Γιώργος Πισίνας
Η κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου ήταν προειδοποιητικό «καμπανάκι»
Μπορούμε με κάποια βεβαιότητα να προβλέψουμε νέες αναταραχές στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, χρηματοπιστωτικό σύστημα, τουρισμό και ενδεχομένως την παραγωγή κεφαλαιουχικού εξοπλισμού
Οι περισσότεροι συμβατικοί οικονομολόγοι θεωρούν ότι η παρούσα κρίση θα έχει τη λεγόμενη μορφή «V» ή μια μορφή «U», με βάση το σενάριο της σταδιακής άρσης των περιορισμών. Μια μειοψηφία θεωρεί πιο πιθανή μια μορφή «W», γνωστή ως «διπλή ύφεση» (double dip). Όλοι τους, όμως, είναι γενικώς αισιόδοξοι ότι οι οικονομίες λίγο-πολύ θα επανέλθουν και ότι το 2021 θα μας φέρει μια μεγάλη ανάκαμψη που θα καλύψει γρήγορα το κενό. Θεωρούν, δε, ότι η κρίση του κορονοϊού είναι ένα εξωγενές σοκ, το οποίο επηρεάζει την οικονομία παροδικά, ενώ υποεκτιμάται σοβαρά το γεγονός ότι, αν ξαφνικά άρουμε με έναν μαγικό τρόπο και σε μια στιγμή την οικονομική καραντίνα και όλα επιστρέψουν στο «φυσιολογικό», δεν θα είμαστε όλοι εδώ. Επιχειρήσεις θα έχουν κλείσει, κεφάλαια θα έχουν καταστραφεί, ενώ από τη στασιμότητα και από το λουκέτο θα μείνουν πολλά κουσούρια και βαρίδια. Παράλληλα, πρέπει να συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η επιστροφή δεν θα γίνει στιγμιαία και ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος μιας νέας πανδημικής έξαρσης.
Οι εκτιμήσεις βάσει οικονομετρικών μοντέλων μας δίνουν μια προβληματική εικόνα, αν δεν εκτιμηθεί η «διαρθρωτική διάσπαση» (structural break) των χρονοσειρών δεδομένων λόγω του κορονοϊού. Εν ολίγοις, αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αντίστοιχα στοιχεία στην οικονομική ιστορία για να αντληθούν οι αναγκαίες πληροφορίες γύρω από το καθολικό «πάγωμα» στις οικονομίες και τις ανθρώπινες συμπεριφορές.
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι αντιλαμβάνονται την παρούσα οικονομική κρίση ως προερχόμενη από την πλευρά της ζήτησης, λόγω της καραντίνας. Στην πραγματικότητα, ήταν οι μηχανές της παραγωγής που σταμάτησαν. Στον καπιταλισμό, όμως, όταν η κύκλιση του κεφαλαίου σταματά, αυτό πεθαίνει. Με την άρση των περιορισμών, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως το σοκ στην παραγωγή αδρανοποιείται. Το κεφάλαιο επιστρέφει σταδιακά στη διαδικασία συσσώρευσης αλλά είναι βαθιά πληγωμένο όσο και αν τα κράτη προστρέχουν σε ενίσχυσή του. Ενδεχόμενα «δευτερογενή σοκ» (after-shocks) είναι πιθανά. Την ίδια στιγμή, παρόλο που το προηγούμενο διάστημα το βασικό ζήτημα ήταν η προσφορά, σήμερα το σοκ της ζήτησης θα είναι και αυτό καθοριστικό.
Η εικόνα, πάντως, είναι ζοφερή. Η βρετανική οικονομία συρρικνώθηκε με τους ταχύτερους ρυθμούς εδώ και μια εικοσαετία, ενώ ο ευρωπαϊκός δείκτης PMI βυθίστηκε για τους κλάδους υπηρεσιών και μεταποίησης στις 13,5 μονάδες, που είναι με διαφορά το χαμηλότερο επίπεδο από τότε που εμφανίστηκε ο συγκεκριμένος δείκτης στα τέλη του 20ου αιώνα. Στη Γερμανία, επίσης, το (θεσμικό) ινστιτούτο lfo υπολογίζει τον δείκτη επιχειρηματικού κλίματος στο 74,3 (από 85,9 πριν ένα μήνα), που είναι το χαμηλότερο σημείο από την επανένωση της χώρας, ενώ το Ινστιτούτο Εργασιακών Ερευνών IAB προέβλεψε αύξηση του αριθμού των ανέργων πάνω από το φράγμα των 3 εκατ. και συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 8.4% το 2020.
