Γιώργος Μουρμούρης
Στον αστερισμό των deals
Περίοδο αναδιαρθρώσεων και ανακατατάξεων διανύει ο κλάδος της ιδιωτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, έλκοντας επενδύσεις από ισχυρούς επιχειρηματίες άλλων κλάδων, αλλά και από ξένα funds, που προσβλέπουν σε ισχυρή και παρατεταμένη κερδοφορία λόγω της απαξίωσης της δημόσιας παιδείας. Την τελευταία διετία έχει ανακοινωθεί σειρά συγχωνεύσεων, εξαγορών και στρατηγικών συνεργασιών, με τα deals να «παίρνουν φωτιά» μετά τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ιδιώτες και funds λαμβάνουν «θέσεις μάχης» για τη δημιουργία «all inclusive» εκπαιδευτικών δομών που θα καλύπτουν από την προσχολική έως και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς η κυβέρνηση τους εξασφαλίζει ευνοϊκό νομικό καθεστώς με μηδαμινή κρατική παρέμβαση αλλά και πελατεία, με την εικόνα διάλυσης που διαμορφώνει στη δημόσια εκπαίδευση και τους πολλαπλούς εξεταστικούς «κόφτες».
Από τα deals του τελευταίου διαστήματος ξεχωρίζει η εξαγορά του ΙΕΚ Ακμή και του Metropolitan College από το βρετανικό fund BC Partners που μέσω της United Group ελέγχει στην Ελλάδα τη Nova. Είχε προηγηθεί η υπογραφή συμφωνίας των Εκπαιδευτηρίων Δούκα με την Premia Properties, με τις δύο πλευρές να ετοιμάζονται για από κοινού επέκταση στη νότια Ελλάδα. Εντός του Σεπτεμβρίου άλλωστε ανακοινώθηκε η είσοδος του διεθνούς ομίλου ιδιωτικών σχολείων Inspired Education Group, αρχικά στη σχολή Μωραΐτη και κατόπιν στα εκπαιδευτήρια Κωστέα Γείτονα (CGS). Με τη CGS ήδη από τον Μάιο να έχει προχωρήσει σε υπογραφή σύμβασης με τη Lamda Development για την ανάπτυξη νέου εκπαιδευτικού ιδρύματος στο Ελληνικό.
Στο Ελληνικό, άλλωστε, σχεδιάζεται η δημιουργία του πρώτου ιδιωτικού πανεπιστημίου στην Ελλάδα από το ιδιωτικό Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και τη Hellenic Healthcare Group που ελέγχεται από τη CVC. Και όλα αυτά ενώ στη μεταλυκειακή εκπαίδευση αναπτύσσεται ένας αστερισμός δομών κατάρτισης, ενώ τα φροντιστήρια εξαπλώνονται και στο Δημοτικό, μέσω των λεγόμενων «κέντρων μελέτης».
Το νομοθετικό πλαίσιο που σταδιακά δημιούργησε η κυβέρνηση της ΝΔ δημιουργεί ένα εξαιρετικά ευνοϊκό περιβάλλον για τους επιχειρηματίες της εκπαίδευσης, με μηδαμινή εποπτεία και εξασφαλισμένη «πελατεία»
Ο κύκλος των επιχειρηματικών deals στον τομέα της ιδιωτικής εκπαίδευσης δεν άνοιξε ξαφνικά ένα πρωί. Αντιθέτως, προηγήθηκαν χρόνια ζυμώσεων, πιέσεων και παρασκηνιακών διεργασιών. Όπως σημείωνε σε ανακοίνωσή της τον Απρίλιο του 2023 η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδος(ΟΙΕΛΕ), «η πρώτη κρίσιμη σύγκρουση για το ζήτημα της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης έγινε το 2011, όταν το ΙΟΒΕ (το think tank του ΣΕΒ) εξέδωσε “χορηγούμενη” έρευνα για τον Σύνδεσμο Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Σχολείων στην οποία καταγράφηκαν δύο “συμπεράσματα”: Πρώτον, η ανάγκη απομάκρυνσης της κρατικής εποπτείας από την ιδιωτική εκπαίδευση και δεύτερον, η ενίσχυση των ιδιωτικών σχολείων από το κράτος μέσω κουπονιών (vouchers). Το πρώτο ήδη έχει επιτευχθεί, ενώ για το δεύτερο φοβούμαστε ότι θα έχουμε εξελίξεις εφόσον η ίδια πολιτική στην εκπαίδευση συνεχιστεί».
