Δημήτρης Σταμούλης
▸Αποκαλυπτικές, για τη ληστρική λογική που διέπει τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και τα ιδιωτικά νοσοκομεία, είναι οι τελευταίες εξελίξεις στον τομέα των ασφαλίσεων υγείας. Οι σημαντικές αυξήσεις που καταγράφονται στα ασφάλιστρα φτάνουν μέχρι και το 20%.
Τη δραστική μείωση των λεγόμενων ισόβιων συμβολαίων, επιβάλλοντας υπέρογκες αυξήσεις, επιδιώκουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, καθώς αυτά επιβαρύνουν σημαντικά τις δαπάνες που καλούνται να καταβάλλουν για νοσοκομειακές καλύψεις ασφαλισμένων τους. Πρόκειται για τα παλιά νοσοκομειακά προγράμματα, τα οποία πωλούνταν την περίοδο 2000-2015 και συνοδεύονταν από μια ασφάλιση ζωής, δηλαδή μια ισόβια κάλυψη. Για να το πετύχουν όμως αυτό, καθώς δεν μπορούν να τα καταργήσουν, αυξάνουν την τιμή έως και 14%, εξωθώντας τους ασφαλισμένους είτε να «σπάσουν» τα συμβόλαια και να συνάψουν νέα ετήσια προγράμματα, είτε να εγκαταλείψουν την ιδιωτική ασφάλιση. Τα ετήσια προγράμματα από το 2019 έως το 2023 έχουν αυξηθεί κατά 48,3%.
Αποτέλεσμα αυτής της τάσης είναι η διαχρονική μείωση των ισόβιων προγραμμάτων με παράλληλη αύξηση των ετήσιων προγραμμάτων, τα οποία είναι κατά κανόνα φθηνότερα και υπόκεινται σε μικρότερες ετήσιες αυξήσεις, περιλαμβάνουν δε λιγότερες παροχές. Στην πρώτη κατηγορία οι αυξήσεις για το 2025 είναι 14%, ενώ για τα ετησίως ανανεούμενα περίπου 4%, χωρίς ωστόσο το ποσοστό αυτό να περιλαμβάνει και την αύξηση λόγω ηλικίας.
Οι ασφαλιστικές «διαμαρτύρονται» επειδή από τις συνολικές αποζημιώσεις ύψους 483 εκατ. ευρώ που κατέβαλαν το 2023 για τα ατομικά συμβόλαια υγείας, το 50% (240,1 εκατ.) αφορούσαν σε ισόβια ασφαλιστικά προγράμματα, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη κατηγορία αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο των συμβολαίων υγείας. Αξίζει να επισημανθεί ότι οι νοσηλείες που παρέχουν οι ιδιωτικές κλινικές επιβαρύνονται με ΦΠΑ 24% αλλά και από Φόρο Ασφαλίστρων, ύψους 15% για τους ενήλικες. Το πρόβλημά τους είναι σήμερα ότι οι κατά βάση ηλικιωμένοι κάτοχοι των ισόβιων συμβολαίων ήρθε η ώρα να «αξιοποιήσουν» τις υπηρεσίες υγείας, ενώ όλα τα προηγούμενα χρόνια οι ασφαλιστικές απλώς εισέπρατταν, χωρίς να πληρώνουν υπηρεσίες. Αυτή η λογική τους είναι ο πιο αψευδής μάρτυρας του ληστρικού χαρακτήρα των ιδιωτικών εταιρειών που λυμαίνονται τον χώρο της υγείας.
Βέβαια, ο ένας πόλος του προβλήματος αφορά στις ασφαλιστικές. Ο άλλος πόλος είναι οι μεγάλοι ιδιωτικοί όμιλοι υγείας, ιδιοκτήτες μεγάλων νοσοκομειακών μονάδων αλλά και αλυσίδων διαγνωστικών κέντρων, που ελέγχουν με ολιγοπωλιακούς όρους την «αγορά υγείας». Ο μεταξύ τους πόλεμος φέρνει στο προσκήνιο και τις άθλιες πρακτικές τους, προκειμένου να αυξάνουν τα κέρδη τους. Στον κλάδο δεσπόζει το γνωστό αμερικανικό fund CVC Capital, το οποίο έχει εξαγοράσει όλα σχεδόν τα μεγάλα ιδιωτικά θεραπευτήρια όπως «Υγεία», Metropolitan, Ιασώ General, «Μητέρα», «Λητώ», Metropolitan General και Creta Interclinic. Μάλιστα όταν το 2018 εξαγόρασε το «Υγεία», η νέα οντότητα που προέκυψε καταλάμβανε την πρώτη θέση της αγοράς με συνολικό μερίδιο 35-45%!