Την ίδια στιγμή, πτωτική πορεία –αν και όχι τόσο απότομη όσο του πετρελαίου– ακολουθούν και μια σειρά από άλλα σημαντικά εμπορεύματα, όπως ο χαλκός ή ο ψευδάργυρος (-20%), με αποτέλεσμα οι αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι οποίες βασίζονται σε εξαγωγές αντίστοιχων εμπορευμάτων, να πιέζονται σοβαρά. Καταρρέουν, όμως, και άλλοι κλάδοι. Η Παγκόσμια Τράπεζα, για παράδειγμα, καταγράφει 80% πτώση στις εξαγωγές λουλουδιών της Κένυας. Οι εξαγωγές της Ινδίας, κυρίως σε τρόφιμα, μέταλλα και μηχανολογικά προϊόντα, έχουν μειωθεί κατά το ένα τρίτο περίπου. Όσο για το σοκ στον τουρισμό, θα είναι ιδιαίτερα επώδυνο –εκτός από την Ελλάδα– για την Ταϊλάνδη, το Μεξικό, χώρες στη Δυτική Αφρική και αλλού.
Σε αυτό το φόντο, ήδη το ζήτημα της αναδιάρθρωσης των χρεών μπαίνει επί τάπητος. Η κρίση έχει οδηγήσει σε μια πορεία κεφαλαίων αντίστροφη από τη συνήθη και οι αναπτυσσόμενες οικονομίες αιμορραγούν. Οι διαφορές αποδόσεων ομολόγων (spread) σε σχέση με τα αμερικανικά –που είναι μέτρο για το κόστος δανεισμού– εκτοξεύονται για μια σειρά από χώρες, ενώ το κραχ στις ισοτιμίες των εθνικών νομισμάτων –κυρίως έναντι του δολαρίου– καθιστά την αποπληρωμή του χρέους ακόμα πιο δύσκολη. Το πρόβλημα είναι τόσο μεγάλο, ώστε ακόμη και μια σειρά από μέτρα, όπως καθυστέρηση πληρωμών και ελάφρυνση των επιτοκίων, είναι ερώτημα αν θα δώσουν ανάσα σε αυτές τις χώρες, πολλές από τις οποίες αντιμετώπιζαν ήδη σοβαρά δημοσιονομικά ζητήματα πριν την εμφάνιση της πανδημίας.
Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο, στο οποίο πάλι κάνουν λάθος αρκετοί αναλυτές, είναι ότι δεν οδήγησε ο κορωνοϊός στην οικονομική κρίση — η οποία προηγήθηκε και οξύνθηκε από την πανδημία. Ήδη, από τα τέλη του καλοκαιριού είχαν φανεί τα πρώτα σημάδια εξασθένισης και επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια των προηγούμενων ετών, η «ανάπτυξη» είχε εμφανίσει σοβαρές αδυναμίες.
Την τελευταία δεκαετία, η χαμηλή σχετικά κερδοφορία των επιχειρήσεων οδηγούσε σταθερά σε υποδεέστερα οικονομικά αποτελέσματα παγκοσμίως. Παράλληλα, οι προσπάθειες για να δοθεί «ώθηση» στις καπιταλιστικές οικονομίες «φούσκωσαν» όσο ποτέ το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τα χαμηλά επιτόκια οδήγησαν σε τεράστια επίπεδα ιδιωτικών χρεών, τα οποία συσσωρεύαν οι εταιρείες με χαμηλά κέρδη οι οποίες ασφυκτιούσαν, αδυνατώντας να βρουν το απαραίτητο «οξυγόνο». Μια τέτοια περίπτωση ήταν η μεγάλη πετρελαϊκή Hin Leong Trading Corp στη Σιγκαπούρη, της οποίας η πρόσφατη πτώχευση πέρασε στα ψιλά γράμματα, αφού δεν είχε άμεση σχέση με την κατάρρευση της τιμής. Συνολικότερα, οι γνωστές και ως εταιρίες-ζόμπι αποτελούσαν ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα προ πανδημίας. Επίσης, ειδικά το τελευταίο διάστημα, οι ανησυχίες στις ιδιωτικές αγορές είχαν ρίξει τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων — όπως «εθνικά υπερήφανα» έλεγαν και έγραφαν κάποιοι Έλληνες δημοσιογράφοι, που ίσως τους βόλευε να ξεχνούν πως τα μηνύματα της οικονομίας συνήθως δεν είναι μονοδιάστατα. Σήμερα βέβαια, οι αποδόσεις των ίδιων ομολόγων και δη του ευρωπαϊκού Νότου, έχουν πάρει ξανά την πάνω βόλτα… Μπορούμε, πλέον, με κάποια βεβαιότητα να πούμε –με βάση και τα παραπάνω– πως πρέπει να περιμένουμε νέες αναταραχές στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, το χρηματοπιστωτικό σύστημα (μια τραπεζική κατάρρευση εκτιμάται αρκετά πιθανή στην γειτονική Τουρκία), τον τουρισμό και ενδεχομένως την παραγωγή κεφαλαιουχικού εξοπλισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κατάρρευση της τιμής του πετρελαίου ήταν κατά κάποιον τρόπο το προειδοποιητικό καμπανάκι της οικονομίας για τα μέτρα της καραντίνας. Ενδεχόμενη δεύτερη καραντίνα, η οποία θα βρει το κεφάλαιο ακόμα πιο αδυνατισμένο, θα έχει πολύ πιο ολέθρια αποτελέσματα.