Χρήστος Ρέππας
▸ Ο ριζοσπαστισμός του Κοραή και η επαναστατικότητα του Ρήγα
Το κίνημα του νεοελληνικού διαφωτισμού, που αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα και τις πρώτες του 19ου, ανάμεσα σε δύο μεγάλα και καθοριστικά γεγονότα για τη συγκρότηση του ελληνικού έθνους, τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) και την Επανάσ ταση του 1821, αποτέλεσε τον ιδεολογικό καταλύτη της ελληνικής ανεξαρτησίας. Στο πλαίσιο αυτού του κινήματος αναπτύχθηκε μια καινούργια συνείδηση και θεώρηση του κόσμου, στηριγμένη στον ορθό λόγο, στην ιδέα των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, του κοινωνικού συμβολαίου και της έννοιας της επιστημονικής προόδου που αποτέλεσε και την ιδεολογική βάση των μεγάλων αλλαγών που οδήγησαν στην Επανάσταση και στη συγκρότηση του εθνικού (αστικού) κράτους.
Ούτε στον ευρωπαϊκό χώρο όπου διαμορφώθηκαν οι πρωτότυπες ιδέες του διαφωτιστικού ρεύματος, ούτε στο χώρο της νότιας Βαλκανικής, των παραλίων της Μικράς Ασίας και των Επτανήσων όπου ρίζωσαν οι ιδέες του νεοελληνικού διαφωτισμού, οι ιδέες αυτές αναπτύχθηκαν σε κοινωνικό και πολιτικό κενό. Ο διαφωτισμός είναι το ιδεολογικό αποτέλεσμα των μεγάλων κοινωνικών, πολιτικών και πνευματικών αλλαγών που γνωρίζει η Ευρώπη από την Αναγέννηση και μετά και τον 18ο αιώνα που αποκρυσταλλώνονται σ’ ένα συγκροτημένο ρεύμα επαναστατικών ιδεών κριτικής στον παλιό κόσμο της απολυταρχίας, της φεουδαρχίας και της εξουσίας της Εκκλησίας. Είναι το πνευματικό κίνημα της ανερχόμενης αστικής τάξης που μέσω των θεωριών του κοινωνικού συμβολαίου, πραγματοποιεί τη συμμαχία με τον λαό και οδηγεί στις μεγάλες επαναστάσεις της νεωτερικής εποχής, την Αγγλική (Ένδοξη Επανάσταση 1688), την Αμερικανική Επανάσταση του 1776, και τη μεγάλη Γαλλική Επανάσταση του 1789.
Αντίστοιχα στον ευρωπαϊκό χώρο (νοτιοβαλκανικό, μικρασιατικό) της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η αλλαγή των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων από τα μέσα του 17ου αιώνα με το πέρασμα του εμπορίου στα χέρια των χριστιανικών και εβραϊκών πληθυσμών, τη δημιουργία εμπορικών δικτύων, τη μεγάλη ανάπτυξη της εμπορικής ναυτιλίας κατά την περίοδο των Ναπολεόντειων πολέμων, έχει ως αποτέλεσμα την εμπορευματοποίηση της παραγωγής, τη συγκρότηση εθνικής συνείδησης στους ελληνόφωνους χριστιανικούς πληθυσμούς και την εμφάνιση ανερχόμενης αστικής τάξης στο προσκήνιο της κοινωνίας. Το οικονομικό άνοιγμα στη Δυτική Ευρώπη, μέσω των παροικιών και των εμπορικών δικτύων γίνεται και ιδεολογικό άνοιγμα με την αποδοχή και μεταφορά των ιδεών του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στις ευρωπαϊκές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σημαντικό κέντρο των νέων ιδεών γίνονται και τα Επτάνησα, ειδικά μετά την κάθοδο των στρατευμάτων του Ναπολέοντα το 1797 και την κατάλυση της βενετικής κυριαρχίας σ’ αυτά. H αποδοχή και μεταφορά των ιδεών του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στα Βαλκάνια έχει να κάνει με τις νέες πολιτικές ανάγκες του καινούργιου κοινωνικού υποκειμένου: διαμόρφωση μιας κοσμικής εθνικής ταυτότητας που θα στηρίζεται στα ιδεολογικά πρότυπα της Δύσης (αστική ιδεολογία της Γαλλικής Επανάστασης, δημιουργία εθνικών κρατών στη θέση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας).