Την παραχώρηση νοσοκομείων, «πακέτο» με υποδομές και προσωπικό, απαιτούν οι ασφαλιστικές
Μια γεύση για το πώς αντιμετωπίζουν τους «πελάτες» τους τα «κοράκια» της ιδιωτικής υγείας παίρνουμε από τις εκατέρωθεν αντιπαραθέσεις των δύο μερών. Καταγγέλλονται υπερτιμολογήσεις, προκλητή ζήτηση υπηρεσιών (πληθώρα αχρείαστων σε πολλές περιπτώσεις εξετάσεων προκειμένου να αυξηθεί το κόστος νοσηλείας) ή φαινόμενα επιλογής των πιο «κερδοφόρων» περιστατικών από νοσηλευτήρια, με επίκληση την έλλειψη κλινών. Το πιο προκλητικό είναι ότι η τιμολόγηση, όταν κάποιος νοσηλεύεται χωρίς ασφάλιση, είναι έως και το μισό του κόστους που τα νοσοκομεία χρεώνουν στις ασφαλιστικές, παρά τις εκπτώσεις που έχουν εξασφαλίσει οι τελευταίες. Έτσι, το μέσο κόστος για μια επέμβαση χολής στα ελληνικά ιδιωτικά νοσηλευτήρια χρεώνεται στις ασφαλιστικές 7.713 ευρώ (όταν στην Ισπανία είναι 3.510 και τη Γερμανία 6.508 ευρώ) ή μια επέμβαση σκωληκοειδίτιδας 6.860 ευρώ (Ισπανία 2.136 και Γερμανία 3.796 ευρώ)!
Πώς όμως προτείνουν οι ασφαλιστικές να λυθεί το πρόβλημα; Ζητούν προκλητικά την ανάληψη από τον κλάδο της λειτουργίας δημόσιων νοσοκομείων (!) που θα «παραχωρήσει» το κράτος μαζί με το σύνολο τόσο των υλικών υποδομών όσο και του έμψυχου δυναμικού. Ενώ, σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, ζητούν τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, σε πλήρη συμπόρευση με την πολιτική της κυβέρνησης και του υπουργείου στον τομέα της δημόσιας υγείας, για τη δημιουργία «πακέτων υγείας», τα οποία θα εξυπηρετούνται σε υποδομές του ΕΣΥ. Νέο πεδίο δόξης λαμπρόν για μπίζνες στην υγεία!
Ενιαίος Δείκτης Υγείας, ΙΟΒΕ και Άδωνις
Το Προεδρικό Διάταγμα 13/2022, το οποίο ενέκρινε ο τότε υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης σχετικά με τον προσδιορισμό του Ενιαίου Δείκτη Υγείας (ΕΔΥ) του ΙΟΒΕ ως δείκτη που μπορούν να χρησιμοποιούν οι ασφαλιστικές εταιρείες στην αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων υγείας, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη σημερινή κατάσταση. Ουσιαστικά άνοιξε την πόρτα και στην αλλαγή των συμβάσεων που είχαν συναφθεί πριν την έναρξη ισχύος του. Ο δείκτης διαμορφώνεται από τον ΙΟΒΕ που δεν αποτελεί έναν ανεξάρτητο, δημόσιο φορέα, αλλά εκπορεύεται από τον ΣΕΒ, μέλη του οποίου είναι και οι ασφαλιστικές! Πώς είναι δυνατόν η αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων υγείας να μην εξαρτάται από αντικειμενικούς δείκτες που δημοσιεύονται από κάποια δημόσια αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), αλλά από έναν ιδιωτικό φορέα με μέλη που έχουν συμφέρον; Όσον αφορά τη μεθοδολογία του ΕΔΥ, βασίζεται αποκλειστικά στα δεδομένα που εισφέρουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ενώ εμφάνισε σημαντικές αποκλίσεις με τον Υποδείκτη της ΕΛΣΤΑΤ για το διάστημα 2011-2020. Διότι λάμβανε υπόψιν κυρίως δεδομένα που αφορούν μόνο τα μακροχρόνια προγράμματα υγείας, τα οποία όμως καλύπτουν τις ανάγκες κυρίως γηρασκόμενων ασφαλισμένων, αποσιωπώντας ότι μέρος του ασφαλίστρου για ασφαλισμένους μικρότερης ηλικίας αποθεματοποιείται για την κάλυψη των ασφαλιστικών υπηρεσιών προς τις μεγαλύτερες ηλικίες που, όπως είναι λογικό, τις χρειάζονται περισσότερο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 11-12 Ιανουαρίου