Γιώργος Παυλόπουλος
Ενδεικτικό της γήρανσης και των αδιεξόδων του συστήματος είναι το γεγονός ότι ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός, μετά την εκδήλωση της κρίσης το 2008, δεν μπόρεσε να προτείνει ένα πιο λειτουργικό και αποτελεσματικό μοντέλο διαχείρισης, όπως είχε κάνει μετά την κρίση του 1929-’33 (κεϊνσιανό μοντέλο) και την κρίση του 1973-’75 (νεοφιλελεύθερο μοντέλο)
Το σύστημα δεν μπορεί να κλείσει το ρήγμα, αλλά…
Ο Σεπτέμβριος αποδεικνύεται ο μήνας των μεγάλων γεγονότων, που ισοδυναμούν με σεισμό πολλών μεγατόνων για τις Ηνωμένες Πολιτείες και στέλνουν το τσουνάμι των επιπτώσεων να σαρώσει ολόκληρο τον πλανήτη. Όπως θα θυμούνται όλοι, εξάλλου, ήταν η 11η Σεπτεμβρίου 2001 όταν εξαπολύθηκαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Μανχάταν, που έφεραν τη στρατιωτική εισβολή των Αμερικανών και των πρόθυμων συμμάχων τους αρχικά στο Αφγανιστάν και στη συνέχεια στο Ιράκ. Αυτή η εξέλιξη ουσιαστικά αποτέλεσε την αρχή του τέλους της παλιάς τάξης πραγμάτων στη Μέση Ανατολή και την ευρύτερη περιοχή, που συνοδεύτηκε από διαμελισμό χωρών, εκατόμβες νεκρών, τρομακτικές και ανείπωτες καταστροφές και τραγωδίες, μαζική προσφυγιά – μια διαδικασία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με το επίκεντρο να έχει μεταφερθεί στη Συρία και το τέλος της να μην είναι ορατό.
Επτά χρόνια αργότερα, στις 15 Σεπτεμβρίου 2008, μια δεύτερη τρομοκρατική επίθεση σημειώθηκε στην καρδιά της Νέας Υόρκης. Αυτή τη φορά, αντί για τους Δίδυμους Πύργους κατέρρευσε η Lehman Brothers, ενώ πολλοί ακόμη «ουρανοξύστες» της αμερικανικής και παγκόσμιας οικονομίας σώθηκαν στο παρά πέντε. Το σοκ, ωστόσο, υπήρξε εξίσου μεγάλο, ενώ χιλιάδες ήταν και τα θύματα, σε πρώτο και σε δεύτερο χρόνο: άνεργοι, φτωχοί, άστεγοι, ανασφάλιστοι, χρεοκοπημένοι, οικονομικοί μετανάστες. Όσο για τους δράστες, δεν προέρχονταν από τις τάξεις των ορκισμένων τζιχαντιστών της αλ-Κάιντα, αλλά από τις γραμμές των θρύλων της Wall Street, ναού του παγκόσμιου καπιταλισμού: των τραπεζών, των επενδυτικών κεφαλαίων, των ασφαλιστικών εταιριών.
Όπως και την πρώτη φορά, το μπαμ ακούστηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, ενώ σηματοδότησε την έναρξη μιας σταυροφορίας του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του, με διττό στόχο: Αφενός, την πρωτοφανή και βίαιη αναδιανομή πλούτου υπέρ των «πάνω», με το πρόσχημα ότι το σύστημα και κυρίως η καρδιά του, οι τράπεζες, πρέπει να διασωθεί πάση θυσία. Και αφετέρου, την άλωση των μεγαλύτερων εργατικών και λαϊκών κάστρων που είχαν χτιστεί (κυρίως στις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού) την προηγούμενη περίοδο της ταξικής πάλης και περιέχουν λάφυρα ανυπολόγιστης αξίας για τους επιτιθέμενους: τη σταθερή εργασία και ασφάλιση, το δικαίωμα στην απεργία, τις ατομικές-δημοκρατικές ελευθερίες, το κοινωνικό κράτος, τη δημόσια υγεία και παιδεία.
Ουσιαστικά, η 11η Σεπτεμβρίου 2001 και η 15η Σεπτεμβρίου 2008 αποτελούν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, με το οποίο ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός φιλοδοξεί να καλύψει το τεράστιο κόστος που συνεπάγεται το ξεπέρασμα των αδιεξόδων του και, εντέλει, η ίδια του η επιβίωση. Αυτό, όμως, ήταν αναπόφευκτο να προκαλέσει ισχυρές και αντίρροπες δυνάμεις στις κοινωνίες, οι οποίες δεν διστάζουν να αμφισβητήσουν τα ιερά και όσια του συστήματος της αστικής δημοκρατίας στο οποίο, συνειδητά ή ασυνείδητα, χρεώνουν την ευθύνη για όσα συμβαίνουν. Έτσι, είναι φυσικό τα κόμματα που κυριάρχησαν επί δεκαετίες να φιλορροούν, προς όφελος των πάσης φύσης «αντισυστημικών» μορφωμάτων και δικτατορίσκων, που έχουν όμως κατά κύριο λόγο ακροδεξιά χαρακτηριστικά και δεν προέρχονται από την πλευρά της Αριστεράς – η οποία στην παραδοσιακή της μορφή αποδείχθηκε κατοικίδιο του συστήματος και χρεοκόπησε οριστικά και αμετάκλητα… μαζί με τη Lehman.
Σε αυτό το φόντο, επίσης, σταδιακά η παγκοσμιοποίηση μετατρέπεται σε ύβρι. Το ελεύθερο εμπόριο αντικαθίσταται από δασμούς και οικονομικούς «πολέμους». Παραδοσιακές συμμαχίες αμφισβητούνται. Ανεπτυγμένα κράτη οδηγούνται στη χρεοκοπία. Οργανισμοί-πυλώνες του μεταπολεμικού οικοδομήματος μετατρέπονται σε σφραγίδες, όπως ο ΟΗΕ και ο ΠΟΕ. Μέχρι και η Ευρωπαϊκή Ένωση, το πιο φιλόδοξο εγχείρημα καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, κλονίζεται συνθέμελα. Οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στα καπιταλιστικά κέντρα οξύνονται, αυξάνοντας δραματικά τον κίνδυνο πολεμικών συρράξεων, δι’ αντιπροσώπων ή απευθείας.
Παρ’ όλα αυτά, το ρήγμα δεν κλείνει, αλλά μεγαλώνει. Σε αυτό το έδαφος, οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής, κομμουνιστικής πρωτοπορίας θα έπρεπε να αισθάνονται στο γήπεδό τους. Αντ’ αυτού, όμως, πολλές μοιάζουν να φοβούνται τη σκιά τους – και τις ίδιες τις ιδέες τους, μήπως τρομάξουν τον λαό…