Γιώργος Μουρμούρης
∆εν έχουν τέλος οι γυναικοκτονίες στην Ελλάδα του… «το περιπολικό δεν είναι ταξί»
Δύο ακόμα γυναίκες άφησαν την τελευταία τους πνοή από το χέρι των συντρόφων τους την εβδομάδα που πέρασε. Τη Δευτέρα 11 Νοεμβρίου η 43χρονη Δώρα, μητέρα τριών παιδιών ηλικίας 14, 16 και 18 ετών, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τον 30χρονο πρώην σύντροφό της στο Αγρίνιο, με τον δράστη να την πυροβολεί στην κοιλιά σχεδόν εξ επαφής. Πριν χάσει τις αισθήσεις της η Δώρα υπέδειξε στους αστυνομικούς τον δολοφόνο της, λέγοντας «με πυροβόλησε ο πρώην σύντροφός μου».
Δύο ημέρες αργότερα, στις 13 Νοεμβρίου, την τελευταία της πνοή άφησε η 40χρονη Γαρυφαλλιά, που επί δέκα ημέρες νοσηλευόταν σε κρίσιμη κατάσταση μετά τον ξυλοδαρμό που υπέστη από τον πρώην σύντροφό της τα ξημερώματα της Κυριακής 3 Νοεμβρίου, στην Πάτρα. Η Γαρυφαλλιά είχε επιχειρήσει να περάσει τη νύχτα σε ξενοδοχείο, καθώς φοβόταν για την ασφάλειά της μετά από καυγά που είχε με τον 49χρονο πρώην σύντροφό της. Ο οποίος όμως της έστησε ενέδρα έξω από το κατάλυμα και μόλις εκείνη βγήκε της επιτέθηκε βίαια, χτυπώντας την στο κεφάλι. Η γυναίκα μεταφέρθηκε αρχικά στο νοσοκομείο «Άγιος Ανδρέας» στην Πάτρα και ακολούθως στο ΚΑΤ, όπου και άφησε την τελευταία της πνοή.
Με τους θανάτους της Δώρας και της Γαρυφαλλιάς, δώδεκα συνολικά γυναίκες έχουν χάσει φέτος τη ζωή τους από το χέρι των (πρώην) συντρόφων τους, παγιώνοντας το μοτίβο που καταγράφεται τα τελευταία έτη: ο αριθμός των γυναικοκτονιών να σχηματίζει σταθερά διψήφιο νούμερο. Και παρότι καθίσταται σαφές σε ολοένα ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας ότι τις δολοφονίες γυναικών πυροδοτούν κοινά κίνητρα που σχετίζονται με την ιδιοκτησιακή λογική των ανδρών επί των γυναικών στο πλαίσιο της πατριαρχίας, η κυβέρνηση ευθυγραμμιζόμενη με ακραία συντηρητικούς και μισογυνικούς κύκλους αρνείται πεισματικά τη νομική αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία».
Δεν πρόκειται ζήτημα τυπολατρίας, «πολιτικής ορθότητας» ή σχολαστικισμού αλλά για μια πολύ ουσιαστική παράμετρο καθώς ο όρος τονίζει τη συστημική και βαθιά ριζωμένη βία κατά των γυναικών, ενώ ενισχύει την κοινωνική συνειδητοποίηση για την έκταση και τη σοβαρότητα του φαινομένου. Υπό προϋποθέσεις δε, θα μπορούσε να διευκολύνει τη λήψη στοχευμένων μέτρων, ενώ θα επέτρεπε την αποτύπωση του προβλήματος σε όλη του την έκταση καθώς μέχρι σήμερα η αναγνώριση μιας γυναικοκτονίας ως τέτοιας επαφίεται στην «καλή θέληση» των ΜΜΕ.
Η κυβερνητική και κρατική αδιαφορία βέβαια για την προστασία των γυναικών που κινδυνεύουν από τους συντρόφους τους είναι πολύ ευρύτερη. Ξεκινά από την έλλειψη ασφαλών καταφυγίων για τις κακοποιημένες γυναίκες ή για όσες κινδυνεύουν ή φοβούνται και φτάνει – μεταξύ άλλων – μέχρι τον οικονομικό εγκλωβισμό των θυμάτων, αφού πολλές γυναίκες που θα ήθελαν να εγκαταλείψουν μια κακοποιητική σχέση, πιθανώς μαζί με τα παιδιά τους, φοβούνται όχι μόνο για τη ζωή αλλά και για την επιβίωσή τους.
Όλα αυτά βεβαίως είναι «ψιλά γράμματα» για την κυβέρνηση και το κράτος του «το περιπολικό δεν είναι ταξί» ή των εκ των υστέρων «συμβουλών» Μπαλάσκα προς τον γυναικοκτόνο των Γλυκών Νερών. Δεν είναι τυχαίο ότι την υπεράσπιση του 30χρονου δράστη της γυναικοκτονίας στο Αγρίνιο ανέλαβε ο πρώην βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Πάνος Παναγιωτόπουλος…