Με παρουσία πολλών αγωνιστών πραγματοποιήθηκε την προηγούμενη Κυριακή η πολιτική εκδήλωση στον κινηματογράφο Ίλιον με αφορμή την κυκλοφορία από τις εκδόσεις Τόπος του βιβλίου του Κ. Τζιαντζή Για το επαναστατικό υποκείμενο της εποχής μας.
του Γιώργου Λαουτάρη
Οι σύντροφοι και συνοδοιπόροι του Κώστα Τζιαντζή από τον καιρό της αντιδικτατορικής πάλης, του μεταπολιτευτικού ΚΚΕ, της ΚΝΕ της ρήξης και του ΝΑΡ, που συναντήθηκαν ξανά την Κυριακή στον κινηματογράφο Ίλιον, γνώριζαν καλά ότι ο ίδιος θα αποδοκίμαζε μια «εκδήλωση μνήμης» στο όνομά του. Γι’ αυτό και έκαναν την παρουσίαση του βιβλίου του Κώστα Τζιαντζή Για το επαναστατικό υποκείμενο της εποχής μας, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τόπος, μια μάχιμη πολιτική εκδήλωση, που βγάζει συμπεράσματα για το σήμερα και το αύριο, όχι για το χθες. Ήταν οι περισσότεροι εκεί. Παλιότερες γενιές αγωνιστών όπως ο Ευτύχης Μπιτσάκης, άλλα ρεύματα όπως ο Παναγιώτης Λαφαζάνης και ο Γιάννης Τόλιος, νεότεροι αγωνιστές από τη νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση.
Τη σχέση του Κώστα Τζιαντζή με το λευκό χαρτί αλλά και την έννοια της υστεροφημίας σχολίασε εκτενώς ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου στην τοποθέτησή του. Ο Κώστας Τζιαντζής θεωρούσε την πνευματική ιδιοκτησία κατάλοιπο της αστικής ιδεολογίας στους επαναστάτες και ο λόγος αυτός ήταν που τον απέτρεψε από το να αφήσει εν ζωή ολοκληρωμένο έργο με το όνομά του στο εξώφυλλο. «Είμαι οργανωτικό στέλεχος εγώ, γράψτε εσείς βιβλία» απαντούσε αφοπλιστικά στους συντρόφους του που τον πίεζαν να αφοσιωθεί στο γράψιμο. Το ίδιο άλλωστε το βιβλίο που κυκλοφόρησε σήμερα, τρία χρόνια μετά το θάνατό του, ήταν προορισμένο για εσωκομματική χρήση το 1994, σε μια συνδιάσκεψη του ΝΑΡ. Γραμμένο σε μια ειδική συγκυρία, προορισμένο για ένα συγκεκριμένο κοινό, το κείμενο αυτό έχει ίσως κάποιες δυσκολίες στην ορολογία, ωστόσο συνιστά «μικρό διαμάντι» στην πολιτική σκέψη, καθώς άνοιξε νέους δρόμους. Για το λόγο αυτό, διατηρεί μέχρι σήμερα την επικαιρότητά του, δίνοντας απαντήσεις στα υπαρξιακά ερωτήματα της Αριστεράς.
Οι ομιλητές την Κυριακή είχαν ένα δύσκολο έργο να φέρουν σε πέρας. Απευθύνονταν σε ένα απαιτητικό ακροατήριο και μιλούσαν για έναν ξεχωριστό άνθρωπο που άφησε ένα πολύ σύνθετο έργο κι ένα αρκετά ιδιότυπο βιβλίο. «Ο Κώστας εξακολουθεί να είναι εδώ, ανάμεσά μας, καθώς ανακαλύπτουμε την αναγεννητική, την καταλυτική παρουσία του στη σκέψη και την πράξη μας» είπε χαρακτηριστικά ο Αλέξανδρος Χρύσης. Ο ομιλητής σχολίασε το μέτωπο που άνοιξε από τότε ο Κ. Τζιαντζής με τους οπαδούς τού «αυθόρμητου» στην πρώτη περίοδο άνθησης του λεγόμενου μεταμαρξισμού, του ρεύματος που αποκαθηλώνει την εργατική τάξη ως πρωτοπόρα κοινωνική δύναμη. Όπως είπε όμως, η θέση του Τζιαντζή δεν ήταν αυτή μιας ορθόδοξης ερμηνείας: «Απόρριψη της αποθέωσης του αυθόρμητου αλλά και μέτωπο εναντίον της πολιτικής γραμμής που, αντί να αντιμετωπίσει το αυθόρμητο σαν εμβρυακή αναπτυσσόμενη μορφή συνείδησης και χειραφέτησης, το ανακηρύσσει συλλήβδην εχθρό». Ένα χαρακτηριστικό δείγμα από τις διαλεκτικές τοποθετήσεις του Κώστα Τζιαντζή.