H εξέλιξη του κινήματος μπορεί να διακριθεί σε τρεις περιόδους :
Μία προδρομική περίοδος, που χαρακτηρίζεται από την επαφή του ελλαδικού χώρου με το όνομα του Βολταίρου. Την περίοδο αυτή κυριαρχούν τα ονόματα των Θωμά Μανδακάση, Ιώσηπου Μοισιόδακα και Ευγένιου Βούλγαρη. Το πνεύμα της εποχής εκφράζεται από την Απολογία του Μοισιόδακα. H δεύτερη περίοδος χαρακτηρίζεται από την παρουσία της γαλλικής Εγκυκλοπαίδειας σε νεοελληνικά έργα και έχει ως τυπικό εκπρόσωπο τον Δημήτριο Φωτιάδη ή Καταρτζή. γ) Η τρίτη περίοδος έχει σχέση με την επονομαζόμενη κίνηση των ιδεολόγων, την ομάδα δηλαδή των Γάλλων διανοούμενων που υπερασπίστηκε τις αρχές της επανάστασης χωρίς να αποδέχεται τη χρήση βίας στην εφαρμογή τους (Κ.Θ.Δημαράς , Νεοελληνικός Διαφωτισμός, 1990, 10-11).
Εκτός των άλλων, ο διαφωτισμός στηρίζει την ανανέωση του περιεχομένου της παιδείας στη διδασκαλία των ζωντανών γλωσσών και των εθνικών ιδιωμάτων, πράγμα που θα πυροδοτήσει στην ελληνική πραγματικότητα τη διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα (Αδαμάντιος Κοραής, Παναγιώτης Κοδρικάς, Ιωάννης Βηλαράς, Αθανάσιος Χριστόπουλος κ.ά.). Στηρίζει επίσης την ελεύθερη κριτική έρευνα και εισάγει την ιδέα της ανεξιθρησκίας με την περίφημη Επιστολή για την ανεξιθρησκία του Τζον Λοκ και το αντίστοιχο δοκίμιο του Βολταίρου που η νεοελληνική σκέψη γνώρισε σε μετάφραση του κληρικού Ευγένιου Βούλγαρη. Σ’ ένα επόμενο στάδιο, μετά την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης και την συνθήκη του Ιασίου (1792) ο νεοελληνικός διαφωτισμός γίνεται ξεκάθαρα πολιτικός και ριζοσπαστικός. Αυτό θα εκφραστεί με τα έργου του Κοραή κυρίως την Αδελφική Διδασκαλία και το Υπόμνημα περί της παρούσης καταστάσεως του Πολιτισμού εν Ελλάδι (1803),περισσότερο δε η επαναστατική του όψη θα εκφραστεί με το έργο του Ρήγα και με μια σειρά ανώνυμα κείμενα της πρώτης δεκαετίας του 19ου αιώνα (Ρωσσοαγγλογάλλος, 1805, Λίβελλος των Αρχιερέων, 1810) και την Ελληνική Νομαρχία ήτοι Λόγος περί Ελευθερίας, εν Ιταλία, 1806, Ανωνύμου του Έλληνος.