«Διανύουμε μια περίοδο αποκαθήλωσης του δημόσιου σχολείου και πανεπιστημίου μέσω της υποχρηματοδότησης και των συγχωνεύσεων, την ίδια ώρα που δημιουργούνται οι ιδανικές συνθήκες για την επιχειρηματική δραστηριότητα, αφενός με την άρση της εποπτείας των ιδιωτικών σχολείων από την πολιτεία και αφετέρου με τη θεσμοθέτηση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής, που δημιουργεί πελατεία για τους ιδιώτες», λέει στο ΠΡΙΝ ο πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ Γιώργος Χριστόπουλος. Ο ίδιος κάνει λόγο για «4+1» παρεμβάσεις της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας που οδηγούν σε διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης. Έτσι, όπως περιγράφει, πρώτο βήμα αποτέλεσε η ψήφιση του ν. 4653/2020, το άρθρο 50 του οποίου εξομοιώνει τους τίτλους των κολεγίων με τα πτυχία των ΑΕΙ. Δεύτερο, η ψήφιση του ν. 4713/2020 για την ιδιωτική εκπαίδευση, ο οποίος προέβλεπε σειρά διατάξεων που διαλύουν τις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών, μετατρέποντάς τους «σε απλούς υπαλλήλους – διεκπεραιωτές που βάζουν “άριστους” βαθμούς και δεν ελέγχουν ουσιαστικά ενδοσχολικές εξετάσεις υπό τον φόβο της απόλυσης».
Τρίτο βήμα αποτέλεσε η καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, η οποία «εγγυάται πως τουλάχιστον 25.000 μαθητές θα βρίσκονται πλέον κάθε χρόνο εκτός πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και θα οδηγούνται στα χέρια των ΙΕΚαρχών και κολεγιαρχών, που ήδη από την εφαρμογή της έχουν τετραπλασιάσει τα κέρδη τους». Ενώ τέταρτο βήμα αποτέλεσε η θέσπιση της δυνατότητας ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, παρακάμπτοντας το άρθρο 16 του Συντάγματος.
Ένα πέμπτο και πλέον αποφασιστικό βήμα για την αποσάθρωση της δημόσιας εκπαίδευσης θα αποτελέσει η σχεδιαζόμενη καθιέρωση της «ελεύθερης γονεϊκής επιλογής σχολείου» που, όπως επισημαίνει ο Γιώργος Χριστόπουλος, «έχει διαλύσει όπου εφαρμόστηκε τα δημόσια εκπαιδευτικά συστήματα». Ο ίδιος κάνει λόγο για άμεσο κίνδυνο «επί της ουσίας κατάργησης του δημόσιου σχολείου και πλήρους υποκατάστασής του από ένα ημι-ιδιωτικό σύστημα εκπαίδευσης, παρόμοιο με αυτό της Βρετανίας».
«Οι επιχειρηματίες έχουν πια κάθε λόγο να ανοίξουν πολυδύναμες, all inclusive, “εκπαιδευτικές” μονάδες που θα ξεκινούν από την προσχολική αγωγή και θα φτάνουν μέχρι την ανώτατη εκπαίδευση. Το πράττουν διότι έχουν λάβει διαβεβαιώσεις – ή διότι γνωρίζουν ότι θα πιέσουν και θα πετύχουν – να μην υπάρχει ουσιαστικά κανένας έλεγχος, καμιά πιστοποίηση ποιότητας, καμιά εποπτεία στις εκπαιδευτικές διαδικασίες και στα εργασιακά», σημείωνε προ εβδομάδων σε άρθρο του ο πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ. «Ο στόχος είναι να περάσει στην κοινωνία, ή μάλλον στην καταναλωτική μάζα, πως για να πάρεις πτυχίο δεν είναι πλέον απαιτούμενα ο κόπος, η μελέτη, η προσπάθεια, αλλά αρκεί απλώς το χρήμα. Όποιος το διαθέτει, θα σπουδάζει. Όποιος δεν το έχει, θα υποχρεώνεται να επιλέξει την “αναβαθμισμένη” επαγγελματική εκπαίδευση για να διεκδικήσει τη θέση ενός μεσαίου τεχνίτη που χρειάζεται απεγνωσμένα η αγορά των παρωχημένων ελληνικών επιχειρήσεων».
