ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
«Με βαριά καρδιά αποφασίσαμε να ενεργοποιήσουμε το Άρθρο 7 (της συνθήκης)», δήλωσε …περίλυπος την περασμένη Τετάρτη ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Τίμερμανς, αναφερόμενος στη διαδικασία κυρώσεων που κινήθηκε επισήμως κατά της Πολωνίας, μετά από πολύμηνο «παζάρι». Φυσικά, η αιτία την οποία επικαλέστηκαν οι Βρυξέλλες είναι αστεία, ειδικά σε μια ΕΕ που κάνει ταχεία στροφή προς την αντίδραση και την καταστολή -η παραβίαση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και της ελευθερίας των ΜΜΕ από την (ακροδεξιά και εθνικιστική, είναι αλήθεια) κυβέρνηση της Βαρσοβίας. Όσο για τον Τίμερμανς, δεν πληρώνεται αδρά για να λυπάται, αλλά για να εκτελεί εντολές- στη συγκεκριμένη περίπτωση του Βερολίνου και του Παρισιού, που θέλουν να τιμωρήσουν παραδειγματικά τους Πολωνούς επειδή τολμούν να στέκονται εμπόδιο στα σχέδια που έχουν εκπονήσει για την ΕΕ και φιλοδοξούν να βάλουν άμεσα σε εφαρμογή.
Παρά το γεγονός ότι η διαδικασία αυτή μάλλον αποκλείεται να οδηγήσει στην αφαίρεση της ψήφου των Πολωνών στα συμβούλια -το συγκεκριμένο άρθρο το προβλέπει, όμως απαιτείται ομοφωνία και η κυβέρνηση Όρμπαν στη Βουδαπέστη έχει ήδη ξεκαθαρίσει ότι θα ασκήσει βέτο- η εκκίνησή της στέλνει σαφές μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση. Ειδικά δε προς τους υποψήφιους …αντάρτες που προβάλλουν αντιρρήσεις στον «άξονα» και διεκδικούν μια καλύτερη θέση στον καταμερισμό, ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται τόσο η Ουγγαρία όσο και οι υπόλοιπες χώρες της αποκαλούμενης «ομάδας του Βίσεγκραντ» (Τσεχία και Σλοβακία), που κινούνται σε παράλληλη κατεύθυνση.
Ταυτόχρονα, όμως, η εξέλιξη αυτή ανέδειξε για μιαν ακόμη φορά, με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο, τα πολλαπλά ρήγματα που υπάρχουν εντός της ΕΕ του κεφαλαίου. Και μάλιστα, σε μια περίοδο κατά την οποία, αν τουλάχιστον πιστέψουμε τις δηλώσεις του Γιούνκερ και άλλων επισήμων, στόχος είναι να επιταχυνθούν οι διαδικασίες οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης, δρομολογώντας σημαντικές αλλαγές που θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί ως το καλοκαίρι του 2019. Ενόψει, δηλαδή, των ευρωεκλογών που θα διεξαχθούν τότε, τρεις μήνες μετά την ημερομηνία της τυπικής εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ.
Μόνο που παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις -ότι το Brexit και η θετικοί δείκτες στην οικονομία δημιουργούν ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για να προχωρήσουν μαζί και οι «27» προς την επόμενη ημέρα- η πραγματικότητα είναι ότι εφόσον αυτές οι αλλαγές όντως προχωρήσουν, θα σημάνουν το οριστικό τέλος της ΕΕ που γνωρίσαμε. Διότι, πολύ απλά, δεν υπάρχει καμία περίπτωση αυτό να γίνει μέσω ομοφωνίας, με αποτέλεσμα να οδηγήσει στην πράξη στον κατακερματισμό της Ένωσης σε δύο ή περισσότερες ομάδες που θα κινούνται με διαφορετικές ταχύτητες σε όλα σχεδόν τα επίπεδα. Εκτός από δύο, στα οποία οι πάντες ενοποιούνται αποφασιστικά: Αφενός, τις αντιδραστικές τομές στην αγορά εργασίας στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και, αφετέρου, την περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των λαϊκών ελευθεριών με επιχείρημα την αντιμετώπιση της (εξωτερικής και εγχώριας) τρομοκρατικής απειλής.