ιταλία, Γερμανία) και καλεί το λαό να υπερασπιστεί και να κατοχυρώσει την ελευθερία του, απομακρύνοντας τους Ιταλούς αλλά και τους Άγγλους («σύμμαχους») ιμπεριαλιστές απ’ τα εδάφη της χώρας. Ο ίδιος ο Ζαχαριάδης έγραψε ότι το Α΄ γράμμα χωρίς το σκεπτικό των επόμενων γραμμάτων καταντούσε ένα «σοσιαλπατριωτικό προδοτικό ντοκουμέντο (Το ΚΚΕ στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 187). Η διόρθωση του Β΄ και του Γ΄ γράμματος δεν αναιρούν την υποχώρηση του Α΄ γράμματος στην αστική ιδεολογία. Εξάλλου δεν πρόκειται απλώς για λάθος του Ν. Ζαχαριάδη, αφού οι εθνικοπατριωτικές και αντιφασιστικές αντιλήψεις κυριάρχησαν στον αντιστασιακό αγώνα του ελληνικού λαού και τον οδήγησαν απ’ τη μεγαλειώδη νίκη στη συντριβή.
Οι αστοί δημοσιολόγοι έντεχνα αξιοποιούν τις εθνικοενωτικές αντιλήψεις αριστερών ηγετών, για να προωθήσουν τη συνεργασία των τάξεων. Παρόμοια ο Χ. Φλωράκης από σφαγέας του Καρπενησίου στον εμφύλιο αναγορεύτηκε «σοφός και συνετός γέροντας της Αριστεράς», όταν το 1989-1990 το ΚΚΕ συγκυβέρνησε με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ…
Ποια όμως πρέπει να είναι η στάση των κομμουνιστών, των αριστερών, των προοδευτικών ανθρώπων στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πολέμους;
Η στάση τους ασφαλώς καθορίζεται απ’ τη διάταξη των ταξικών δυνάμεων και συμφερόντων. Πρέπει σθεναρά και από θέση αρχής να αντιτίθενται στη συμμαχία του αστικού καθεστώτος της χώρας τους με το ένα ή το άλλο ιμπεριαλιστικό κέντρο. Κυρίως, γιατί βλάπτονται τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων και δυσχεραίνεται η ταξική απελευθερωτική πάλη. Απαράδεκτη είναι η συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους, για λόγους αρχής και σχέσεων με άλλους λαούς. Σε περίπτωση επιθετικού πολέμου της αστικής τάξης της χώρας τους αντιτίθενται και τίθενται επικεφαλής αντιπολεμικού κινήματος. Δεν υπερασπίζονται γενικώς τον αμυντικό πόλεμο της χώρας τους.
Σ’ έναν τέτοιο πόλεμο προσπαθούν να κατακτήσουν την ηγεμονία και διαχωρίζονται απ’ την αστική τάξη που διεξάγει τον πόλεμο, για να περιφρουρήσει τα δικά της συμφέροντα και όχι τα συμφέροντα του λαού. Ο ντεφετισμός (επιδίωξη ήττας του αστικού στρατού, ώστε να νικήσει η επανάσταση) που λειτούργησε στη Ρωσία το 1917 δεν θα έχει αποτελέσματα σε μια χώρα σαν τη δική μας, γιατί κατά πάσα πιθανότητα θα διευκολύνει απλώς την κατάκτηση της χώρας απ’ τον εισβολέα. Εξάλλου και η ΕΣΣΔ με τη συμφωνία του Μπρεστ-Λιτόφσκ παραχώρησε εκτεταμένα εδάφη στη Γερμανία. Δυνατός είναι ο ιδεολογικός διαχωρισμός των εργατικών δυνάμεων (ηγεμονία) στον πόλεμο και η οργανωτική αυτοτέλειά τους στο βαθμό του δυνατού, όπως περίπου συνέβη στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο (1936). Η ενίσχυση όμως και επικράτηση των επαναστατικών δυνάμεων συνδέεται με την ήττα του επιτιθέμενου και όχι με τη «νίκη» του, όπως στη Ρωσία του 1917.
Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 μια τέτοια εξέλιξη ήταν αδύνατη λόγω συσχετισμού δυνάμεων. Αυτή η εξέλιξη διαμορφώθηκε ιδιόμορφα μετά τον πόλεμο. Το ΚΚΕ ηγήθηκε μιας εργατοαγροτικής συμμαχίας εθνικοαπελευθερωτικού αντιιμπεριαλιστικού αντιφασιστικού χαρακτήρα. Η αστική τάξη απουσίασε απ’ αυτόν τον αγώνα ή μετανάστευσε ή συνεργάστηκε με τους κατακτητές. Περιορισμένα πατριωτικά στοιχεία της (στρατιωτικοί ιδίως) εντάχτηκαν στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ ή σε εθνικοαστικές οργανώσεις (ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ κ.ά.).