Για να λειτουργήσουν βεβαίως αυτές οι «all inclusive» εκπαιδευτικές μονάδες απαιτείται και κάτι ακόμα: Να διασφαλιστεί η ομαλή ροή μαθητών από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, χωρίς η σπουδαστική πορεία να διακόπτεται από τους διαφόρων ειδών εξεταστικούς «κόφτες» που ορθώνονται – και μάλιστα πολλαπλασιάζονται – στη δημόσια εκπαίδευση. Μπορεί να φαντάζει απίστευτο, όμως το νομοθετικό πλαίσιο που έχει θεσπίσει η κυβέρνηση ανοίγει διάπλατη την πόρτα και σε αυτή τη δυνατότητα, καθώς το άρθρο 147 (φοιτητές με δικαίωμα εγγραφής – Μητρώο φοιτητών και Αξιολόγηση – Αποφοίτηση) του νόμου 5094/2024 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια προβλέπει «δύο μέτρα και δύο σταθμά» όσον αφορά τον τρόπο εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Διάπλατα ανοιχτή η πόρτα των ιδιωτικών ΑΕΙ για τους αποφοίτους ιδιωτικών σχολείων
Συγκεκριμένα, το εν λόγω άρθρο ορίζει ότι δικαίωμα εγγραφής στα ιδιωτικά πανεπιστήμια έχουν (αντιγράφουμε από το ΦΕΚ) «οι Έλληνες ή αλλοδαποί πολίτες κάτοχοι απολυτηρίου Γενικού Λυκείου (ΓΕ.Λ.) ή Επαγγελματικού Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.) με μέσο όρο στα τέσσερα (4) πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα τους μεγαλύτερο ή ίσο με την ελάχιστη βάση εισαγωγής (…)», αλλά και «οι κάτοχοι διεθνών απολυτήριων [σ.σ.,η υπογράμμιση δική μας] τίτλων Δ.Ε. που χορηγούνται από σχολεία της ημεδαπής ή της αλλοδαπής (…)». Όπου «διεθνές απολυτήριο», το International Baccalaureate (IB), το οποίο χορηγούν έναντι αδράς αμοιβής 15 κορυφαία ελληνικά ιδιωτικά σχολεία. Το εν ισχύ νομοθετικό πλαίσιο δηλαδή ορίζει ότι για να εισαχθούν οι μαθητές των δημόσιων σχολείων στα ΑΕΙ πρέπει να έχουν δώσει πανελλαδικές εξετάσεις και να περάσουν τον «σκόπελο» της ΕΒΕ, ενώ οι μαθητές των ακριβών ιδιωτικών σχολείων εισάγονται μόνο με το International Baccalaureate που χορηγούν τα ίδια τα σχολεία τους.
Δεν αποκλείεται δε μελλοντικά πλάι στο ΙΒ να προστεθούν και άλλα απολυτήρια που θα χορηγούν ιδιωτικά σχολεία, επιτρέποντας πλέον την ανεμπόδιστη ροή όσων μαθητών πληρώνουν, από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ήδη η ΟΙΕΛΕ σε ανακοίνωσή της κάνει λόγο για πληροφορίες που θέλουν να βρίσκονται εν εξελίξει ζυμώσεις προς «μετατροπή ορισμένων σχολείων (που βρίσκονται υπό τον έλεγχο funds) σε “διεθνή”, με έναν βασικό κορμό 4-5 αντικειμένων να διδάσκονται στα ελληνικά και όλα τα υπόλοιπα στα αγγλικά. Θα δοθεί η δυνατότητα, στο πλαίσιο “αυτονόμησης” των σχολείων, να δίδονται απολυτήρια αναγνωρισμένα από το κράτος, ακόμη και αν δεν ακολουθούν το επίσημο αναλυτικό πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας». «Αν αυτό ισχύει, θα πρόκειται για συνταγματικό πραξικόπημα που θα φέρει ραγδαίες ανακατατάξεις στο σύνολο της εκπαίδευσης. Καταργείται επί της ουσίας το εθνικό απολυτήριο Λυκείου και μετατρέπεται σε μια χαλαρή πιστοποίηση, χωρίς ουσιαστική εποπτεία της πολιτείας», τονίζει η Ομοσπονδία.