Στη σύγκρουσή του με το Πατριαρχείο για το σκοταδιστικό φυλλάδιο της Πατρικής Διδασκαλίας ο Κοραής θα προτείνει ένας καινούργιο τύπο πολιτεύματος για τους Έλληνες ραγιάδες που έχει ως βάση την πολιτική ελευθερία και το νόμο: «Εις το τοιούτον μόνον πολίτευμα έχει χώραν η αληθής ελευθερία· η οποία άλλο δεν είναι πλην “η εξουσία την οποίαν έχει πας ένας πολίτης να πράττη όσα οι νόμοι δεν εμποδίζουσιν”, ήγουν να πράττη όχι ό,τι θέλει, αλλ’ ό,τι ηθέλησε την πρώτην φοράν, οπόταν ενώθη με τους συμπολίτας του εις μίαν πολιτικήν κοινωνίαν».
H αποδοχή και μεταφορά των ιδεών του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στα Βαλκάνια έχει να κάνει με τις νέες πολιτικές ανάγκες του καινούργιου κοινωνικού υποκειμένου, της αστικής τάξης
Η μεταστροφή των φορέων του διαφωτισμού στο θέμα της πολιτικής τύχης του ελληνικού έθνους ξεκινάει μερικά χρόνια πριν την έκδοση του Υπομνήματος, από τον ίδιο τον Ρήγα. Η Επαναστατική Προκήρυξις Υπέρ των νόμων και της πατρίδος αποτελεί την πρώτη και συγκεκριμένη πρόταση για την πολιτειακή συγκρότηση της «Ελληνικής Δημοκρατίας».
Στα Δίκαια του Ανθρώπου ορίζει με το άρθρο 6 ότι: «η ελευθερία έχει ως θεμέλιον την φύσιν, γιατί φυσικά αγαπώμεν να είμεθα ελεύθεροι, έχει ως κανόναν την δικαιοσύνην, γιατί η δικαία ελευθερία είναι η καλή, έχει ως φύλακα τον νόμον, διατί αυτός προσδιορίζει έως πού πρέπει να είμεθα ελεύθεροι», ενώ στη Νέα Πολιτική Διοίκηση ζητάει «να είμεθα πρώτον όλοι ίσοι και όχι ο ένας κατώτερος του άλλου, δεύτερον να είμεθα ελεύθεροι και όχι ο ένας σκλάβος του αλλουνού…» Η ισότητα και η ελευθερία αυτή αφορά όλους τους υπόδουλους λαούς στην εξουσία του σουλτάνου «χωρίς εξαίρεσιν γλώσσης και θρησκείας» που μπορεί να γίνουν πολίτες της Ελληνικής δημοκρατίας.
Η επαναστατική παράδοση του νεοελληνικού διαφωτισμού κορυφώνεται με την έκδοση της Ελληνικής Νομαρχίας, του Ανωνύμου του Έλληνος κειμένου βαθιάς κριτικής ανάλυσης της κοινωνικής και πολιτικής της πραγματικότητας της εποχής του όπου, ασκώντας σκληρή κριτική στις κυρίαρχες τάξεις της ελληνισμού της εποχής (κοτσαμπάσηδες, ανώτερος κλήρος, Φαναριώτες) προτείνει την Επανάσταση ως μόνη λύση στην τυρρανική πραγματικότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας των αρχών του 19ου αιώνα, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τις δυνάμεις των ίδιων των Ελλήνων χωρίς καμιά αναβλητικότητα.
Την οργανική σχέση του διαφωτισμού με την ελληνική επανάσταση μπορεί να τη δει κανείς στους θεσμούς που εγκαθιδρύθηκαν στο έδαφός της επαναστατημένης Ελλάδας αμέσως μετά την απελευθέρωση των εδαφών της. Τα συνταγματικά κείμενα που εγκρίθηκαν και από τις τρεις εθνοσυνελεύσεις διαποτίζονται πλήρως από το πνεύμα του αιώνα των Φώτων και είναι από τις πιο πρωτοποριακές εφαρμογές αυτών των ιδεών, ειδικά το σύνταγμα της Τροιζήνας.