του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Μία εβδομάδα επαφών στην Αθήνα ήταν αρκετή ώστε ο άλλοτε «μισητός» Γέρουν Ντάισελμπουμ, να αποτελέσει τη «σημαία» και τον εγγυητή της κυβερνητικής πολιτικής στον τομέα της οικονομίας. Ο επικεφαλής του «μη θεσμικού» Eurogroup, ο «απαράδεκτος» και «ανθέλληνας» εντολοδόχος των κυρίαρχων κύκλων της Ευρωπαϊκής ‹Ένωσης έκανε δήλωση περί «καθαρής εξόδου» της Ελλάδας από τις δανειακές συμφωνίες με τους δανειστές και αιφνιδίως έγινε το πλέον αγαπητό πρόσωπο σε κάθε κυβερνητικό στέλεχος! Προφανώς γιατί τα όσα είπε συμπίπτουν με τη βασική επικοινωνιακή παράμετρο της κυβέρνησης, την έξοδο από τα μνημόνια τον Αύγουστο του 2018. Το μόνο που δεν λένε τόσο η κυβέρνηση όσο και ο Ντάισελμπλούμ είναι το πού …θα βρεθούμε ακόμη και στην περίπτωση που αυτό όντως συμβεί.
Φυσικά, την αλήθεια την έχει πει πολλάκις στην Βουλή ο υπουργός Οικονομίας Ευκλείδης Τσακαλωτος όταν εμφανίζονταν συχνά τότε προκειμένου να ενημέρωση για τις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην συμφωνία του Eurogroup της 15ης Ιουνίου. ‘Όπως είχε χαρακτηριστικά αναφέρει, στόχος είναι να πάμε «σε κάτι που προσεγγίζει την κανονικότητα από τον Σεπτέμβριο του 2018». Μάλιστα είχε επισημάνει ότι με ή χωρίς δανειακή συμφωνία, η επιτροπεία, και μάλιστα σκληρή, θα συνεχιστεί. Χαρακτηριστική ήταν και η φράση του στις 9 Ιουνίου: «Η βασική μας στρατηγική, όλο αυτόν τον καιρό, ήταν να φύγουμε από την επιτροπεία. Πάνω σε αυτό έχουμε δουλέψει και αυτή είναι η βασική μας στρατηγική. Βεβαίως, η επιτροπεία ποτέ δεν θα είναι διπολική, δηλαδή, μια μέρα θα την έχουμε και μια μέρα δεν θα την έχουμε. Αυτό άλλωστε είναι στη φύση του καπιταλισμού, δηλαδή, ακόμη και οι αγορές είναι μια μορφή επιτροπείας. Και αν κάνεις πολιτικές που δεν αρέσουν στις αγορές, μπορούν να πωλούν τα ομόλογά σου, να πέφτουν οι τιμές των ομολόγων και να αυξάνεται το επιτόκιο και να γίνεται πιο δύσκολο να δανείζεσαι».
Πάντως ο Γ. Ντάισελμπλουμ που δουλειά του είναι να φροντίζει να λειτουργεί (μαζί με τον Ε.Τσακαλώτο) η… «φύση του καπιταλισμού», υποστήριξε πως «συζητήσαμε με τον κ. Τσακαλώτο για την τελευταία φάση του προγράμματος και είναι εφικτό να ολοκληρωθεί η γ’ αξιολόγηση πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους. Η ολοκλήρωσή της θα «ξεκλειδώσει» τις αποφάσεις για το χρέος και θα συμβάλει στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Αίσθηση μου είναι ότι το κλίμα αυτό υπάρχει ήδη από τις συνομιλίες που έχω με επενδυτές. Πρέπει να είναι καθαρή η έξοδος από το πρόγραμμα». Φυσικά, πριν από τα υποθετικά αυτά σενάρια που σε τίποτε δεν θα μειώσουν την επιθετικότητα του εγχώριου και ξένου κεφαλαίου απέναντι σε μισθούς- συντάξεις και δικαιώματα, πρέπει να ολοκληρωθεί η 3η αξιολόγηση. ‘Ένα ιδιαίτερα δύσκολο πακέτο αφού εκτός από τις δεδομένες μεθοδεύσεις για κατάργηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, θα περιέχει και νέα εισπρακτικά μέτρα καθώς και –όπως όλα δείχνουν– την απελευθέρωση της δράσης των funds απέναντι στην λαϊκή κατοικία.
Παράλληλα, πληθαίνουν και οι φωνές των αστών οικονομολόγων που, αποτιμώντας την κατάσταση, εκτιμούν ότι η περίφημη «καθαρή έξοδος» είναι μάλλον ένα επικοινωνιακό τρικ. Οι ενστάσεις κυρίως εστιάζονται στα 19 δις που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση του χρέους μόνον μέχρι το 2019, τα οποία πολύ δύσκολα θα προκύψουν από τις λεγόμενες αγορές. Παράλληλα (σύμφωνα με την απόφαση του τελευταίου Eurogroup) απαιτούνται επιπρόσθετα κεφάλαια για τη «δημιουργία αποθεμάτων για την υποστήριξη της εμπιστοσύνης των επενδυτών και τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην αγορά». Δηλαδή πρέπει ο φορολογούμενος μισθωτός και συνταξιούχος να πληρώσει από …τώρα την έλευση των πιθανόν επενδυτών με την κάλυψη κάθε κόστους και κινδύνου. Κάτι σαν την προληπτική γραμμή στήριξης που επαγγέλλονταν η κυβέρνηση Σαμαρά δηλαδή, αλλά με πιο …προφανή στόχο.
Αυτό που στην πραγματικότητα διεμήνυσε ο Γ. Ντάισελμπλουμ στην ελληνική κυβέρνηση είναι ότι πολλά θα κριθούν από την αποφασιστικότητα που θα δείξει στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Θα κριθεί από την ταχύτητα που θα ενσωματώσει στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και νομοθετικά όσο της ζητηθούν. Επίσης, από το πόσο γρήγορα θα ανταποκρίνεται σε ζητήματα επενδύσεων που ήδη τρέχουν. Είναι φανερό ότι η κινηματική και πολιτική παρέμβαση απέναντι σε αυτούς τους σχεδιασμούς θα είναι καθοριστικός παράγοντας για την εξέλιξη των πραγμάτων.