Στο φροντιστήριο από το δημοτικό, ψίχουλα στους εκπαιδευτικούς
Ο ιδιωτικός τομέας δεν επεκτείνεται μόνο προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά και προς την πρωτοβάθμια. «Τα “κέντρα μελέτης” που αφορούν το Δημοτικό ανθούν» λέει στο ΠΡΙΝ η αντιπρόεδρος του ΣΕΦΚ, του κλαδικού σωματείου των εργαζομένων στην ιδιωτική εκπαίδευση, Κωνσταντίνα Θεοχαροπούλου. «Ακόμα και τα μικρά παιδιά πηγαίνουν σε φροντιστήρια που τα διαβάζουν για την επόμενη ημέρα. Είναι μια τάση που εμφανίστηκε μετά τον κορονοϊό και συνδέεται μεταξύ άλλων με τις πολλές ώρες εργασίας των γονιών, που δεν τους αφήνουν χρόνο να βοηθήσουν τα παιδιά τους.» Την τάση αυτή άλλωστε φαίνεται πως ενισχύει το ολοένα και δυσκολότερο περιβάλλον στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, με τις ελλείψεις εκπαιδευτικών και τις συγχωνεύσεις τμημάτων.
Το ρεύμα προς τα φροντιστήρια αυξάνεται και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς ήδη από το γυμνάσιο οι έφηβοι προετοιμάζονται για τον εξεταστικό «στίβο» του Λυκείου, που περιλαμβάνει τρεις σχολικές χρονιές με εξετάσεις μέσω «τράπεζας θεμάτων» συν τις πανελλαδικές εξετάσεις με την ΕΒΕ. Βέβαια, παρά την αυξημένη ζήτηση υπηρεσιών οι μισθοί των εργαζομένων στα φροντιστήρια παραμένουν καθηλωμένοι στα 8,5 ευρώ την ώρα μεικτά, ενώ οι εργοδότες του κλάδου αρνούνται να προσέλθουν σε διαπραγματεύσεις για την υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Εκτός από τα φροντιστήρια, θεαματική αύξηση καταγράφεται τα τελευταία χρόνια και στον αριθμό των μαθητών ιδιωτικών γυμνασίων και λυκείων: από 16.098 μαθητές στα ιδιωτικά γυμνάσια και 14.615 στα ιδιωτικά λύκεια τη σχολική χρονιά 2018-2019, το 2021-2022 ο αριθμός τους αυξήθηκε σε 20.335 και 16.871 μαθητές αντίστοιχα. Πάντως, παράγοντες του κλάδου υπογραμμίζουν ότι ο αριθμός των φοιτούντων στα ιδιωτικά σχολεία δεν έχει φτάσει ακόμα τα προ κρίσης επίπεδα, κάτι που αναμένουν να συμβεί εντός του 2025. Οι δυνατότητες κερδοφορίας εξάλλου που ανοίγονται μέσω της δυνατότητας ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι τεράστιες. Όπως σημείωνε σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στη ΔΕΘ ο πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ Γιώργος Χριστόπουλος, «ο διπλός στόχος κυβέρνησης και επιχειρηματιών για είναι αφενός η επέκταση της τυπικής ιδιωτικής εκπαίδευσης (από νηπιαγωγείο ως Λύκειο) από το ισχνό (κατά την εκτίμησή τους) 7% σε επίπεδα Κύπρου (πάνω από 20%), αφετέρου η σταδιακή αντικατάσταση του δημόσιου Πανεπιστημίου από ιδιωτικές δομές».
«Το πλάνο είναι πράγματι να δημιουργηθούν εκπαιδευτικές δομές που θα καλύπτουν από τη νηπιακή ηλικία μέχρι το πανεπιστήμιο» συμφωνεί η Κωνσταντίνα Θεοχαροπούλου, τονίζοντας ότι αν η προοπτική αυτή υλοποιηθεί θα επηρεάσει βαθιά τη συγκρότηση της προσωπικότητας των νέων. «Οι αλλαγές αυτές δεν αφορούν μόνο τον τρόπο διδασκαλίας αλλά και την πειθάρχηση και τις κοινωνικές σχέσεις», καταλήγει.