Ο Κώστας Μάρκου περιέγραψε εισαγωγικά έναν άνθρωπο που «ήταν φευγάτος προς τους ουρανούς των ιδεών, της φιλοσοφίας και της ποίησης, αλλά ήταν κυρίως στραμμένος μόνιμα προς τη γη των εργατικών συμφερόντων και αναγκών». Εστιάζοντας στο βιβλίο, είπε ότι κάνει μια «μάχιμη παρέμβαση που αναδεικνύει μια εργασιακή θεωρία για το επαναστατικό υποκείμενο και το νέο στάδιο του καπιταλισμού». Και υπογράμμισε ότι κατά τη σκέψη αυτή, το πρόγραμμα της επαναστατικής οργάνωσης δεν πρέπει να μετατρέπεται σε εικόνισμα ή σε μέτρο επιβεβαίωσης του κόμματος. «Το πρόγραμμα δεν είναι αυτοσκοπός, η λειτουργία του είναι να ανεβάζει την αντικαπιταλιστική πράξη σε ανώτερα επίπεδα, συσπειρώνοντας ευρύτερες δυνάμεις, όχι διαχωρίζοντας τις επαναστατικές δυνάμεις» όπως υπογράμμισε.
Στη δική του τοποθέτηση ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου περιέγραψε τα δύο νέα στοιχεία που κόμισε τότε στο υπό συζήτηση βιβλίο η σκέψη του Κώστα Τζιαντζή: Πρώτον, η επιμονή στο ρόλο της εργατικής τάξης ως βασικού κοινωνικού υποκειμένου, σε μια εποχή μάλιστα που ακόμη κυοφορούνταν το νεότερο ρεύμα αμφισβήτησής της, δεύτερον, η πολεμική στην «κομμουνιστική αριστοκρατική αντίληψη για την εργατική τάξη», όπως είπε ο ομιλητής. Πρόκειται για την αντίληψη ότι η πολιτική είναι δουλειά του κόμματος και ότι ρόλος της εργατικής τάξης είναι ο οικονομικός αγώνας.
Τις τοποθετήσεις έκλεισε ο Γιάννης Ελαφρός, που ξεκίνησε σημειώνοντας ότι το κείμενο αυτό γράφτηκε στα «δεύτερα πέτρινα χρόνια της Αριστεράς», μια εποχή κατά την οποία «μόνο η γλώσσα της διαφήμισης μιλούσε για επανάσταση». Ξεχώρισε δύο στοιχεία με αφορμή το βιβλίο. Κατ’ αρχάς το βάρος που έδινε ο Κώστας Τζιαντζής στη σημασία της θεωρητικής αναζήτησης που δεν γίνεται ακαδημαϊσμός αλλά αποτρέπει τον εμπειρισμό στο εργατικό κίνημα και επίσης το θεωρητικό εύρημα του Τζιαντζή για την «αντίστροφη ιεράρχηση»: «Το επαναστατικό κίνημα και κάθε κίνημα που θέλει να αναμετρηθεί με μεγάλους σκοπούς δεν μπορεί παρά να συγκροτηθεί καταρχήν στρατηγικά και να εμπνέει για μεγάλα ταξίδια» σημείωσε ο Γιάννης Ελαφρός.