Ωστόσο, η ηγεμονία του ταξικού στοιχείου στον απελευθερωτικό αγώνα υπονομεύτηκε απ’ την εκτίμηση του 7ου Συνεδρίου της Τρίτης Διεθνούς για την κυρίαρχη αντίθεση (1935). Σύμφωνα με την εκτίμηση αυτή, κυρίαρχη ήταν η αντίθεση ανάμεσα στο πιο αντιδραστικό τμήμα του χρηματιστικού κεφαλαίου και στη λοιπή κοινωνία… Επακόλουθη ήταν και η πολιτική εκτίμηση του 7ου Συνεδρίου: «Αυτό τον καιρό οι εργαζόμενες μάζες σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες έχουν να διαλέξουν, συγκεκριμένα για σήμερα, όχι ανάμεσα στην προλεταριακή δικτατορία και την αστική δημοκρατία, αλλά ανάμεσα στην αστική δημοκρατία και το φασισμό». Αυτή η γραμμή υλοποιήθηκε με τη συμμαχία των «μη αντιδραστικών τμημάτων» της αστικής τάξης με την εργατική τάξη, στο λαϊκό μέτωπο, στη συνεργασία των κομμουνιστικών κομμάτων με σοσιαλδημοκρατικά και «προοδευτικά» αστικά κόμματα. Αυτή η συνεργασία διατηρήθηκε και στη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής. Αλλά και μετά τη λήξη του οδήγησε σε κυβερνήσεις «εθνικής ενότητας» και μάλιστα στις χώρες με τα μεγαλύτερα αντιστασιακά κινήματα (Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα κ.ά.), απ’ τις οποίες σύντομα εκδιώχθηκαν κακήν κακώς οι κομμουνιστές. Η ίδια γραμμή οδήγησε στη διεθνή συμμαχία της ΕΣΣΔ και των αντιστασιακών κινημάτων στις υπό κατοχή χώρες με τις μη φασιστικές ιμπεριαλιστικές χώρες. Η διεθνής αυτή συμμαχία είχε οδυνηρά αποτελέσματα. Για να μη διαταράσσονται οι σχέσεις των συμμάχων, το 1943 αυτοδιαλύθηκε η Διεθνής. Στη Γιάλτα η Ευρώπη διαιρέθηκε σε σφαίρες επιρροής. Στις χώρες που καταχωρίστηκαν στη δυτική επιρροή, τα κινήματα εκτός απ’ την αστική τάξη της χώρας τους «συμμάχησαν» με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που εισέβαλαν στις χώρες τους (χαρακτηριστικά στην Ελλάδα και στην Ιταλία). Στην Ελλάδα αυτή η στρατηγική οδήγησε σε συμμαχία με την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές (στρατηγείο Μέσης Ανατολής). Οδήγησε στις επαίσχυντες συμφωνίες Λιβάνου και Καζέρτας, στη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας, σε συμφωνία για διάλυση του ΕΛΑΣ, στην αποδοχή αγγλικού στρατιωτικού σώματος. Μετά την ήττα του Δεκέμβρη ακολούθησε η αίσχιστη συμφωνία της Βάρκιζας με αυτοδιάλυση του ΕΛΑΣ, η οποία δεν ήταν παράγωγο προδοσίας αλλά έσχατη συνέπεια της ολέθριας πολιτικής της «εθνικής ενότητας». Το ταξικό στοιχείο εκφράστηκε κατά περίπτωση και ως άμυνα κυρίως κατά των ταγμάτων ασφαλείας που συγκροτήθηκαν απ’ τις κατοχικές δυνάμεις και την ελληνική αστική τάξη, για ν’ αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ και ν’ αποτρέψουν την επικράτησή του στη μετακατοχική Ελλάδα. Εκφράστηκε απ’ την επαναστατική τάση που εκπροσωπούσε κυρίως και παλικαρίσια ο Άρης Βελουχιώτης, ο οποίος προσπάθησε μάταια να αποτρέψει τη συμμαχία με τους άγγλους ιμπεριαλιστές.
Η ιστορική εμπειρία και η ανάλυση της δομής και των αντιθέσεων του καπιταλισμού επιβεβαιώνουν μια απλή αλήθεια: Όταν είναι ώριμες οι υλικές συνθήκες για το σοσιαλισμό, ο καπιταλισμός θα ανατραπεί με επανάσταση σοσιαλιστική. Απαιτούνται όμως και οι υποκειμενικές προϋποθέσεις, οι οποίες αναπτύσσονται ασύμμετρα με τις υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού. Αυτή η «ασυμμετρία» οδηγεί πολιτικά και θεωρητικά ρεύματα να ανακαλύπτουν στάδια αναγκαία για την προετοιμασία του σοσιαλισμού. Αυτά τα στάδια προϋποθέτουν οριοθετημένο πρόγραμμα και αριστερή, συνήθως, κυβέρνηση. Αντικειμενική βάση ενός σταδίου αποτελεί κάποιο αντικειμενικό πρόβλημα (φασισμός, ισχύς ταξικού εχθρού, θεσμικό φρούριο, οικονομική κρίση κ.ά.). Όταν όμως υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού η πάλη γι’ αυτά τα προβλήματα μπορεί να συνδέεται και να συμβάλει στην πάλη για το σοσιαλισμό. Στην Ελλάδα, αν ο αντιφασιστικός εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας είχε συνδεθεί με την προλεταριακή επανάσταση, άμεσα θα οδηγούσε στην ευόδωσή της. Στη λογική της σταδιολογίας κινείται σήμερα η αντίληψη ότι μια «αριστερή κυβέρνηση» υπερβαίνοντας την κρίση υπέρ του λαού σε συνεργασία με το κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό, θα αποτελέσει αναγκαίο στάδιο για το «σοσιαλισμό». Προφανής παραλογισμός. Απεναντίας η αντικαπιταλιστική πρόταση δεν αποτελεί στάδιο αυτόνομο που παραπέμπει το σοσιαλισμό στις ελληνικές καλένδες αλλά πρόγραμμα πάλης που συνειδητοποιεί τις μάζες για την επανάσταση.