Γιώργος Παυλόπουλος
Το 2020 έφυγε αλλά δεν πήρε μαζί του τα βάσανα και τον πόνο που το σφράγισαν. Ούτε η αλλαγή χρονιάς μπορεί να ανακόψει τη φρίκη της πανδημίας και των αντιδραστικών μέτρων που βρήκαν ευκαιρία να πάρουν οι κυβερνήσεις, σε όλο τον πλανήτη. Η «Επιχείρηση Ελευθερία» θα πετύχει μόνο εάν γίνουν οι λαοί κριτές, αφέντες και δραγουμάνοι.
«Η ιστορία μας λέει ότι αυτή δεν θα είναι η τελευταία πανδημία», προειδοποίησε την Κυριακή ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, τονίζοντας παράλληλα πως αποδείχθηκε πόσο «στενή είναι η σχέση ανάμεσα στην υγεία των ανθρώπων, των ζώων και του πλανήτη».
Οι παραπάνω εκτιμήσεις είναι σε μεγάλο βαθμό αντικειμενικές και επιστημονικά ορθολογικές, καθώς αποτυπώνουν την κατάσταση που διαμορφώνεται, τα αίτια της τεράστιας και πρωτόγνωρης υγειονομικής απειλής που βίωσε ο πλανήτης τη χρονιά που τελειώνει και θα συνεχίσει να βιώνει στο μεγαλύτερο μέρος του 2021, καθώς και τα ζοφερά προγνωστικά για την επόμενη ημέρα. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι απαντήσεις που δόθηκαν και θα δοθούν από το κεφάλαιο, τις αστικές τάξεις και τις κυβερνήσεις τους όχι απλώς δεν είναι αντικειμενικές αλλά χαρακτηρίζονται από βαθιά ταξικότητα. Οι έχοντες και ασκούντες την εξουσία διατηρούν τη δυνατότητα να μετατρέπουν μια πραγματική κατάσταση –την οποία σε μεγάλο βαθμό προκάλεσαν οι ίδιοι– σε μεγάλη ευκαιρία για μια στρατηγική νίκη στον πόλεμο που διεξάγεται χωρίς σταματημό εδώ και αιώνες. Απέδειξαν δε ότι και θέλουν και μπορούν να την εκμεταλλευτούν στο έπακρο, ενώ δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι στον βαθμό που αυτή η πανδημία δεν θα είναι η τελευταία, έτσι και το τσουνάμι των αντιδραστικών αλλαγών και της κατεδάφισης των λαϊκών, εργατικών και δημοκρατικών κατακτήσεων δεν πρόκειται να ανακοπεί.
Αυτό, εξάλλου, υπονοούν και όσοι «ειδήμονες» σπεύδουν να μας προειδοποιήσουν ότι είμαστε πλέον αναγκασμένοι, ακόμη και όταν παρέλθει η κορύφωση της κρίσης, να μάθουμε να ζούμε με τις πανδημίες και να προσαρμόσουμε την καθημερινότητά μας σε αυτές. Έτσι, όσοι εύχονται και ελπίζουν ή, ακόμη χειρότερα, αισθάνονται μια κάποια αόριστη και ανεξήγητη βεβαιότητα ότι με την αλλαγή του χρόνου θα τελειώσουν και τα βάσανά τους, καλά θα κάνουν να το ξανασκεφτούν. Διότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Ούτε σε υγειονομικό επίπεδο αλλά ούτε πολύ περισσότερο στην εργασία, την εκπαίδευση, τον ελεύθερο χρόνο και τα δικαιώματά μας. Φυσικά, είναι ακόμη ελεύθεροι (τουλάχιστον αυτό!) να επιμένουν στο δίπολο ανάθεμα και ευχολόγιο, σαν τους πνιγμένους που προσπαθούν απεγνωσμένα να πιαστούν από τα μαλλιά τους. Να εξακολουθήσουν να βλέπουν ανακουφισμένοι τις διαφημίσεις που υιοθετούν το μοτίβο «να ξεκουμπιστεί το 2020 και όλα θα πάνε καλύτερα». Να μένουν προσκολλημένοι στα παυσίπονα και να αρνούνται το φάρμακο, έστω και αν κατά βάθος γνωρίζουν πως η κατάστασή τους θα χειροτερεύει, μέρα με τη μέρα.
Όσοι το κάνουν δεν θα διαφέρουν πολύ από εκείνους οι οποίοι πίστεψαν ότι με τη θεία κοινωνία δεν κολλάει, επειδή δήθεν τους προστατεύει η δύναμη του θεού τους. Θα είναι σαν να προσπαθούν να αντιμετωπίσουν έναν οργανωμένο, πάνοπλο και αποφασισμένο εχθρό, με σαφές σχέδιο και προορισμό, έχοντας σαν μοναδικό τους όπλο τη… μεταφυσική πίστη πως δεν μπορεί τα πράγματα να γίνουν χειρότερα. Βεβαίως, κάποια στιγμή θα ξυπνήσουν από το όνειρο και θα αντικρύσουν μιαν ακόμη πιο σκληρή πραγματικότητα. Θα διαπιστώσουν, ενδεχομένως, ότι οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης έχουν γίνει πλέον μόνιμες αλλά και ότι για να βρουν δουλειά θα είναι αναγκασμένοι να εφοδιαστούν με ένα «υγειονομικό διαβατήριο», που ασφαλώς δεν θα περιλαμβάνει μόνο το εάν και πότε έχουν εμβολιαστεί, αλλά πολλά ακόμη «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα».
Όσοι όμως τολμήσουν να πάνε κόντρα, έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν τη γοητεία που έχουν τα «υποκείμενα» στις προτάσεις που θα γεμίσουν τις επόμενες σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας.
Οριζόντια lockdown και ατομική ευθύνη, ένα «μοντέλο» που ναυάγησε