της Μαριάννας Τζιαντζή
Αναρωτιέται κανείς πώς ηχούν οι νέες πρωθυπουργικές εξαγγελίες περί «δίκαιης ανάπτυξης» στα αυτιά εκείνων που μόλις έχασαν τη δουλειά τους ή είναι εδώ και μήνες απλήρωτοι. Για ποιο «κοινωνικό πρόσημο» μιλάμε όταν οι ουρές στα συσσίτια μακραίνουν, όταν προχθές στη Θεσσαλονίκη χιλιάδες άνθρωποι ίδρωσαν, ποδοπατήθηκαν, εξευτελίστηκαν στις ουρές για να παραλάβουν μια σακούλα με τρόφιμα; Λάθος, δεν ήταν άνθρωποι … άποροι ήταν και ο άπορος πρέπει να υπομένει πολλά για να απολαύσει το κοινωνικό πρόσωπο του κράτους.
«Τoo big to fail»: πολύ μεγάλη για να αποτύχει. Αρχικά ο όρος αυτός αφορούσε τις μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες που ο νευραλγικός ρόλος τους στην εθνική οικονομία δικαιολογούσε κι επέβαλλε την κρατική υποστήριξη. Σήμερα βλέπουμε πολλά από όσα θεωρούσαμε «μπιγκ» να καταρρέουν ή να κλονίζονται. Από το «Μεγάλο» κανάλι, το Mega, μέχρι την Ηλεκτρονική Αθηνών, τα βιβλιοπωλεία Παπασωτηρίου, το ξενοδοχείο Ledra και την Πυρσός Security, για να αναφέρουμε μόνο τα πιο πρόσφατα. Ο εφιάλτης του λουκέτου δεν κρέμεται μόνο πάνω από το μικρό μαγαζάκι της γωνίας, αλλά και πάνω από τα μεγάλα μαγαζιά, αυτά που συχνά χαρακτηρίζονται «ιστορικά» ή «εμβληματικά». Οι βαριές συνέπειες δεν είναι ίδιες για όλους. Με κάθε λουκέτο, κάποιοι πονάνε περισσότερο και ξέρουμε ποιοι είναι αυτοί. Οι μεγαλομέτοχοι, οι ιδιοκτήτες και τα στελέχη των μέχρι χθες «μεγάλων» δεν θα χρειαστεί να καταφύγουν στα κοινωνικά ιατρεία ή παντοπωλεία για να επιβιώσουν, όμως χιλιάδες άνθρωποι προστίθενται καθημερινά στις στρατιές των ανέργων ή των εργαζόμενων με ακόμα πιο εξευτελιστικούς όρους. Οι «μεγάλοι» θα παραμείνουν μεγάλοι ακόμα και όταν φύγει το όνομά τους από την ταμπέλα. Όσο για τους μικρούς, δυστυχώς ακόμα ισχύει το «μαζί πονάμε, χώρια βογκάμε».