του Παναγιώτη Μαυροειδή
Κανείς δεν αµφιβάλει πλέον ότι ο χειρισµός για δίµηνη παράταση Μνηµονίου και επίσπευση προεδρικής εκλογής µε το συνακόλουθο ρίσκο πρόωρων βουλευτικών εκλογών, πού γίνεται όλο και µεγαλύτερο µετά την πρώτη ψηφοφορία του 160/135, ήταν σε συµφωνία µε τα αφεντικά της ευρωζώνης και της ΕΕ. Μα τούτο είναι από πρώτη άποψη παράξενο! Η φιλολογία του Σαµαρά για success story και έξοδο τινάχτηκε στον αέρα από εκείνους που προτιµούν Ν∆ και ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση. Η τρόικα αφαιρεί το χαλί κάτω από τα πόδια των κοµµάτων της συγκυβέρνησης, καθώς έκανε δηµόσια γνωστές τις απαιτήσεις της, για άγρια µέτρα κοινωνικής βαρβαρότητας, που δεν είναι ό,τι το καλύτερο για προεκλογική περίοδο. Η έγκριση της τρόικας γι’ αυτή την κατεύθυνση των εξελίξεων, δεν έχει µόνο το ρίσκο του «τελειώµατος» του αστικού µπλοκ που κατά προτεραιότητα (όχι όµως και αποκλειστικότητα…) είναι αποδεκτό, αλλά και ενός ντόµινου εξελίξεων στις αγορές, µε ευρύτερες αρνητικές συνέπειες και για την ευρωζώνη.
Όλα τούτα τα παράξενα αναδεικνύουν µια µεγάλη όσο και αδυσώπητη αλήθεια µε την οποία καλούµαστε να αναµετρηθούµε: Ο άγριος νεοφιλελευθερισµός, τα Mνηµόνια διαρκείας ή όπως αλλιώς ονοµάσουµε τον κοινωνικό κανιβαλισµό, δεν αποτελούν απλώς µια τρέχουσα πολιτική επιλογή, αλλά µια βαθύτερη εγγενή αναγκαιότητα του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισµού.
Ο δρόµος της ανάταξής του από το σηµερινό τέλµα, µε διατήρηση της εκµεταλλευτικής του ουσίας, προϋποθέτει την αδιαπραγµάτευτη εργατική γενοκτονία. Ίσως µεγαλύτερη σηµασία έχει να προβληµατιστούµε αντίστροφα: Η αναίρεση αυτής της υπεραντιδραστικής καταιγίδας δεν µπορεί να γίνει στο πεδίο της πολιτικής κυβερνητικής διαχείρισης, αλλά προϋποθέτει γενικότερο κλονισµό της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Όσο η Aριστερά εξακολουθεί να βαυκαλίζεται στον πρώτο άξονα, τόσο θα ξαναπαίζεται ως δράµα το έργο «γλυκές αυταπάτες τραγικά εξανεµίζονται». Ενώ θα νοµίζει ότι κερδίζει πολιτικό χρόνο απαντώντας «άµεσα», στην ουσία θα δίνει χρόνο στην κοινωνική και πολιτική αντεπανάσταση του κεφαλαίου αλλά και πεδίο ανάδυσης ενός κοινωνικού και πολιτικού ακροδεξιού ριζοσπαστισµού.
Αυτή η τροπή των εξελίξεων δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα. Στην ουσία, όπως η αφορµή των Mνηµονίων στους αδύναµους κρίκους-πειραµατόζωα (Ελλάδα, Ιρλανδία κ.λπ.), ήταν ο προποµπός για τα διαρκή πανευρωπαϊκά Mνηµόνια που επιβάλλει το ∆ηµοσιονοµικό Σύµφωνο Σταθερότητας της ΕΕ, έτσι και η επιχείρηση απόλυτης ποδηγέτησης του πολιτικού συστήµατος στην Ελλάδα προαναγγέλλει για την επαύριο την επιθετική στάση του ηγεµονικού γερµανικού καπιταλισµού για την περίπτωση της Ιταλίας και της Γαλλίας µε τους µη ισοσκελισµένους προϋπολογισµούς. Ακριβώς διότι το µεγάλο στοίχηµα είναι η µακροηµέρευση της ευρωζώνης και το πάρτι του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Σηµαίνουν όλα τούτα ότι ο Σαµαράς και το ελληνικό κεφάλαιο είναι θύµατα των «Γερµαναράδων»; Κάθε άλλο!
