Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Να στηρίξει το ψευδεπίγραφο επιχείρημα του ότι ασκεί «κοινωνική πολιτική» θέλησε η κυβέρνηση ψηφίζοντας την Παρασκευή μαζί με την ΝΔ το νέο πλαίσιο για την «προστασία της πρώτης κατοικίας».
Πρόκειται για το διάδοχο σχήμα του νόμου – Κατσέλη, που όχι μόνο μειώνει την δικαστική προστασία των δανειοληπτών αλλά εκβιαστικά τους οδηγεί να αποπληρώσουν με κάθε κόστος δάνεια αναντίστοιχα με την οικονομική κατάσταση που τους οδήγησαν οι μνημονιακές πολιτικές.
Όπως ξεκαθαρίστηκε στην Βουλη από τους εκπροσώπους της κυβέρνησης από τα οφειλόμενα στις τράπεζες δεν πρόκειται να διαγραφεί ούτε ένα ευρώ. Το κόστος των κόκκινων δανείων θα μεταφερθεί εν μέρη στο κράτος που θα επιδοτεί σε κάποιες περιπτώσεις τους δανειολήπτες. Από την πλευρά των εκπροσώπων των τραπεζιτών έγινε σαφές ότι οι ρυθμίσεις αποπληρωμής θα αφορούν το 70% όσων κάλυπτε ο προηγούμενος, ενώ εκτιμούν ότι το 25% των οφειλετών θεωρούνται «στρατηγικοί κακοπληρωτές», άρα θα οδηγηθούν σε πλειστηριασμούς. Το ίδιο θα συμβεί και για όσους μπουν σε ρύθμιση και δεν τηρήσουν τους όρους. Αυτά την ίδια στιγμή που ή κυβέρνηση με τροπολογία που κατέθεσε φρόντισε να συνοδεύσει τον νέο νόμο για τα κόκκινα δάνεια με ένα «δωράκι» φοροαπαλλαγών 30 εκατομμύριων ανά έτος για τις Τράπεζες από το 2020 έως το 2030, δηλαδή συνολικά 300 εκατομμύρια ευρώ.
Αποκαλυπτικός για τις προθέσεις του νέου νόμου ήταν ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, που δήλωσε ότι «η κανονική αγορά στέγασης έχει πάντα ένα ρίσκο. Παίρνεις ένα δάνειο και κάποια στιγμή πρέπει να το ξεπληρώσεις. Έχεις και την πιθανότητα κάποια στιγμή να μη σου βγει αυτό το ρίσκο και να το χάσεις. Γι’ αυτό, το 2009 υπήρχαν πενήντα έξι χιλιάδες πλειστηριασμοί και δεν υπήρχε ούτε κίνημα εναντίον αυτών των πλειστηριασμών, γιατί ήταν μία κανονική περίοδος με ανάπτυξη και ο κόσμος ήξερε ότι μπορούσε να πάρει ένα δάνειο και αν δεν μπορούσε να το ξεπληρώσει, θα είχε κάποιο πρόβλημα». Τώρα όμως διευκρίνισε «σιγά-σιγά πρέπει να επιστρέψουμε στην κανονικότητα» δίνοντας την δική του ερμηνεία έτσι στο σύνθημα «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη».
Η πρόθεση πάντως της κυβέρνησης συνολικά να «θολώσει τα νερά» για την οικονομική πολιτική της με στόχο την προσέλκυση ψηφοφόρων με ψεύτικες υποσχέσεις φαίνεται και από τον πολιτικάντικο λογο υπουργών και στελεχών της.
Παρά το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας, σε τηλεοπτική του συνέντευξη από τις 9 Ιανουαρίου έχει ξεκαθαρίσει ότι ο 13ος και ο 14ος μισθός στους συνταξιούχους δεν είναι εντός των πλαισίων των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας, δεν έλειψαν οι υπουργοί και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που «σπεκουλάρησαν» αφήνοντας υπονοούμενα και ανοιχτά ενδεχόμενα. Εμπαίζοντας με αυτό τον τρόπο, εκείνους που έχουν φορτωθεί στις πλάτες τους τα βάρη της πολιτικής τους.
Πρώτος ήταν ο υφυπουργός Εργασίας Τάσος Πετρόπουλος που σε ραδιοφωνική του συνέντευξη δήλωσε πως «ακούγεται και λένε πολλοί ότι θα δώσουμε εκτάκτως ένα επίδομα, διότι υπάρχει ένα μέρος που μπορούμε να δώσουμε. Αυτές είναι αποφάσεις που σχεδιάζονται κεντρικά και ο Πρωθυπουργός ανακοινώνει». Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος διέψευσε όλα τα παραπάνω πλην όμως φρόντισε να εκμεταλλευθεί το κλίμα που δημιουργήθηκε λέγοντας πως «με τα πλεονάσματα που πετυχαίνουμε, μέχρι σήμερα πάντα επιστρέφαμε σε όσους έχουν μεγαλύτερη ανάγκη». Δηλαδή για μία ακόμη φορά έθεσε ως προϋπόθεση ακόμη και για τις ενισχύσεις της ακραίας φτώχειας την τήρηση των δεσμεύσεων στους δανειστές.