Αυτό που πρέπει να παρατηρήσουµε είναι ότι όχι µόνο το γερµανικό κεφάλαιο, αλλά ακόµη και οι πιο αδύναµες και υποτελείς «εθνικές» αστικές τάξεις, προσφεύγουν µε απόλυτα φυσικό τρόπο για την οικονοµική και πολιτική τους σωτηρία, στο υπερόπλο και ανώτερη κοινή κατάκτηση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου που ακούει στο όνοµα Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η προσµονή τµηµάτων της Αριστεράς για «µέτωπα σωτηρίας» από κοινού µε τµήµατα της αστικής τάξης, αντί ενός εργατικού αντικαπιταλιστικού αντι-ΕΕ µετώπου που θα διεκδικεί να συσπειρώσει και τα αφανιζόµενα παλιά και νέα µεσαία στρώµατα της πόλης και της υπαίθρου, αποδεικνύεται όχι µόνο ατελέσφορη αλλά και επικίνδυνη.
Άλλωστε, ας δούµε συγκεκριµένα: Σε τι αφορούν οι απαιτήσεις δεσµεύσεων της τρόικας έναντι της οποιασδήποτε αυριανής κυβέρνησης στην Ελλάδα; Μισθοί, συντάξεις, ασφαλιστικό σύστηµα! ∆ηλαδή περαιτέρω συντριβή εργατικού εισοδήµατος. Αλλά και κατάργηση απεργίας και συνδικάτων µε τον νέο αντισυνδικαλιστικό νόµο που απαιτούν.
Με λίγα λόγια, ο αντίπαλος θέτει στην ηµερήσια διάταξη γυµνό το «κοινωνικό ζήτηµα» µε ένα σαφές αντιεργατικό υπερκαπιταλιστικό πρόγραµµα, χωρίς ειδική επικαλυπτική συσκευασία.
Το ερώτηµα είναι αν η Αριστερά είναι σε θέση και σε προσπάθεια να απαντήσει µε ένα εργατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραµµα στον αντίποδα της επίθεσης ή αν θα περιοριστεί να ξορκίσει το διάβολο µε το λιβάνι και να πλατσουρίζει µε «προγράµµατα ανόρθωσης» της οικονοµίας γενικά και αόριστα.
Η υπόθεση Ρωµανού συντάραξε και αφύπνισε πλατιές κοινωνικές ζώνες µέσα στην ελληνική κοινωνία. ∆εν ήταν µόνο η παλικαρίσια στάση του νεαρού αναρχικού. Ούτε ο κόσµος συµπάθησε ξαφνικά τόσο µαζικά την αναρχική και εν πολλοίς αυτόβουλη, χωρίς λογική µαζικού κινήµατος ανατροπής, δράση. Στην αναίρεση ενός νόµιµου δικαιώµατος του οποίου γινόταν χρήση επί χρόνια (εκπαιδευτικές άδειες φυλακισµένων), οι εργαζόµενοι είδαν την τάση πλήρους αντιδραστικής ανατροπής στο πεδίο των ελευθεριών και δικαιωµάτων. Η κυβερνητική επιλογή «εξόντωση ή ταπείνωση» του Ρωµανού (η οποία ηττήθηκε!) έφερε στην επιφάνεια µιαν άλλη εξαιρετικά σηµαντική πλευρά των εξελίξεων:
Η συντηρητική πολιτική δεν συνίσταται µόνο σε «λιτότητα διαρκείας που επιβάλλει η Μέρκελ», αλλά συνοδεύεται από το δίδυµο αδελφάκι της, τη συντριβή κάθε είδους δηµοκρατικών δικαιωµάτων, µέσω της επιβολής ενός νέου τύπου, κοινοβουλευτικής µορφής, πολιτικού ολοκληρωτισµού.
Όταν η Μούντις λέει ότι «η διενέργεια εκλογών στην Ελλάδα συνιστά κίνδυνο για την οικονοµία», τα πράγµατα ξεφεύγουν από τα παιχνίδια στριµώγµατος του ΣΥΡΙΖΑ και στήριξης της Ν∆.
Οι αγώνες για οικονοµικές και κοινωνικές κατακτήσεις όλο και περισσότερο θα βρίσκουν απέναντί τους το βαθύ κράτος, νόµιµο και παράνοµο, µαζί και τους φασιστικούς θύλακες εντός του, συνεπικουρούµενα από τους εργοδοτικούς µηχανισµούς. Οι σχετικά νοµιµοποιηµένοι µέσω της λαϊκής εκλογής θεσµοί όπως η κυβέρνηση, χάνουν ειδικό βάρος ή/και µετατρέπονται σε άµεσο εκτελεστικό όργανο της πραγµατικής εξουσίας του κεφαλαίου σε εθνικό και υπερ-εθνικό επίπεδο. Η ίδια η πολεµική απειλή ξαναµπαίνει στην ηµερήσια διάταξη…
Ας δούµε τις απαντήσεις στην Αριστερά. Στον ΣΥΡΙΖΑ, γίνεται πλέον σαφές ότι η αρχή και το τέλος της απάντησής του συνίσταται στο λεγόµενο «πρόγραµµα της Θεσσαλονίκης». Σύµφωνα µε τα λεγόµενα της ηγεσίας του, τα µέτρα που αυτό περιλαµβάνει δεν έχουν δηµοσιονοµικό κόστος, δεν προϋποθέτουν διαπραγµάτευση ή ρήξη µε τους δανειστές, ούτε κάποιας µορφής συµµετοχή του επιχειρηµατικού κόσµου και του κέρδους του. Με αυτή την έννοια, θεωρούν ότι η σωτηρία από την «ανθρωπιστική κρίση» και η «ανάταξη της οικονοµίας» µπορούν να υλοποιηθούν εντός ευρωζώνης και ΕΕ, στο πλαίσιο «µιας Ευρώπης που αλλάζει». Στην ουσία, τα παραπάνω σηµαίνουν τούτο: Φτώχεια διαρκείας για όλους, µε ελεηµοσύνη για τους φτωχότερους…
Μίζεροι στόχοι στο πλαίσιο µιας αστήριχτης στρατηγικής, όπου µια πιθανή κυβέρνηση θα είναι όµηρος και αιχµάλωτος της ευρωζώνης, µε το χρέος στο σβέρκο της και µε τη χρηµατοδοτική ροή στα χέρια της ΕΚΤ.
Το ΚΚΕ σηκώνει τους τόνους απέναντι στο κεφάλαιο και την ΕΕ αλλά ως εκεί. Στόχος ανατροπής της κανιβαλικής πολιτικής δεν τίθεται επί τάπητος, ούτε υπηρετείται από αντίστοιχη µαχητική ανατρεπτική δράση στο εργατικό κίνηµα. Το δίπτυχο της απάντησης είναι τούτο: Από τη µια, ελεγχόµενοι αγώνες χαµηλής έντασης (τελευταία µάλιστα υπό τη σκέπη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας ΓΣΕΕ/Α∆Ε∆Υ), µε αιτήµατα «ανακούφισης» ίδια µε αυτά του ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη, κοµµατική συσπείρωση, προπαγάνδα και κοινοβουλευτική ενίσχυση, στην προοπτική της «λαϊκής εξουσίας και οικονοµίας». Και από εδώ ως εκεί; Η µόνο απάντηση είναι αυτή που είχε δοθεί στο πρόσφατο συνέδριό του: Χάος και τυχαιότητα, δηλαδή «σε κάποιο παροξυσµό µιας κρίσης ή πολέµου, όλα µπορούν να συµβούν».
Οι ηττοπαθείς αυτές στρατηγικές το µόνο που κάνουν είναι να δίνουν πολιτικό χρόνο στον αντίπαλο και να αδρανοποιούν τον µόνο παράγοντα αλλαγής των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισµών, δηλαδή ένα αναγεννηµένο εργατικό κίνηµα σαν ραχοκοκαλιά ενός µετώπου ανατροπής. Το ζητούµενο είναι η ανατροπή της πολιτικής του µαύρου µετώπου κεφαλαίου, κυβερνήσεων και ΕΕ, µε εργατικό λαϊκό αγώνα και ξεσηκωµό. Μόνο αυτό διασφαλίζει αλλαγή πολιτικής και όχι µόνο κυβέρνησης στο ίδιο πλαίσιο.
Αν όµως στόχος είναι η ανατροπή, για να µην είναι αυτό διακήρυξη χωρίς αντίκρισµα προϋποτίθεται µέτωπο. Το αναγκαίο µέτωπο για τις ανάγκες αυτής της κρίσιµης κοινωνικής και πολιτικής σύγκρουσης, που θα θέτει µε σαφείς όσο και µαχητικούς όρους την πολιτική ανάγκη της περιόδου: Με σηµαία τα εργατικά δικαιώµατα και την κοινωνική χειραφέτηση, για ψωµί, παιδεία, δηµοκρατία και ελευθερία, έξω από τους φράχτες του κεφαλαίου, της ευρωζώνης και της ΕΕ.
Η πρόταση για ανατρεπτική πολιτική συνεργασία που έχει καταθέσει δηµόσια η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θέλει να συµβάλει σε αυτή την κατεύθυνση. Αφορά ένα σύνολο µαχόµενων δυνάµεων συγκροτηµένων ή όχι σε οργανώσεις, ακόµη και στις παρυφές ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ, αλλά και αγωνιστικών τµηµάτων που συγκροτούνται στον κοινωνικό αγώνα. Η προώθησή της απαιτεί υπέρβαση της κοµµατικής οργανωτικής περιχαράκωσης, των τακτικισµών συγκρότησης υπο-µετώπων, αλλά κυρίως ένα σταθερό και ειλικρινές βήµα στο περιεχόµενο της πολιτικής απάντησης και κινηµατικής πρακτικής σε εργατική, αντικαπιταλιστική και αντιΕΕ κατεύθυνση.